ΘΕΑΤΡΟ

/

«Κίτρινη ταπετσαρία» στο Σκαγιοπούλειο- Η Ελένη Καλαντζοπούλου, μιλάει στο thebest.gr για την παράσταση

Κωνσταντίνα Ανδριοπούλου
konstantina_andriopoulou@hotmail.com
Κοινοποίηση
Tweet

Η Πατρινή ηθοποιός την «μεταφέρει» στο σανίδι

«Η Κίτρινη Ταπετσαρία», είναι ένα από τα πρώτα λογοτεχνικά μανιφέστα του φεμινισμού.

Η συγγραφέας Charlotte Perkins Gilman, διηγείται σε πρώτο πρόσωπο, σε μορφή ημερολογίου την ιστορία μιας γυναίκας, που ζει μέσα σε έναν κόσμο καταναγκασμών και διακρίσεων.  Ακολουθώντας «για το καλό της» τις συμβουλές του άντρα της, ο οποίος είναι γιατρός υψηλού κύρους, απομονώνεται σε μια παλιά έπαυλη και οδηγείται σταδιακά στην τρέλα.

Η Πατρινή ηθοποιός Ελένη Καλαντζοπούλου, την «μεταφέρει» στο σανίδι, συστήνοντάς μας τη νέα της θεατρική παράσταση «Η Κίτρινη Ταπετσαρία» που θα ανέβει στις 8 και 15 Ιουνίου, στο νεοκλασικό κτίριο του Σκαγιοπούλειου Ορφανοτροφείου. «Η παράσταση που θέλουμε να παρουσιάσουμε εστιάζει στις εύθραυστες ψυχικές ισορροπίες που μπορεί να βιώνει μια γυναίκα κατά τη διάρκεια του βίου της. Η δική μας προσέγγιση, με την εικαστική απόδοση της ταπετσαρίας, ακουμπάει και σε θέματα ταυτότητας του ατόμου ανεξαρτήτως φύλου και εποχής και αναδεικνύει τη δυναμική της ανάγνωσης των ψυχικών προβλημάτων ως ένα ισχυρό επιπλέον μέσο αντίληψης του εαυτού πέρα από taboo και προκαταλήψεις», εξηγεί.

Επιστροφή με την παράσταση «Η κίτρινη ταπετσαρία». Πώς θα περιέγραφες αυτό το έργο;

Ε. Κ.: Όπως αναφέρει ο κ. Νίκος Κατσιαούνης στην εισαγωγή του βιβλίου στο οποίο στηρίχτηκε η παράσταση (Η Κίτρινη Ταπετσαρία, εκδόσεις «έρμα»), πρόκειται για το πιο διάσημο λογοτεχνικό έργο της συγγραφέως του, Charlotte Perkins Gilman. Γραμμένο σε πρώτο πρόσωπο σαν σε μορφή ημερολογίου, χωρίς να μας εκμυστηρεύεται το όνομα, αυτή η μικρή ιστορία μάς αφηγείται την περιπέτεια μιας γυναίκας που έρχεται αντιμέτωπη με τους ψυχικούς της δαίμονες, - μια εμπειρία που η Gilman γνώριζε από πρώτο χέρι.  Με λίγα λόγια η ιστορία της Κίτρινης ταπετσαρίας παραμένει όπως πολύ εύστοχα αναφέρει και η μεταφράστριά της κ.Δήμητρα Σταυρίδου, μια δυνατή ιστορία για τα δεσμά, την ψυχή και τη λύτρωση – θέματα που αφορούν τον καθένα μας.

Τι σε ώθησε στην επιλογή να «ανεβάσεις» τη συγκεκριμένη παράσταση; Πόσο ρόλο «έπαιξε» το κίνημα #metoo;

Ε.Κ.: Οπωσδήποτε το #metoo έπαιξε τον ρόλο του, ακόμα κι αν δεν το συνειδητοποίησα αρχικά. Υπήρχαν βεβαίως πάντοτε γυναίκες που είχαν φωνή, γυναίκες που μάχονταν για τα δικαιώματά τους, γυναίκες που με τον τρόπο ζωής τους διεκδικούσαν διαφορετικό τρόπο ύπαρξης αλλά το #metoo μεταδόθηκε σε όλο τον κόσμο και κυριάρχησε στα ΜΜΕ, στα σόσιαλ, στον Τύπο και στις μεταξύ μας συζητήσεις, αναζωπύρωσε το ενδιαφέρον, έγινε αφορμή για περαιτέρω έρευνες και αναλύσεις. Οπότε ναι, πιστεύω ότι η επιλογή αυτού του έργου συνδέεται με κάποιο τρόπο με το #metoo και τον διάλογο που προέκυψε μετά από αυτό. Άλλωστε η Κίτρινη ταπετσαρία είναι ένα από τα πιο διάσημα έργα της Charlotte Perkins Gilman, συγκαταλέγεται στα αριστουργήματα συγκεκριμένου είδους λογοτεχνίας και το κίνημα του φεμινισμού το θεωρεί ως ένα από τα πρώτα λογοτεχνικά του μανιφέστα.

Η συγκεκριμένη παράσταση θέλει να αναδείξει το έργο μιας γυναίκας που προσπάθησε να κάνει ακριβώς αυτό και εν τέλει με το κείμενό της το πέτυχε. Γράφοντας ένα αυτοαναφορικό διήγημα, βάζοντας μια γυναίκα χωρίς όνομα ενώ όλοι οι άλλοι χαρακτήρες γύρω της έχουν όνομα, να μιλάει σε πρώτο πρόσωπο, κατάφερε να περιγράψει την εμπειρία της και εντέλει εμμέσως να βοηθήσει κάποιες γυναίκες στα πρόθυρα της κατάρρευσης να συνέλθουν και το περιβάλλον τους να καταλάβει τον τρόπο να τις βοηθήσει πιο αποτελεσματικά.

Θα μας συστήσεις, λοιπόν, την ηρωίδα σου;

Ε.Κ.: Ευχαρίστως. Η ηρωίδα μου είναι μια γυναίκα γεννημένη συγγραφέας με καλλιτεχνικές ευαισθησίες, που έζησε τέλη του 19ου αιώνα κάπου στην Αμερική, και που δεν μπορούσε να χωρέσει στα ξεκάθαρα όρια που υπήρχαν τότε για μια γυναίκα κυρίως από τη στιγμή που γινόταν σύζυγος και μητέρα. Αυτό την έφερε αντιμέτωπη με εσωτερικές συγκρούσεις οι οποίες συνοδεύτηκαν από ψυχικές επιπτώσεις. Η θεραπεία που ήταν τότε ευρέως διαδεδομένη για τις περιπτώσεις γυναικών που βίωναν  τέτοιου είδους εσωτερικές συγκρούσεις ήταν στην ουσία η εξής: ξεκούραση  και αποχή από κάθε δημιουργική δραστηριότητα. Η ηρωίδα της Γκίλμαν όπως και πολλές άλλες γυναίκες ακολουθούσαν πρόθυμα τις οδηγίες που τους δίνονταν από την επιστήμη της εποχής, προκειμένου να βγουν από το αδηφάγο σκυλί της κατάθλιψης, της αδυναμίας, της κατάπτωσης, της μελαγχολίας, της παραίτησης, του θυμού, της υστερίας, των αιφνίδιων ψυχικών μεταπτώσεων. Η Γκίλμαν μας συστήνει την ηρωίδα της στις αρχές κάποιου καλοκαιριού μέσα σε μία απομονωμένη έπαυλη κάποιας επαρχίας. Βέβαια αυτό δεν έχει και τόσο μεγάλη σημασία ή μπορεί και καθόλου γιατί όλα αυτά που λέγονται είναι μέσα από ένα δωμάτιο. Βιώνονται μέσα από ένα και μοναδικό δωμάτιο αυτής της τεράστιας κατά τ’ αλλά έπαυλης.. το δωμάτιο με την κίτρινη ταπετσαρία….η συνέχεια επί σκηνής…ή καλύτερα θα πω δωματίου…

Με τι συναισθήματα θέλεις/πιστεύεις πώς θα φεύγει το κοινό από την παράσταση;

Ε.Κ.: Η παράσταση που θέλουμε να παρουσιάσουμε εστιάζει στις εύθραυστες ψυχικές ισορροπίες που μπορεί να βιώνει μια γυναίκα κατά τη διάρκεια του βίου της. Η δική μας προσέγγιση, με την εικαστική απόδοση της ταπετσαρίας, ακουμπάει και σε θέματα ταυτότητας του ατόμου ανεξαρτήτως φύλου και εποχής και αναδεικνύει τη δυναμική της ανάγνωσης των ψυχικών προβλημάτων ως ένα ισχυρό επιπλέον μέσο αντίληψης του εαυτού πέρα από taboo και προκαταλήψεις. Το στοίχημα είναι καταρχάς το κοινό να απολαύσει την παράσταση. Το δεύτερο είναι να νιώσει μέρος αυτής καθώς η δράση εκτυλίσσεται σε ένα δωμάτιο όπου δεν υπάρχει σαφής διαχωρισμός σκηνής και πλατείας.  Αν αυτά επιτευχθούν, νομίζω πως από κάθε παράσταση το καλύτερο που μπορείς να ζητήσεις είναι ο καθένας «να πάρει μαζί του» έστω για λίγο ένα κομμάτι που τον αφορά, να δημιουργηθεί μέσα του ο χρόνος και ο χώρος για σκέψεις και ερωτήματα, σε σχέση με αυτό που είδε. Πάντα πίστευα ότι η σκέψη είναι δράση. Αν δεις κάτι αλλιώς τότε αλλάζει και η προοπτική σου προς αυτό το κάτι, και κατ’ επέκταση ο τρόπος που το αντιμετωπίζεις.

Η συγκεκριμένη ιστορία αποτελεί μια ευαίσθητη αφήγηση με πολλές ιδιαιτερότητες. Πώς τη διαχειριστήκατε;

Ε.Κ.: «Η Κίτρινη Ταπετσαρία» είναι όντως μια ευαίσθητη αφήγηση με πολλές ιδιαιτερότητες, κυρίως για την εποχή που γράφτηκε. Έκανε τόση αίσθηση που η ίδια η Gilman κάποια χρόνια μετά, δημοσίευσε ένα κείμενο με το οποίο απαντούσε στην ερώτηση «γιατί γράψατε την Κίτρινη ταπετσαρία»; Μεταξύ άλλων αναφέρει «ο σκοπός αυτής της ιστορίας δεν ήταν να τρελάνει τον κόσμο αλλά να σώσει τους ανθρώπους από το να οδηγηθούν στην τρέλα – και είχε αποτέλεσμα». Εμείς από τη μεριά μας δεν είχαμε- και δε θα μπορούσαμε να έχουμε- κανενός είδους ψυχολογικής ή ψυχιατρικής προσέγγισης. Πρόκειται για μια προσέγγιση με άξονα τον πειραματισμό των μέσων, μια  συλλογική  δουλειά που συνδυάζει ήχο, εικαστικά, φως κ υποκριτική, με μια δομή που συν- δημιουργήθηκε για να προσεγγίσει τις πτυχές της ηρωίδας με σφαιρικό τρόπο. Η Αγάπη Ζάρδα και ο Αλέξανδρος Μάγκος έχουν αναλάβει τη δημιουργία του ηχητικού και εικαστικού περιβάλλοντος αντίστοιχα, σε ζωντανό χρόνο. Όλοι μαζί συνδεόμαστε «επί σκηνής» οδηγούμενοι και καθοδηγούμενοι ο ένας απ’ τον άλλον και προσδοκώντας το αποτέλεσμα να είναι η πρώτη πράξη για επόμενες τέτοιες συνεργατικές προσπάθειες από τη SMOC.

Ποια ανάγκη σε ώθησε στη δημιουργία της εταιρεία θεάτρου S.M.O.C; Και τι σημαίνουν τα ακρογράμματα;

Ε.Κ.: Το όνομα της εταιρίας μου είναι S.M.O.C και πρόκειται για τα αρχικά της φράσης Starting My Own Company. Μότο της τρεις λέξεις, τρία ρήματα που τονίζουν ακριβώς αυτό: Act _Create_Activate. Τι δεν σου αρέσει; Τόλμησε να το αλλάξεις. Μην περιμένεις να το αλλάξει κάποιος άλλος. Το μόνο σίγουρο είναι ότι τίποτα δεν θα γίνει από το τίποτα και κάτι θα γίνει από το κάτι.  Σκοπός της εταιρίας ήταν και παραμένει η φιλοδοξία να συνδέεται με το εδώ και τώρα της πόλης και να λειτουργεί ως σύνδεσμος μεταξύ των πολιτών της. H SMOC προέκυψε από την ανάγκη μου για επικοινωνία και δημιουργικότητα. Την ανάγκη για πειραματικό τρόπο προσέγγισης του κειμένου αλλά και της ίδιας της παράστασης / performance και τέλος την ανάγκη για σύνδεση της τέχνης με την καθημερινότητα που απορρέει από την πεποίθηση ότι ο καθένας οφείλει να κάνει ό,τι περισσότερο μπορεί για τη γειτονιά του, την πόλη του, την καθημερινότητά του. Ήθελα να υπάρχει μια εταιρία που να μπορεί μέσω της τέχνης, να εκφράζει  ερωτήσεις και απορίες και να ενθαρρύνει την ενεργή δράση.  Έχω αποφασίσει να ζω εδώ, δεν είμαι περαστική. Με νοιάζει να παρατηρώ, με νοιάζει τι γίνεται έξω από τα στενά όρια του σπιτιού μου. Με νοιάζει πώς συμπεριφέρονται οι άνθρωποι που μοιράζονται τους ίδιους δρόμους, τα ίδια πεζοδρόμια, τα ίδια στέκια, την ίδια θάλασσα, τον ίδιο ορίζοντα, τον ίδιο αέρα. Σπίτι μας δεν είναι μόνο αυτό που βρίσκεται πίσω από την πόρτα μας, ξεκλειδώνουμε και μπαίνουμε μέσα. Σπίτι μας είναι και ό,τι συναντάμε με το που κλειδώνουμε την πόρτα μας και βγαίνουμε έξω. Τα βλέμματα των περαστικών, η ευγένεια ή η αγένεια, η αδιαφορία ή το ενδιαφέρον. Όλα παίζουν ρόλο. Για μένα δεν υπάρχει εναλλακτική, αν δεν φροντίσεις τον τόπο σου, αν δεν νοιάζεσαι, τότε όλα αυτά για τα οποία αδιαφορείς θα έρθουν να σου χτυπήσουν την πόρτα. Και συνήθως τότε θα είναι αργά και δεν θα είναι για καλό.

Κοινοποίηση
Tweet

Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr

Σχόλια

Culture