Πόλεμος τότε αλλά πόλεμος και τώρα με τον ίδιο εχθρό
Ο ένας γεννήθηκε το 1935 στα Σελλιά Ρεθύμνου και αγγίζει σήμερα στα 80 του και ο άλλος είναι 35 χρονών, όμως και οι δυο χωριανοί στο κεφαλοχώρι ζουν καιρούς κατοχής και μάλιστα από τον ίδιο καταχτητή! Στα παγκάκια της πιάτσας τα καλοκαίρια παίρνουν θέση πολλοί, πρωινά και απογεύματα και τους χειμώνες μόνο όταν «φανεί ο ήλιος», για να παρακολουθούν την κίνηση. Στην ίδια θέση κάθισαν ο μπάμπα Ανδρέας Ξενικάκης και ο νέος συγχωριανός του Παναγιώτης Γκόντος που από δυο χρονών βρέθηκε στο χωριό της μητέρας του!
«Βουλοπλέμε», απαντά ο 80χρονος για τη ζωή του και για τις σημερινές συνθήκες. «Δεν το θυμούμαι ποτέ αυτό το χάλι και μου φαίνεται πως ήμαστονε καλύτερα στη γερμανοκατοχή, γιατί εγώ τότε ήμουνα 6-7 χρονών παιδάκι. Γουρούνια μας κυβερνούσανε τόσα χρόνια και μόνο εδά το καταλάβαμε!» Ο νεαρός Γκόντος δίπλα στο παγκάκι, απλά παρακολουθεί περίλυπος αλλά και μια αβεβαιότητα για το «αύριο», ρουφώντας καφέ από τα χαρμάνια της εποχής…
ΨΑΡΙΑ ΜΕ ΤΟ ΓΑΙΔΟΥΡΑΚΙ
Λίγες οι κουβέντες του απόμαχου της οικοδομής, συνταξιούχος πλέον, βρίσκεται από το 1990 στο χωριό του αφού έκανε μια διαδρομή σχεδόν τριάντα χρόνων στην Αθήνα που… οικοδομούσε για να σταθεί ως πρωτεύουσα! Ο πατέρας του την δεκαετία του ‘50 πλανόδιος ψαράς, μαζί με πλήθος άλλων συγχωριανών του και κατοίκων από γειτονικά χωριά, τη Μύρθιο, του Μαριού, τα Λευκόγεια, φόρτωνε το γαϊδουράκι τα κοφίνια με το ψάρι του Πλακιά και έφτανε στα χωριά, «απόσωνε και μέχρι την Επισκοπή», για να πουλήσει και να φέρει μεροκάματο στο σπίτι. «Δεν βλέπω να αλλάζουνε τα πράγματα κι οντε θα αλλάξουνε εγώ θα έχω πεθάνει και θα είμαι ο καλύτερος», προβλέπει. «Ψηφίζαμε τα λαμόγια και γουρούνια είναι ούλοι που ψηφίζαμε με την ίδια μουτσούνα και το ανακαλύψαμε εδά που είδαμε τα χάλια μας…»
Ο μπάρμπα Ξενικάκης πήρε τη σύνταξή του από χρόνια και βολεύεται όπως-όπως στα έξοδα της καθημερινότητας. Όμως, δεν είναι βέβαιος ότι αυτή η σύνταξη θα μείνει λαμβάνοντας το ίδιο ποσό και τον επόμενο καιρό: «Εδά θα δούμε ίντα θα κάνουνε πάλι, γιατί ψυχανεμίζομαι πως πάνε να μας κόψουνε και άλλα λεφτά και ύστερα πως θα ζήσομε;»
«ΛΥΠΟΥΜΑΙ ΤΑ ΝΕΑ ΠΑΙΔΙΑ…»
Τα ψίχουλα, παρά τις αιματηρές οικονομίες που κάνει, εξανεμίζονται και δεν αρκούν το μήνα. Μόνη του… διασκέδαση είναι το καφενείο και ο καφές και από τις 5 το απόγευμα και μετά τον… βλέπει μόνο το σπίτι του! «Τα λεφτά πού να φτάσουνε! Μια χούφτα φάρμακα παίρνω κάθε μέρα και ευτυχώς πλήρωσα και τα χαράτσια και δεν χρωστώ στο Κράτος», λέει. «Αλλά λυπούμαι τα νέα παιδιά», συμπληρώνει,«που δεν βρίσκουνε δουλειές και τα ταΐζουνε οι πατεράδες τωνε…»
Οι καθημερινές αποκαλύψεις για το «βίο και την πολιτεία» πολιτικών προσώπων και ανθρώπων του περιβάλλοντός τους, του προκαλούν θλίψη και οργή. Πιστεύει ότι στη φυλακή είναι λίγοι και οι πολλοί που λεηλάτησαν το Κράτος είναι ακόμα έξω και απολαμβάνουν την… ασυλία των αξιωματούχων. «Ο πατέρας διοικεί το σπίτι και την οικογένεια», επισημαίνει. «Άμα δεν είναι σωστός ο πατέρας, στην κυβέρνηση δηλαδή ο πρωθυπουργός, δεν θα πάει κατά διαόλου η χώρα; Δεν αφήκανε λεφτά για λεφτά οι μεγάλοι, αυτοί που κυβερνούσαν, και τα φορτώσανε σε μας εδά να τα πληρώσουμε. Φταίμε που τόσα χρόνια αυτούς τους απατεώνες εκλέγαμε. Μα και στις εκλογές που θα ψηφίσομε πάλι, τα ίδια γουρούνια θα βγούνε…»
Αμίλητος, όμως, προσηλωμένος σε όλη τη διάρκεια της συζήτησης ο Παναγιώτης, σίγουρα σκέφτονταν τι θα βρει αύριο αυτός και η γενιά του. Με τα ρούχα της δουλειάς έψαχνε το μεροκάματο!
Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr