Κυριαρχούν σε μια οικογένεια ο Βαγγέλης και η Ευαγγελία!
Σε ένα σπίτι με πενταμελή οικογένεια, η μαμά είναι Ευαγγελία, η κόρη είναι Ευαγγελία και ο γιός είναι Βαγγέλης! Αλλά και η πεθερά στο χωριό είναι και αυτή Ευαγγελία, η Βαγγέλα όπως την φωνάζουν όλοι, και μόνο ο άντρας και η άλλη κόρη του ζευγαριού… γλίτωσαν και ακούνε στα ονόματα Μιχάλης και Αργυρώ. Στην εορτή, λοιπόν, του Ευαγγελισμού που συμπίπτει με την… επανάσταση του ’21 και γιορτάζουν τι γίνεται τότε; ερωτάται το αφεντικό. «Τότε», απαντά χαριτολογώντας ο Μιχάλης Σπυρλιδάκης από το χωριό Πλατανέ Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνου, «γιορτάζουν αυτοί και φεύγω εγώ!»
Το ένα από τα δυο καφενεία που λειτουργούν, «κρατιέται» από την πεθερά Βαγγέλα Ζωνουδάκη-Σπυρλιδάκη στον οικισμό που «ρίζωσε» στους πρόποδες του «Κέντρους» που έχει δεν έχει σήμερα πενήντα νοματαίους! Μέσα σε αυτούς είναι και ο Μιχάλης, το αφεντικό της πενταμελούς φαμίλιας που δημιούργησε, και υποχρεώθηκε, εξ ανάγκης, να διαμένει στον τόπο του και να μετακινείται καθημερινά στο γυμνάσιο Τυμπακίου, όπου εργάζεται ως διοικητικός υπάλληλος. Τα άλλα μέλη της οικογένειας, η μάνα και τα τρία παιδιά, είναι εγκατεστημένοι στην πόλη του Ρεθύμνου γιατί «εκεί είναι η δουλειά της και τα σχολειά και τα φροντιστήρια που φοιτούν τα τέκνα».
Η ζωή για όλους είναι δύσκολη και δυσκολότερη για αυτούς τους γονείς που έχουν μαθητές και για τη μόνιμη δουλειά του Μιχάλη, όταν άλλοι ψάχνουν απεγνωσμένα και καθημερινά την τύχη τους στο μεροκάματο, χαλάλι και η θυσία της οικογένειας!
Τα μέτρησαν έτσι, τα μέτρησαν αλλιώς και κρίθηκε πιο συμφέρουσα λύση η διαμονή του αρχηγού του σπιτιού στο χωριό κι ας μετακινείται κάθε μέρα στα σχολεία του Τυμπακίου. Έτσι καταφέρνει, από τη μια να βρίσκεται κοντά στη μητέρα του και από την άλλη να είναι δίπλα στην περιουσία του και να την κρατά «ζωντανή», να παίρνει παραγωγή από την καλλιέργειά της και να περιορίζει τα μεγάλα και καθημερινά έξοδα.
Φυσικό ήταν, λοιπόν, οι συναντήσεις των γονέων και των παιδιών να γίνονται από το… τηλέφωνο και πρόσωπο με πρόσωπο τα Σαββατοκύριακα και τις αργίες! Δυστυχώς, είναι το αποτέλεσμα που έφεραν σε οικογένειες τα μνημόνια και οι εντολοδόχοι τους που τα εφαρμόζουν…
ΑΝΤΕ ΠΕΝΤΕ ΜΕ ΕΞΙ ΚΑΦΕΔΕΣ…
Στο καφενείο της η κυρία Βαγγέλα, δύσκολα τους μήνες του χειμώνα να δει κόσμο. Άντε να βράσει τη μέρα πέντε με έξι καφέδες στους χωριανούς και κάποιες φορές ούτε και αυτούς! Τα ευρώ της σύνταξης είναι λίγα και δεν αρκούν για… ανοίγματα όπως παλαιά, ακόμα και στο… καφενείο και οι πιο πολλοί το «έκοψαν» και αυτό! Ανοίγει το μαγαζί της, συνεχώς από το 1958, αλλά τη σημερινή «κατάσταση της κακομοιριάς» δεν την έχει αντικρύσει ξανά…
«Όπως πάνε τα πράγματα», θα πει, «θα γυρίσομε στα παλιά. Μας γονάτισαν με τις περικοπές, τους φόρους και τα χαράτσια. Εμείς στο χωριό θα φάμε και το χόρτο μας και ότι φυτρώνει στο χωράφι, αλλά όσοι είναι στις πόλεις; Έφταξα την κατοχή που υπήρχε πείνα και κακομοιριά, όμως λέω πως δεν θα φτάξομε πάλι σε πείνα. Ο Θεός να μας λυπηθεί και πιο πολύ τα κοπέλια μας. Ζούμε ακόμη στα χωριά, αντέχουμε…»
Και αν σήμερα στον Πλατανέ η μεγάλη πλειοψηφία των πενήντα κατοίκων προσπαθεί να επιβιώσει με το αγροτικό βοήθημα-σύνταξη και με ότι τους δώσει η γη τους στο τραπέζι, αρκετοί είναι εκείνοι που αγωνιούν όταν τελειώσουν και τα αποθέματα λαδιού των προηγούμενων χρόνων! Η μεγάλη φωτιά πριν δυόμιση χρόνια που σάρωσε τα πάντα, όπως και στην κοντινή Κρύα Βρύση, τους ρήμαξε. Το χωριό από το 2011 «έπαψε να λαδώνει» και φοβούνται πως θα φτάσουν κι αυτοί να το αγοράζουν. Αλλά ποιος νοιάζεται για την τύχη τους;
Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr