Του Διονύση Ζακυνθινού
Η γυμνασμένη κοπέλα που βρισκόταν στην κορφή του εντυπωσιακού άρματος έδινε τον τόνο, τον ρυθμό.
Με μια αέναη και απόλυτα συγχρονισμένη κίνηση άπλωνε και μάζευε τα μακριά μαύρα λουριά του, παραπέμποντας στον αθόρυβο τρόπο με τον οποίο η μέδουσα ξεδιπλώνει τα πλοκάμια της στο βουβό κόσμο της θάλασσας. Στο δικό της ρυθμό χόρευε, όχι μόνο το άρμα, αλλά και όλο το πλήρωμα που το συνόδευε με μια αξιοθαύμαστη αρμονία.
Και πιο πίσω, ακροβάτες, σαν να ήταν βγαλμένοι από σκηνή τσίρκου του μεσοπολέμου χόρευαν, κυριολεκτικά, στον αέρα, συμπληρώνοντας το φαντασμαγορικό σκηνικό.
Ένα αυθόρμητο χειροκρότημα ακούστηκε από το πλήθος που παρακολουθούσε τη μεγάλη καρναβαλική παρέλαση της Κυριακής. Ήμουν εκεί και χειροκρότησα με τη σειρά μου αυτό το απίστευτο θέαμα που εκτυλίχθηκε μπροστά μου. Ήταν μια αυθόρμητη κίνηση ανταπόδοσης γι’ αυτά τα παιδιά, ένα θερμό «ευχαριστώ» για την μεγαλοπρεπή προσπάθεια τους.
Δεν πρόσεξα καν το όνομα του πληρώματος. Αργότερα έμαθα ότι ονομαζόταν «Μέδουσα». Πολλά και ανυπόκριτα μπράβο, από έναν απλό θεατή της καρναβαλικής παρέλασης. Για τη σύλληψη, την έμπνευση, την εκτέλεση.
Πολλά μπράβο και σε όλα τα εκείνα τα πληρώματα που κατέβαλαν στις πολύ δύσκολες μέρες που διανύουμε (δυσεύρετο) χρήμα και κόπο για να προσφέρουν μια ξεχωριστή εικόνα, ανταποκρινόμενα στο μέγεθος και στην παράδοση του Πατρινού Καρναβαλιού.
Αυτή ήταν η μία όψη του νομίσματος. Διότι υπήρχε, δυστυχώς, και η άλλη όψη, αυτή των… ορδών, των μπουλουκιών, που έτρεχαν με ένα μπουκάλι μαυροδάφνη στο χέρι. Με όλο το σεβασμό σε διοργανωτές και σε καρναβαλιστές, αλλά αυτό δεν είναι Καρναβάλι. Είναι εικόνα παρακμής, ξευτίλας, μια εικόνα που όχι μόνο δεν τιμά το Πατρινό Καρναβάλι, αλλά αδικεί πρώτα και πάνω απ’ όλα εκείνους τους συμμετέχοντες που δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους δουλεύοντας επί μέρες, επί μήνες, για να προσφέρουν ένα καρναβαλικό αποτέλεσμα αντάξιο της μεγάλης γιορτής της πόλης και της παράδοσής της.
Φέτος, λοιπόν, έχω την αίσθηση ότι το πράγμα (πάνω που πήγε να μαζευτεί τα προηγούμενα χρόνια) με τα μπουλούκια, τα γουνάκια και τις μαυροδάφνες, ξέφυγε. Και πρέπει, πιστεύω, να ξεκινήσει πάλι μια μεγάλη προσπάθεια για να ξαναμαζευτεί.
«Σε μια εποχή κρίσης και ανέχειας, το ότι η πόλη κατάφερε να έχει Καρναβάλι χωρίς ορατές εκπτώσεις, ήταν άθλος και πρέπει να αναγνωριστεί», έγραψε ο γνωστός δημοσιογράφος και καρναβαλιστής Κωνσταντίνος Μάγνης.
Παρότι δεν είμαι καρναβαλιστής και δεν σκαμπάζω και πολλά από καρναβάλι, θα συμφωνήσω μαζί του, γιατί η διαπίστωσή του συμβαδίζει με το αυτονόητο. Αν και τα μπουλούκια με τη μαυροδάφνη στο χέρι, ως θεατής, δεν τα είδα απλώς ως μια έκπτωση, αλλά ως ένα προφανές πισωγύρισμα.
Καταλήγοντας, κατά την ταπεινή μου γνώμη, η «Μέδουσα», όχι μόνο άφησε το στίγμα της, «τσιμπώντας» μας με το θέαμα που πρόσφερε, αλλά έδειξε και το δρόμο στον οποίο θα πρέπει να βαδίσουν όλοι οι συμμετέχοντες στο Πατρινό Καρναβάλι. Όσοι τουλάχιστον το αγαπούν, το υποστηρίζουν, κι επιθυμούν να το αναδείξουν.
Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr