ΣΙΝΕΜΑ

/

Τα καλύτερα ντοκιμαντέρ στο επίκεντρο του φεστιβάλ ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης

Γιάννης Μουγγολιάς
Κοινοποίηση
Tweet

Ταινίες για την εργαλειοποίηση του πλήθους στον πόλεμο, τον φανατισμό του βουδισμού και την αμφίβολη ταυτότητα των φύλων σε «Top Docs» και διεθνές διαγωνιστικό τμήμα

Ένα από τα αριστουργηματικά ντοκιμαντέρ όσον αφορά την τεχνική του αρτιότητα αλλά και τη σκηνοθετική δεξιοτεχνία του δημιουργού του και που προβλήθηκε στο τμήμα «Top Docs» του 25ου Διεθνούς Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, είναι η ταινία «Η φυσική ιστορία της καταστροφής» του Ουκρανού Σεργκέι Λόζνιτσα, καταξιωμένου δημιουργού του κινηματογράφου που έχει στο ενεργητικό του πλειάδα σημαντικών ταινιών μυθοπλασίας και ντοκιμαντέρ.

Το ντοκιμαντέρ είναι εμπνευσμένο από το ομότιτλο βιβλίο του Βίνφριντ Γκέοργκ Ζέμπαλντ. Ο Λόζνιτσα, παρότι στον στοχασμό του εξισώνει κατά κάποιο τρόπο τα εγκλήματα του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου των Ναζί και των Συμμαχικών Δυνάμεων που κατέστρεψαν το Βερολίνο, δημιουργεί ένα συγκλονιστικό και αισθητικά άρτιο ντοκιμαντέρ, ασπρόμαυρο στο μεγαλύτερο μέρος του, που εντυπωσιάζει. Παρά τις όποιες ενστάσεις που δημιουργούνται από τη συντριπτική υπεροχή των στιγμιοτύπων των καταστροφών που έκαναν Αμερικανοί και Άγγλοι, ο Λόζνιτσα χτίζει ένα αντιπολεμικό φιλμικό έπος.

Σκηνές πλήθους που αξιοποιείται από την καθοδήγηση των ηγετών, σκηνές ενός πλήθους που χορεύει, γλεντά, γεμίζει τα κέντρα διασκέδασης και τους δρόμους του Βερολίνου και σκηνές πλήθους (του ίδιου πλήθους) στα ερείπια των βομβαρδισμών, με ακρωτηριασμένα πτώματα, διαμελισμένα σώματα. Παράλληλα σκηνές ομάδων ανθρώπων (άρα πλήθους) σε εργαστήρια κατασκευής αεροπλάνων και οπλικών συστημάτων που σπέρνουν τον όλεθρο. Σκηνές πλήθους που ακούνε συναυλία κλασικής μουσικής στο Γ΄ Ράιχ και σκηνές πλήθους που ακούνε τις αιματοβαμμένες ομιλίες των πολιτικών και των στρατιωτικών.

Σε ένα πόλεμο, ειδικά παγκόσμιο, δεν υπάρχουν καλοί και κακοί. Όλοι βράζουν σε υψηλότατες θερμοκρασίες που ξεφεύγουν από τα όρια και εργαλειοποιούνται με ηθικό πρόσχημα και με σκοπό θανάτου. Το βωβό, στο μεγαλύτερο μέρος του ασπρόμαυρο φιλμ (δεν λείπουν προς το τέλος κάποιες έγχρωμες σκηνές), αντλεί την ουσία του από σπάνια αρχεία πολέμου, που ο Λόζνιτσα συνέραψε και αξιοποίησε με τη δική του υψηλή αισθητική. Σπάνια σκηνή ανθολογίας ο νυχτερινός ουρανός που λάμπει δίνοντας την εντύπωση φαντασμαγορικών πυροτεχνημάτων, όμως δεν είναι τίποτα άλλο από έναν καταιγισμό βομβαρδισμών.

Στην ίδια κατηγορία των «Top Docs» προβλήθηκε το υπέροχο και πολυβραβευμένο ντοκιμαντέρ του Άχσεν Ναντίμ «Τα κοράκια είναι λευκά», αμερικανικής παραγωγής 2022. Μια ταινία που με συναρπαστικό, συχνά χιουμοριστικό αλλά και ιδιαίτερα εύστοχο τρόπο διατυπώνει τον στοχασμό του για το θέμα της πίστης, της αγάπης, της αφοσίωσης στον Θεό αλλά και αυτό της ανθρώπινης της φιλίας και της ρήξης με την παράδοση και την οικογένεια όταν οι επιλογές ζωής του σκηνοθέτη και ήρωα της ταινίας θίξουν τον άκαμπτο θρησκευτικό φανατισμό.

Η ιστορία παρακολουθεί έναν σκηνοθέτη που θέλει να πάρει συνέντευξη αππό έναν Κομαχόρι που στην προετοιμασία του να γίνει Βούδας έχει πάρει όρκο σιωπής. Η υπομονή του σκηνοθέτη στο μοναστήρι της βουδιστικής αίρεσης στο βουνό είναι παροιμιώδης και του αποκαλύπτει τις σχεδόν αυτοκτονικές δοκιμασίες που υποβάλλονται τα μέλη της αίρεσης-μοναχοί εξωθώντας τις αντοχές του ανθρώπινου σώματος στα όρια προκειμένου να δείξουν την τυφλή θρησκευτική αφοσίωση και υποταγή τους και να έχουν τη θεία φώτιση.

Όμως κάποια στιγμή ο σκηνοθέτης γνωρίζεται με έναν μοναχό εκτός αυτής της σκληρής πορείας που του αρέσουν η χέβι μέταλ και η κρεμ μπουλέ με παγωτό και έρζονται κοντά στο πλαίσιο μιας ειλικρινούς φιλίας. Ταυτόχρονα ο ήρωάς μας θα αγαπήσει και θα παντρευτεί μια Μουσουλμάνα κρύβοντάς το από τον περίγυρο και την οικογένειά του για να μην τους στενοχωρήσει. Άλλωστε μεγαλώνοντας ακούγοντας διαρκώς: «Αν χάσεις την ταυτότητά σου θα πας στην Κόλαση». Και όταν θα πρέπει να αποκαλύψει την αλήθεια, χρειάζεται μεγάλο θάρρος για να μετρήσει τα όρια της αγάπης-συντροφικής και οικογενειακής- με αυτά της υποταγής στο Θεό και τις παραδόσεις.

Μια σπουδαία ταινία για την αφοσίωση αλλά και για την ανταρσία, για τα μεγάλα όχι που πρέπει να λέμε, δοσμένη με αφοπλιστική αμεσότητα, ζωντάνια, φρεσκάδα, σατιρικό πνεύμα και πολύ γρήγορο ρυθμό χρησιμοποιώντας διαδοχικά φλασμπάκ στη διήγηση. Τα γυρίσματα του ντοκιμαντέρ έγιναν σε τρεις διαφορετικούς ηπείρους καλύπτοντας χρονικό διάστημα πέντε ετών.

Τέλος, με ένα πρόβλημα που αφορά το  2% του παγκόσμιου πληθυσμού: την ίντερσεξ κοινότητα, δηλαδή αυτά τα άτομα που δεν νιώθουν ούτε άνδρες ούτε γυναίκες, ασχολείται η πολύ καλή ταινία .της Ρουμάνας σκηνοθέτριας Τούντε Σκόβραν «Αυτό που δεν είμαι», συμπαραγωγής Ρουμανίας και Καναδά, που προβλήθηκε στο πλαίσιο του διεθνούς διαγωνιστικού τμήματος του 25ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.

Η σκηνοθέτρια βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη προλογίζοντας την προβολή της ταινίας της και κάνοντας διάλογο με το κοινό για το τολμηρό θέμα της ταινίας της. Η ματιά της ταινίας επικεντρώνεται στον διαχωρισμό που έχει επιλέξει να κάνει η κοινωνία μας ανάμεσα στον άνδρα και τη γυναίκα, έναν διαχωρισμό που σύμφωνα με το σχόλιο της σκηνοθέτριας δεν έχει κάποια σημασία. Το ντοκιμαντέρ παρακολουθήσει δυο διαφορετικές ζωές ανθρώπων που τελικά συγκλίνουν. Από τη μια μια πανέμορφη νεαρή από τη Νότια Αφρική που ανακαλύπτει ότι είναι ίντερσεξ και δεν έχει διακριτή σεξουαλική ταυτότητα και που αποζητά τη βοήθεια και την καθοδήγηση ενός ατόμου που βρίσκεται σε ανάλογη κατάσταση. Από την άλλη ένας ίντερσεξ ακτιβιστής που είναι ακριβώς το αντίθετο βιολογικά και σεξουαλικά καταλήγοντας ωστόσο στο ίδιο αποτέλεσμα. Δυο ζωές που το φύλο και οι προτιμήσεις τους ανήκουν και στις δυο κατηγορίες ή σε καμία από τις δύο και που δυσκολεύονται να ζήσουν σε έναν κόσμο περιχαρακωμένο από αρσενικά και θηλυκά. Η Σκόβραν που εκτός από σκηνοθέτρια είναι και ηθοποιός, αρθρώνει έναν τολμηρό λόγο και ρίχνει μια διεισδυτική, διαπεραστική ματιά για την ίντερσεξ κοινότητα μέσα από μια γεμάτη θέρμη, ευαισθησία και ανθρωπιά ταινία. Τα όρια που προσδιορίζουν τον άνδρα και τη γυναίκα και έχουν υψωθεί ως τείχη απροσπέλαστα από μια άκαμπτη κοινωνία υπονομεύονται από αυτή την ταινία που στοχεύει κυρίως στην προκατάληψη και την ενθρότητα της κοινωνίας προς το διαφορετικό, χωρίς ωστόσο να αμελεί να δείξει και τις περιπτώσεις ανοχής του θέματος όπως για παράδειγμα συμβαίνει με τον έγχρωμο γιατρό-γυναικολόγο που επισκέπτονται οι ήρωες της ταινίας. Ξεχωριστή αναφορά ανήκει στην εξαιρετικά δομημένη σκηνή του διαγωνισμού των καλλιστείων που συμμετέχει η πανέμορφη καλλονή και θέτει με καίριο τρόπο τη σχέση της ομορφιάς και του τρόπου που αυτή αξιοποιείται από ένα ολόκληρο σύστημα αξιών.

Κοινοποίηση
Tweet

Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr

Σχόλια

Culture