Ξεφυλλίζουμε το νέο βιβλίο του με τίτλο «Έμεινε καιρό στην εταζέρα», το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Το Δόντι
Ανάμεσα στην Πάτρα και την Αθήνα μιας άλλης εποχής. Αναμνήσεις και σκιαγράφηση μιας Ελλάδας που αλλάζει γρήγορα και καθοριστικά ανάμεσα στο 1960 και το 1980.Από τη μια πλευρά η Πάτρα, που περνά σταδιακά από την ανέχεια, τους σκοτεινούς δρόμους και τα σφαλιστά παράθυρα, στην ελπίδα που έφερναν το λιμάνι, τα νέα επαγγέλματα και οι βιομηχανίες.
Από την άλλη η Αθήνα, που καθημερινά μεγαλώνει. Όλο και περισσότεροι εσωτερικοί μετανάστες αναζητούν εκεί καλύτερη ζωή.
Ο Θανάσης Κούστας μετά τις «Αγκινάρες με αλάτι» ξετυλίγει κι άλλο το κουβάρι των αναμνήσεών του μέσα από το νέο του βιβλίο με τίτλο «Έμεινε καιρό στην εταζέρα», το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Το Δόντι». Και μέσα από τις σελίδες του γνωρίζουμε την Πάτρα αλλά και την Ελλάδα της εποχής.
Σε αυτό ο Θανάσης Κούστας περιγράφει το τελευταίο του καλοκαίρι στην Πάτρα, την αναχώρηση της οικογένειάς του από την Πάτρα για την Αθήνα, αλλά και τις επιστροφές στην Αχαΐκή Πρωτεύουσα για το καλοκαίρι και το καρναβάλι.
Η Αθήνα σηματοδοτεί μια νέα, για εκείνον, εποχή. Την πετυχαίνει το 1964 στη φάση της γιγάντωσής της όπου οι πολυκατοικίες ξεφυτρώνουν η μία μετά την άλλη, ενώ βρίσκεται να κατοικεί στο Κουκάκι και να κάνει βόλτες γύρω από το Ηρώδειο και την Ακρόπολη όταν ο Πικιώνης μεταμόρφωνε αυτό το τοπίο. «Πολλά νεοκλασικά κατεδαφίζονται και γίνονται ομοιόμορφες πολυκατοικίες. Ταυτόχρονα οικογένειες έρχονται από τα χωριά για μια καλύτερη ζωή ενώ τότε η βιομηχανία ήταν στην ακμή της. Αρχικά εγώ ζούσα σε μονοκατοικία. Αυτό που θυμάμαι μεταξύ άλλων είναι να υπάρχουν στο Κουκάκι αρχοντικά και δίπλα αυλές με τρία τέσσερα δωμάτια στα οποία έμεναν πολλές οικογένειες. Αυτές οι ανισότητες στο μάτι ενός παιδιού είναι πολύ εντυπωσιακές. Αυτά τα παιδιά ήταν συμμαθητές μας» λέει στο thebest.gr
Tα παιδικά και εφηβικά του χρόνια είναι γεμάτα εικόνες που οι νεότεροι έχουν γνωρίσει μόνο μέσα από το σινεμά. Ποδόσφαιρο στις αλάνες, ελληνικός κινηματογράφος με πολύ μελόδραμα, ο θυρωρός της πολυκατοικίας που είναι «το παιδί για όλες τις δουλειές» και άλλα. Ας δούμε μερικές από αυτές.
Ποδόσφαιρο στην Αλάνα, απέναντι από το Ηρώδειο
Οι εικόνες που βλέπουμε στις ελληνικές ταινίες και μεταφέρουν τη ζωή και το πνεύμα από τις γειτονιές της Αθήνας αυτής της περιόδου για τον Θανάση Κούστα αποτελούν αναμνήσεις. Όπως οι παλιατζήδες παραδείγματος χάριν «οι οποίοι γυρνούσαν στα υπό κατεδάφιση σπίτια τα οποία τα έδιναν αντιπαροχή και μάζευαν όλα αυτά τα έπιπλα που κατέληξαν στην πλατεία Αβυσσηνίας, στο Μοναστηράκι. Ταυτόχρονα επειδή ζούσα κάτω από την Ακρόπολη, το πρωί είχαμε τη σκιά της και το απόγευμα τη σκιά του Φιλοπάππου. Εκεί παίζαμε μπάλα και ζήσαμε τον Πικιώνη που έκανε την αναμόρφωση του χώρου, ο δε ζωγράφος Σπύρος Βασιλείου καθόταν εκεί και ζωγράφιζε. Είχε ένα μικρό σκαμνάκι και μας κοιτούσε που παίζαμε. Εμείς ξέραμε ότι ήταν ένας μεγάλος ζωγράφος αλλά δεν δίναμε περισσότερη σημασία, είμαστε δεκάχρονα παιδιά»
Διαμερίσματα με λουτροκαμπινέ
Είναι ο τίτλος ενός από τα κεφάλαια του βιβλίου. Ο Θανάσης Κούστας κάνει ιδιαίτερη αναφορά στην απόκτηση ενός τέτοιου διαμερίσματος το οποίου συνιστούσε σαφώς πολυτέλεια. Ο μπιντές δε είναι «επανάσταση» για την εποχή και για εκείνους που είχαν έρθει από την περιφέρεια, στην Αθήνα. Οι δε θυρωροί κατάφερναν να στεγάσουν δωρεάν την οικογένειά τους και εξασφάλιζαν και μεροκάματο. Με τα θελήματα δε, ενίσχυαν το πορτοφόλι τους.
Eικόνες από το βιβλίο
Τα καλοκαίρια στην Πάτρα και το μοναχικό ζεϊμπέκικο
Τα καλοκαίρια ο Θανάσης Κούστας επιστρέφει στην Πάτρα και απολαμβάνει τα μπάνια του στις Ιτιές, περιγράφει το Χρωματοπωλείο του Πανούτσου στη Βότση 19 στην Πάτρα, το ξυλουργείο του Καρύδη, που στα μάτια του συγγραφέα φάνταζε ένας μαγικός κόσμος και κλείνει με την παραμονή Πρωτοχρονιάς του 1979, με τον ίδιο να την περνά στο στρατόπεδο στη Μυτιλήνη και να χορεύει ζειμπέκικο, έναν χορό μοναχικό..
Το χρωματοπωλείο του Πανούτσου
Ο επίλογος του βιβλίου δικαιολογεί τον τίτλο του. Και το εξώφυλλό του…
«Η φωτογραφία στην εταζέρα με στοιχειώνει.. Εκείνο το καρναβάλι ήμουν κινέζος, ο αδελφός μου Απάχης. Αγκαλιασμένοι κοιτάμε περίεργα τον φωτογράφο. Δεν μου άρεσε η στολή, αλλά τη φόρεσα. Τώρα που πέρασαν τα χρόνια έτσι γίνεται συνήθως.. σαν να΄μουν άλλος κι όχι εγώ μες τη ζωή πορεύτηκα.
Όσο κι αν κανείς προσέχει, όσο κι αν το κυνηγά, πάντα θα΄ναι αργά, δεύτερη ζωή δεν έχει..
Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr