«Το μάθημα των Θρησκευτικών δεν είναι πλέον μάθημα αλλά κατήχηση»
Έντονες αντιδράσεις προκαλεί η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας σύμφωνα με την οποία τα θρησκευτικά πρέπει να «αποβλέπουν στην ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης των ορθόδοξων μαθητών»
«Το μάθημα των Θρησκευτικών δεν είναι πλέον μάθημα αλλά κατήχηση», σημειώνει ο πρώην υπουργός Παιδείας, Κώστας Γαβρόγλου, σχολιάζοντας σε δήλωσή του τη σημερινή απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, κάνοντας λόγο για «επικίνδυνο αναχρονισμό».
«Η σημερινή απόφαση του ΣτΕ για το μάθημα των Θρησκευτικών είναι αναμφισβήτητα μια ιστορική απόφαση. Καταργεί ολόκληρη την επιστημονική, παιδαγωγική και θεολογική εξέλιξη του μαθήματος μετά το 1974», επισημαίνει ο κ. Γαβρόγλου.
Και προσθέτει: «Καταργεί τη συνειδητή προσπάθεια χιλιάδων θεολόγων να κατακτήσουν στη συνείδηση των συναδέλφων τους αλλά και των μαθητών όπως και στην καθημερινή παιδαγωγική πράξη την πραγματική επιστημονική και παιδαγωγική ισοτιμία του μαθήματος των Θρησκευτικών με τα άλλα μαθήματα του ωρολογίου προγράμματος».
Ο κ. Γαβρόγλου επισημαίνει ότι με αυτή την απόφαση ακυρώνονται οι «προσπάθειες συνεννόησης με την Εκκλησία, όπου τα νέα προγράμματα σπουδών είχαν και την αποδοχή της Ιεραρχίας». Ο πρώην υπουργός θεωρεί ότι υπονομεύεται η «καθιέρωση μιας κουλτούρας διαλόγου ανάμεσα σε επιστημονικούς και θρησκευτικούς φορείς, με γνώμονα πάντοτε ότι την τελική ευθύνη των μαθημάτων την έχει η Πολιτεία».
«Το μάθημα των Θρησκευτικών, σύμφωνα με την σημερινή απόφαση του ΣτΕ, δεν είναι πλέον μάθημα αλλά κατήχηση. Δεν είναι γνώση αλλά εξέταση για την πίστη των μαθητών και των γονιών τους [...] Ένα μάθημα που θα μπορούσε και θα έπρεπε να είναι χρήσιμο και απολύτως απαραίτητο, μετατρέπεται πια επίσημα σε άκρως επικίνδυνο αναχρονισμό», καταλήγει η δήλωση.
Σε δήλωσή του, ο Νίκος Φίλης, τομεάρχης Παιδείας της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ και πρώην υπουργός Παιδείας αναφέρει:
«Οι αποφάσεις του ΣτΕ γυρίζουν την εκπαίδευση στη δεκαετία του `50 και οδηγούν να γίνει προαιρετικό το μάθημα των θρησκευτικών.
Με την απόφασή του το ΣτΕ επαναλαμβάνει την προηγούμενη σύμφωνα με την οποία το μάθημα των θρησκευτικών πρέπει να έχει κατηχητικό χαρακτήρα. Πρόκειται για απόφαση που αντίκειται στο Σύνταγμα και την Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ). Είναι περίεργο ότι το Ανώτατο Δικαστήριο, που έχει επιφορτιστεί με την αρμοδιότητα της υπεράσπισης των δικαιωμάτων των πολιτών, να νομολογεί επί θεολογικών και παιδαγωγικών ζητημάτων, ως να ήταν Οικουμενική Σύνοδος ή Παιδαγωγικό Ινστιτούτο.
Με τα νέα Προγράμματα Σπουδών (τα επονομαζόμενα Φίλη και στη συνέχεια Γαβρόγλου), επιχειρήσαμε το μάθημα των θρησκευτικών να είναι μάθημα γνώσης και όχι πίστης, προβληματισμού και ουσιαστικής μάθησης και όχι κατήχησης και προσηλυτισμού. Αυτή η κατεύθυνση αντανακλά τη νέα κοινωνική πραγματικότητα και ανταποκρίνεται σε ένα σχολείο κοσμικό και δημοκρατικό. Γι` αυτό, άλλωστε, τα νέα προγράμματα παρά τον πόλεμο ορισμένων κέντρων, αγκαλιάστηκαν από τη μεγάλη πλειοψηφία των εκπαιδευτικών, των μαθητών και των γονέων.
Οι αποφάσεις του ΣτΕ γυρίζουν την εκπαίδευση στη σκοτεινή δεκαετία του `50 και στο «ελληνοχριστιανικό» Σύνταγμα του 1952 . Με βάση το σκεπτικό της απόφασης, όλα τα προγράμματα σπουδών που ίσχυαν μετά το 2000 δεν έπρεπε να είχαν εφαρμοστεί, γιατί σε όλα, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό η επιταγή του Συντάγματος του 1975 για την ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης, δεν ερμηνευόταν περιοριστικά ως κατήχηση στην Ορθοδοξία.
Η νομολογία του ΣτΕ θα δημιουργήσει αδιέξοδο στην εκπαίδευση, προκαλεί θέματα συνείδησης και τελικώς οδηγεί τα πράγματα, ώστε, το μάθημα των θρησκευτικών, με τη μορφή της κατήχησης να γίνει προαιρετικό.»
Η ίδια αυτή νομολογία, που μεθοδεύτηκε από εκκλησιαστικούς και παρεκκλησιαστικούς παράγοντες στο χώρο της Δικαιοσύνης, έρχεται σε αντίθεση με το ώριμο κοινωνικά αίτημα, του χωρισμού και της δημοκρατικής ρύθμισης των σχέσεων Κράτους- Εκκλησίας, ιδιαίτερα στην αποκοπή του ομφάλιου λώρου ανάμεσα στην Εκκλησία και την εκπαίδευση. Αυτό το δημοκρατικό αίτημα υπηρετείται μόνο με καθαρές αρχές και όχι με αυταπάτες και τακτικισμούς.
Ως «ληξιαρχική πράξη θανάτου επιστημονικών, παιδαγωγικών και δημοκρατικών κατακτήσεων σαράντα χρόνων» χαρακτηρίζει την απόφαση του ΣτΕ για τα Θρησκευτικά το Κίνημα Αλλαγής. Η Ανακοίνωση Γραφείου Τύπου Κινήματος Αλλαγής έχει ως εξής:
«Η σημερινή απόφαση του ΣτΕ για τα Θρησκευτικά αποτελεί «αλλαγή παραδείγματος» και, ταυτοχρόνως, τη ληξιαρχική πράξη θανάτου επιστημονικών, παιδαγωγικών και δημοκρατικών κατακτήσεων σαράντα χρόνων. Επιχειρείται όχι η ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης (όπως αναφέρει ρητά το Σύνταγμα), ούτε καν η ανάπτυξη της ορθόδοξης χριστιανικής συνείδησης (όπως αναφέρει η απόφαση του ΣτΕ) αλλά η επιβολή με τη χρήση των κρατικών μηχανισμών μιας συγκεκριμένης αντίληψης για την Ορθοδοξία που την εκφράζουν αυτοί που σήμερα χαίρονται. Παραφράζοντας το γνωστό μεταξικό ποιηματάκι, ας αναρωτηθούμε «ποιοι χαίρονται και χαμογελούν σήμερα πατέρα;».
Η απάντηση είναι ξεκάθαρη. Είναι οι ιδεολογικοί επίγονοι του Μεταξά και του Παπαδόπουλου, οι υποστηρικτές του Γ’ Ελληνοχριστιανικού Πολιτισμού. Για την σημερινή, αδιανόητα αρνητική εξέλιξη έχουν ιστορικές ευθύνες και οι Υπουργοί του ΣΥΡΙΖΑ γιατί τόσο σοβαρά θέματα δεν είναι δυνατόν να τα χειρίζεται κάποιος με ιδεοληψίες, γιουρούσια και χωρίς συμμαχίες. Τώρα όμως δεν προέχει το ποιος έφταιξε αλλά το πώς δεν θα επιτραπεί σε μια Κυβέρνηση της Δεξιάς να μετατρέψει το σχολείο σε ένα γιγάντιο Κατηχητικό οποιασδήποτε θρησκευτικής κοινότητας (γιατί για όσους δεν πρόσεξαν την απόφαση του ΣτΕ, κατήχηση πλέον θα κάνουν όλοι). Προέχει να υπερασπιστούμε το δικαίωμα των Θεολόγων να διδάσκουν ένα κανονικό μάθημα και όχι να κατηχούν τα παιδιά.»
Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr