Είχε πρωτοκυκλοφορήσει το 2003, από τις εκδόσεις Άγκυρα
Μπορεί να πρωτοκυκλοφόρησε το 2003 από τις εκδόσεις Άγκυρα, ωστόσο λόγω της κινηματογραφικής ταινίας που ενάμιση μήνα τώρα έχει καθηλώσει το κοινό, λογικό είναι το ενδιαφέρον και για το βιβλίο "Η γιαγιά μου η Ευτυχία" της Ρέας Μανέλη, εγγονής της σπουδαίας στιχουργού Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου.
Κατ΄αρχάς η ταινία σε σκηνοθεσία Άγγελου Φραντζή και σενάριο της Κατερίνας Μπέη που έχει βασιστεί & στο βιβλίο της Ρέας Μανέλη, συνεχίζεται από την Πέμπτη 30/1/2020 για 7η εβδομάδα και στην Πάτρα, σε 2 αίθουσες στα Odeon Veso Mare. Το βιβλίο 222 σελίδων «Η γιαγιά μου η Ευτυχία» που έγραψε το 2003 η εγγονή της, Ρέα Μανέλη, χορεύτρια στο θέατρο με καριέρα και στο εξωτερικό, ανατυπώθηκε και βρίσκεται λοιπόν και πάλι στα βιβλιοπωλεία & της Πάτρας.
Η Ρέα Μανέλη με πατέρα τον δημοφιλή κωμικό ηθοποιό Φραντζέσκο Μανέλη και μητέρα την ηθοποιό Μαίρη Λαϊδου ακολούθησε και αυτή τον δρόμο που είχαν χαράξει οι γονείς της αλλά και η γιαγιά της. Όταν η Ρέα έφτασε στη σχολική ηλικία ο παππούς της Γιώργος Παπαγιαννόπουλος, ο δεύτερος και αγαπημένος σύζυγος της Ευτυχίας, κάλεσε σε συμβούλιο τους γονείς της δίνοντάς τους τελεσίγραφο: "Ή σταματάτε τις τουρνέ, το θέατρο και τα ξενύχτια για το παιδί, και μένει κοντά μας και μεγαλώνει σαν όλα τα παιδιά της ηλικίας του, κι εσείς συνεχίζετε τις τουρνέ και τη ζωή σας ή το παίρνετε μαζί σας και φεύγετε από το σπίτι...
Μετά από λίγο διάστημα η Ρέα καταλήγει να μείνει στο σπίτι του παππού και της γιαγιάς. Η ίδια αφηγείται στο βιβλίο... "Από το ΄51 και μετά, άρχισε κανονικά η "εξάρτησή" μου από την Ευτυχία. Όπου πήγαινε εκείνη, εγώ την ακολουθούσα σαν σκιά από πίσω. Πολλές φορές με έδειχνε κι έλεγε γελώντας: Αυτή που με ακολουθεί είναι η συνείδησή μου". Το είχε πάρει από τον "Πινόκιο" που με είχε πάει να δω, και της άρεσε τόσο. Βέβαια η αδυναμία που είχα γι΄αυτήν, δεν ήταν κάτι το καινούριο. Αν και τους αγαπούσα όλους, και απαιτητικά, αυτό που ένιωθα για τη γιαγιά μου, ήταν κάτι το ξεχωριστό".
Στο βιβλίο αποτυπώνεται, με εξαιρετικά γλαφυρό τρόπο, η πολυτάραχη ζωή και η δυνατή προσωπικότητα της μεγάλης μας στιχουργού έτσι όπως την έζησε η εγγονή της από τα παιδικά της χρόνια. Το αποτέλεσμα είναι να ξεπηδά ολοζώντανα η προσωπικότητα αυτής της σπουδαίας δημιουργού καθώς και η τόσο ενδιαφέρουσα διαδρομή της.
Να θυμίσουμε πως εκτός από την συγκινητική ταινία του Άγγελου Φραντζή, προηγήθηκε στο θέατρο πριν από μερικά χρόνια και ο σπαρακτικός θεατρικός μονόλογος για την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου με τη Νένα Μεντή να πρωταγωνιστεί. Η παράσταση είχε χειροκροτηθεί και από το Πατρινό θεατρόφιλο κοινό στη σκηνή του Πάνθεον.
«Ο θρύλος την έχει πως ήταν υιοθετημένη, και μάλιστα με τη συνεννόηση των δύο γυναικών, της θετής και πραγματικής μάνας της. “Θ’ αφήσω το παιδί την τάδε ώρα στην πόρτα, έχε το νου σου...” Πού να κλείσει μάτι η Μαριόγκα όλο το βράδυ. Την άλλη μέρα το πρωί, όταν άνοιξε την πόρτα, έβαλε τις φωνές: “Αχ, ένα μωρό είναι στην πόρτα μας, η ευτυχία μπήκε στο σπίτι μας...”»
Η Ευτυχία ξεχώριζε στο Αϊδίνι της Μ. Ασίας. Μεγαλωμένη άνετα, της άρεσε να μιλάει με ρίμα, πήρε το δίπλωμα της δασκάλας στα 18 της, έγραφε ποίηση, λάτρευε το διάβασμα, ήταν όμως ατίθαση. Μετά τον θάνατο του πατέρα της, πουλούσε, χωρίς λόγο, ότι έβρισκε σπίτι: από τα κοσμήματα μέχρι το στασίδι της μητέρας της στην εκκλησία.
Παντρεύτηκε με προξενιό τον έμπορο και μεγαλύτερό της Κωστή Νικολαΐδη. Η μητέρα της ήταν ευθύς στον γαμπρό: «Η Ευτυχία δεν έχει ιδέα ποια πόρτα οδηγεί προς την κουζίνα, αλλά ξέρει πολύ καλά ποια είναι η πόρτα που οδηγεί στη βιβλιοθήκη, και στην εξώπορτα». Απέκτησαν δύο κόρες, τη Μαίρη και την Καίτη, όμως η Ευτυχία δεν ήταν ερωτευμένη, γράφει η εγγονή της, Ρέα Μανέλη, κόρη της Μαίρης και του κωμικού Φραντζέσκου Μανέλη. Το 1919, όταν οι Τσέτες, άτακτοι Τούρκοι στρατιώτες, μπήκαν στο Αϊδίνι, «είδε να σφάζουν, να βιάζουν και να καίνε, κι αυτές τις εικόνες τις κουβαλούσε μια ζωή μέσα της». Με τα παιδιά και τη μητέρα της Μαριόγκα (την ερμηνεύει η Ντίνα Μιχαηλίδη στην ταινία) βρέθηκαν αιχμάλωτες. Αλλά αυτό ήταν ένα κεφάλαιο για το οποίο δεν ήθελε να μιλάει η οικογένεια.
Με τον ερχομό της στον Πειραιά ξανάσμιξε με τον σύζυγό της, ωστόσο δεν άντεχε τον καθωσπρεπισμό. Είχε ως κρυφό καημό το θέατρο. Χώρισαν, αλλά ο Νικολαΐδης έθεσε όρους: «Αν θα φύγεις, θα πάρεις ένα από τα δύο παιδιά και δεν πρόκειται ποτέ να δεις το άλλο».
Τριαντάρα πια, «σχετίστηκε» με τον ηθοποιό Νίκο Αλεξίου και μαζί του ανακάλυψε την περιπέτεια της καλλιτεχνίας, τα μπουλούκια, τον τζόγο, τη «σκληρή πόκα», «που ποτέ δεν έμαθε να παίζει καλά». Όταν χώρισε, πήγε στην Μαρίκα Κοτοπούλη. Η Μαρίκα τη συμπάθησε, τη θεωρούσε μάλιστα γουρλού. Στο μεταξύ, έβλεπε κρυφά και την άλλη κόρη της. Κι εκεί γύρω στο 1928 ερωτεύθηκε τρελά τον μικρότερό της Γιώργο Παπαγιαννόπουλο (στο φιλμ τον ενσαρκώνει ο Πυγμαλίων Δαδακαρίδης), αστυφύλακα και λάτρη της λογοτεχνίας και της ποίησης, τακτικό επισκέπτη των βιβλιοπωλείων, όπως κι εκείνη. Παντρεύτηκαν αργότερα και έμειναν μαζί έως τον θάνατό του (η σχετική σκηνή είναι από τις πιο δυνατές της ταινίας). Εκείνη «ήταν σπάταλη και χωρίς καμία λογική, εκείνος ήταν οικονόμος, λογικός και νοικοκύρης». Τάξη δεν είχε ούτε στα γραπτά της, έγραφε σε πακέτα τσιγάρων, πίσω από λογαριασμούς και φωτογραφίες, κι όταν δεν είχε να ανάψει το τσιγάρο της, έπαιρνε το χαρτί όπου μόλις είχε γράψει στίχους και το άναβε από τη σόμπα!
Στον Μανόλη Χιώτη έδωσε τα τραγούδια «Ηλιοβασιλέματα», «Πάρε το δάκρυ μου», «Περασμένες μου αγάπες». Τα «Καβουράκια», που την πατρότητά τους διεκδίκησε ο Βασίλης Τσιτσάνης, τα πούλησε όπως γράφει η εγγονή της «για 150 δραχμές, χωρίς να έχει ανάγκη από τα λεφτά» και επικαλείται μαρτυρία της άλλης κόρης της Ευτυχίας, της Καίτης.
Πολλοί οικειοποιήθηκαν ή άλλαξαν λίγο τους στίχους της, υποστηρίζοντας ότι ήταν δικοί τους, όμως όλοι γνώριζαν ότι τα πεντάστιχα κουπλέ ήταν δικά της, όπως αναφέρεται και σε σχετική ανάρτηση στο σάιτ της εφημερίδας Καθημερινή.
«Περασμένες μου αγάπες», «Όνειρο απατηλό», «Δυο πόρτες έχει η ζωή», «Μαντουμπάλα», κ.α., στην κυριολεξία είναι αμέτρητες οι επιτυχίες που έγραψε η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου.
Η «πολυμήχανη» Ευτυχία αδιαφορούσε για τα δικαιώματα. «Και την Τράπεζα της Αγγλίας να είχα, εγώ θα τη χρεοκοπούσα», είχε πει χαρακτηριστικά. Πούλησε ακόμη και την επίσημη στολή παρέλασης του άνδρα της. Κι όταν τα βράδια ο Γιώργος κοιμόταν νωρίς σε ξεχωριστή κρεβατοκάμαρα, επειδή εκείνη έγραφε έως αργά, η Ευτυχία έτρεχε για πόκα, από μια ξύλινη σκάλα που έβαζε στον τοίχο της αυλής, στο διπλανό σπίτι. Ένα άλλο βράδυ, έξω από το σπίτι της Ρένας Βλαχοπούλου που είχαν φιλία, φώναζε: «Ρένα, κατέβα να πληρώσεις το ταξί» και ανήσυχη, η ηθοποιός ρώτησε: «Τι έγινε, Ευτυχία;» Η απάντηση ήταν: «Ήρθα να μου δώσεις δανεικά»!
Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου έφυγε από τη ζωή στις 7 Ιανουαρίου 1972 στα 79 της χρόνια.
Στην ταινία την υποδύονται η Κάτια Γκουλιώνη και η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη.
Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση.
Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr