Για το Uncover, οι Κωνσταντίνος Μαρκέτος και Θάνος Νασόπουλος
Η καταμέτρηση των ψήφων ολοκληρώνεται στις ΗΠΑ, η μάχη όμως έχει κριθεί και ο Μπάιντεν αναλαμβάνει την προεδρία για τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Αποδεικνύεται πως η επιλογή των Δημοκρατικών και η συστοίχησή τους, πίσω από το πρόσωπο του συμπαθούς, μετριοπαθούς πρώην αντιπροέδρου, Τζο Μπάιντεν, υπήρξε σοφή. Ο Τζο Μπάιντεν εξελέγη πρόεδρος συγκεντρώνοντας περισσότερες από 73,5 εκατομμύρια ψήφους, καταρρίπτοντας το ρεκόρ που κατείχε ο Ομπάμα από το 2008 με 69,498,516 ψήφους. Ο Τζο Μπάιντεν εξελέγη πρόεδρος κερδίζοντας με σχεδόν 4 εκατομμύρια ψήφους διαφορά τον Ντόναλντ Τραμπ. Ο Τζο Μπάιντεν κέρδισε τη στιγμή που ο αντίπαλός του όχι μόνο δεν κατέρρευσε, όπως πίστευαν δημοσκοπικά, αλλά αύξησε κατά περίπου 6 εκατομμύρια ψήφους την εκλογική του βάση, σε σχέση με αυτή του 2016.
Η ομάδα του uncover άνοιξε έναν κύκλο-αφιέρωμα για τις αμερικανικές εκλογές προχωρώντας σε μια σειρά συνεντεύξεων, motion graphic video και ένα συμπερασματικό podcast, προσπαθώντας να ενημερώσει με τον πιο αξιόπιστο τρόπο, όχι μόνο για τις φετινές εκλογές, αλλά και για το κλίμα διχασμού που επικρατεί στην κοινωνία των ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια και τις γενεσιουργές αιτίες του. Οι συζητήσεις μας κατά χρονολογική σειρά με τον γραμματέα Επικοινωνίας της ΝΔ Βασίλη Φεύγα, τον πολιτικό επιστήμονα Δημήτρη Καραμάνη και τον πρόεδρο της νεολαίας των Δημοκρατικών Αμερικής Joshua Harris Till κατέληξαν όλες σχεδόν στα ίδια συμπεράσματα. Η αμερικανική κοινωνία βιώνει ένα τρομερό διχασμό. Όσο βάθαινε η οικονομική κρίση, βάθαινε και το μίσος των πολιτών. Ο Τραμπ μετά την ριζοσπαστικοποίηση του ρεπουμπλικανικού κόμματος με την ανάδειξη της Σάρα Πέιλιν και του tea party, καβάλησε το κύμα της μισαλλοδοξίας και του μίσους που καλλιέργησαν τα alt-right media, όπως το Breitbart, του πρώην συμβούλου του Τραμπ, Στιβ Μπάνον, αλλά και το Fox news και κυριάρχησε στην αμερικανική πολιτική σκηνή. Ο Ντόναλντ Τραμπ άλλαξε το DNA του ρεπουμπλικανικού κόμματος κατά αντίστοιχο βαθμό αλλαγής που επέφερε η πολιτική Ρήγκαν τη δεκαετία του ‘80. Πλέον ο ένας από τους δύο πόλους του αμερικανικού συστήματος διαπνέεται από τις ιδέες του Τραμπ, οι ψηφοφόροι του - περίπου το 48% της κοινωνίας- είναι φοβικοί απέναντι στην παγκοσμιοποίηση καθώς και στους μετανάστες. Ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ χαϊδεύει ακροδεξιές οργανώσεις στο εσωτερικό της χώρας του, ακόμα και στο δημόσιο λόγο του, καθώς στα πρόσφατα debate δεν καταδίκασε τα proud boys(ακροδεξιά οργάνωση), ενώ βλέπουμε πως κλείνει το μάτι σε κινήματα blue lives matter(ακροδεξιών θυλάκων εντός της αμερικανικής αστυνομίας). Οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, επισφράγισαν στις τελευταίες εκλογές πως πρόκειται κατ επίφαση για “Ηνωμένες” καθώς ποτέ στο παρελθόν μια προεδρική εκλογή δεν πήρε τα χαρακτηριστικά ιδεολογικού δημοψηφίσματος, δύο κοσμοθεωριών.
Τι συμπεράσματα μπορούμε να εξάγουμε:
Οι Δημοκρατικοί αντιλήφθηκαν γρήγορα αυτή τη φορά πως η ανάλωσή τους στις προκριματικές εκλογές, όπως συνέβη το 2016, θα είχε μόνο αρνητικά αποτελέσματα. Το 2016 η δυναμική Σάντερς κατάφερε να επηρεάσει βαθιά την ιδεολογία του κόμματος του Δημοκρατικών, στρέφοντάς το προς τα αριστερά. Ύστερα από τέσσερα χρόνια βλέπουμε πως η ατζέντα Σάντερς που εκφράζεται κατά κύριο λόγο στο Κογκρέσο από την ομάδα των Justice Democrats και συγκεκριμένα τις Αλεξάντρια Οκάσιο – Κορτέζ, Ιλχάν Ομάρ, Αγιάνα Πρέσλεϊ και Ρασίλντα Τλάιμπ, κατάφερε να επανεκλεγεί, ενώ στις φετινές προκριματικές εκλογές είδαμε και την κάθοδο της Ελίζαμπεθ Γουόρεν, που συνδιαμόρφωσαν οι ιδέες της την πλατφόρμα Μπάιντεν εν τέλει. Η επιλογή τους στο πρόσωπο του πρώην αντιπροέδρου του Μπάρακ Ομπάμα, έδειξε πως αντιλήφθηκαν τη βαθιά ανάγκη μεγάλου τμήματος της κοινωνίας, να ηρεμήσει, να προσπαθήσει να καταλαγιάσει τα πάθη της. Συνήθως μετά από μια πυκνή πολιτική περίοδο, οι κοινωνίες στρέφονται σε μετριοπαθείς λύσεις για να “ξεκουραστούν” και οι ΗΠΑ βρίσκονταν σε κοινωνικό αναβρασμό από την πρώτη εκλογή Ομπάμα το 2008 και την ενίσχυση της υπερδεξιάς πτέρυγας των Ρεπουμπλικάνων, της παράλληλης εμφάνισης του tea party και του κινήματος occupy wall street στις αρχές των ‘10s και εν τέλει την πολιτική κλιμάκωση με τις εκλογές του 2016, τόσο σε επίπεδο κομμάτων, όσο και σε παναμερικανικό επίπεδο. Σε αυτές τις εκλογές οι λευκοί άνδρες άνω των 45 θέλησαν αυτήν την ηρεμία και επέστρεψαν σε μεγάλο ποσοστό στο κόμμα των Δημοκρατικών. Εξάλλου οι Δημοκρατικοί συστηματικά, σχεδόν με την εκλογή Τραμπ είχαν καλλιεργήσει ένα κλίμα δημοψηφισματικό για τις επόμενες εκλογές-τις φετινές. Δεν είχαν στοχεύσει στο να αναζητήσουν υποψήφιο, αλλά στο να καταρρίψουν τον Τραμπ και τον Τραμπισμό. Η υποψηφιότητα Μπάιντεν εξυπηρετούσε ακριβώς αυτό το στόχο. Ένας μετριοπαθής, λευκός, έμπειρος, άνδρας, πολιτικός που τα εγγενή χαρακτηριστικά του επέτρεπαν στο μέσο αντιΤραμπ Αμερικανό να τον ψηφίσει, χωρίς να φοβηθεί το φύλο του, το χρώμα του, τις ριζοσπαστικές πολιτικές απόψεις του. Όσο και αν φαντάζει κυνικό, οι Δημοκρατικοί είχαν αποφασίσει να μετατρέψουν τις εκλογές σε δημοψήφισμα και αποφάσισαν να εκμεταλλευτούν την αρνητική δημοτικότητα του Τραμπ, με τον πιο μετριοπαθή υποψήφιο που θα μπορούσε να φέρει “εις πέρας τη δουλειά”.
Ο Τραμπ σαν μέγεθος είναι πλέον ανώτερος από το ίδιο το κόμμα του. Κατάφερε πατώντας στο θρησκευτικό φονταμενταλισμό του Μπους, την ακραία πτέρυγα της Πέιλιν και του tea party, να ηγεμονεύσει στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα και να αυξήσει μάλιστα την εκλογική του βάση, παρά την αναμενόμενη κυβερνητική φθορά, χωρίς να υπολογίζουμε την φθορά της διαχείρισης της πανδημίας του κορωνοϊού.
Για ακόμη μια φορά οι δημοσκόποι ξεγελάστηκαν, όχι για τους λόγους όμως που έσπευσαν οι Έλληνες χρήστες των social media να πανηγυρίσουν το πρωί της Τετάρτης. Η μονομαχία Μπάιντεν-Τραμπ δεν ήταν ντέρμπι, ποτέ δεν ήταν. Απλώς οι επιστολικές ψήφοι(που κατά τεράστιο ποσοστό επικρατεί ο Μπάιντεν), άργησαν να ενσωματωθούν. Οι δημοσκόποι διαψεύστηκαν γιατί θεώρησαν πως ο Τραμπ θα έχει εκλογικές απώλειες. Δεν μπόρεσαν να προβλέψουν πως ο ακραίος διχασμός, θα μεταφράζοταν σε ακραία πολιτική πόλωση, που θα οδηγούσε τους πολίτες στην κάλπη.
Λίγο αφού έκλεισαν οι κάλπες κυκλοφόρησαν τα πρώτα ποιοτικά δεδομένα των δημοσκοπήσεων. Σύμφωνα με δημοσκόπηση του NBC, το 34% των πολιτών ψήφισε με γνώμονα την οικονομία, αποδεικνύοντας πως τελικά πάντοτε το κεντρικό πρόταγμα των εκλογών θα είναι το περίφημο “είναι η οικονομία ηλίθιε”. Εάν μάλιστα συνδυάσουμε το ποσοστό των πολιτών που ψήφισαν με βάση την οικονομία με το 11% που ψήφισε για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας, τότε κατανοούμε πως το 45% των πολιτών τουλάχιστον ψήφισε με βάση την ατζέντα Τραμπ.
Οι Δημοκρατικοί, τα mainstream media και οι πολιτικοί αναλυτές υπερτίμησαν, τη σημασία της διαχείρισης της πανδημίας του κορωνοϊού, καθώς βάσει αυτής ψήφισε το 18% των ψηφοφόρων.
Ο Τραμπ πιθανότατα θα ήταν ο νικητής των εκλογών, αν δεν είχε μεσολαβήσει η τραγική διαχείριση του κορωνοϊού, από την κυβέρνησή του. Σε στοιχεία που παρουσιάσαμε στο σχετικό podcast μας, είδαμε πως η οικονομία των ΗΠΑ βρίσκοταν στο καλύτερο σημείο των τελευταίων δεκαετιών. Η ανεργία ήταν μόλις στο 3,5% για 6 συνεχόμενους μήνες. Για να συναντήσουμε αντίστοιχα ποσοστά θα πρέπει να γυρίσουμε πίσω στο μακρινό 1953, όταν η ανεργία βρίσκοταν στο 2,5%. Σταθερά από το 2016 προστίθονταν περίπου 180.000 νέες θέσεις εργασίας στην οικονομία των ΗΠΑ, καθώς οι ευνοϊκές προς τους μεγάλους εργοστασιάρχες φορολογικές μεταρρυθμίσεις του, που βρίσκονταν σε πλήρη αντιστοιχία με τις προεκλογικές του εξαγγελίες.
Ο οργισμένος λευκός άνδρας όπως αποκαλείται ο λευκός πολίτης των ΗΠΑ, που δεν κατέχει πανεπιστημιακή μόρφωση και είδε το εργοστάσιό του να κλείνει και ο ίδιος να μην βρίσκει εργασία ως ανειδίκευτος εργάτης, βρήκε το πολιτικό απάγκιο του στο πρόσωπο του Ντόναλντ Τραμπ και οργανικά πλέον ανήκει στο ιδεολογικό ρεύμα του Τραμπισμού, που θεωρεί την παγκοσμιοποίηση και τη μετανάστευση το νέο κουτί της πανδώρας. Παρά τη μεγάλη άνοδο του Μπάιντεν στις μεσοδυτικές πολιτείες και την οριακή του νίκη, αυτό που πρέπει να προβληματίσει τόσο την αμερικανική πολιτική σκηνή, όσο και εμάς στην Ελλάδα, είναι πως η πλειοψηφία της εργατικής τάξης που προσήλθε στις κάλπες, προτίμησε έναν πολιτικό της alt-right πτέρυγας. Έναν δεξιό πολιτικό, που στους τρεις πόλους που αναδύονται στη νέα χιλιετία, έχει ταχθεί ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό, όχι λόγω των αντιδραστικών οικονομικών του αντιλήψεων που βαθαίνουν το κοινωνικό και οικονομικό χάσμα των ανθρώπων, αλλά λόγω της παγκοσμιοποίησης και το φόβο απέναντι στο κάθε τι διαφορετικό.
Οι ΗΠΑ αποτελούν μια χώρα με βαθύτερες σεξιστικές αντιλήψεις, παρά ρατσιστικές σύμφωνα με τον Αφροαμερικανό πρόεδρο της νεολαίας των Δημοκρατικών Αμερικής Hariis Till. Αυτός ήταν και ένας καθοριστικός παράγοντας της ήττας της Χίλαρι Κλίντον και της επιλογής Μπάιντεν από μεριάς Δημοκρατικών. Ενός υποψηφίου χωρίς γωνίες.
Είδαμε ακόμη μια φορά το επιτελείο του Τραμπ να στρέφεται σε εξειδικευμένη πολιτική στόχευση κοινών, μέσω των της ανάλυσης δεδομένων. Την προηγούμενη εκλογική διαδικασία προσπάθησε και πέτυχε μέσω fake news, fake push notifications και fake profile στα social media, να αποτρέψει τους μαύρους πληθυσμούς να εμφανιστούν στην κάλπη. Κατάφερε να τους πείσει πως η ψήφος τους δεν μετράει και πως ο μόνος τρόπος αποδοκιμασίας του συστήματος είναι η αποχή τους από την εκλογική διαδικασία. Αυτή τη φορά στόχευσε στους Ισπανόφωνους πληθυσμούς του Νότου και συγκεκριμένα της Φλόριντα. Πολίτες που είχαν διαφύγει για πολιτικούς λόγους από την Κούβα, τη Νικαράγουα, τη Βενεζουέλα και τη Βολιβία βρέθηκαν στο στόχαστρο της προπαγάνδας του επιτελείου του Τραμπ, που συστηματικά παρουσίασε ως σοσιαλιστικό κόμμα τους Δημοκρατικούς, στρέφοντας αντανακλαστικά αυτόν τον πληθυσμό υπέρ του. Συγκεκριμένα το 33% των Ισπανόφωνων είχε ψηφίσει Τραμπ στη Φλόριντα το 2016, ενώ σε αυτές τις εκλογές περίπου το 45%. Αυτή η αύξηση των εκλογικών του δυνάμεων στο συγκεκριμένο κοινό του χάρισε τη νίκη στην ηλιόλουστη πολιτεία και τους 29 εκλέκτορές της. Αυτό οφείλει να μας διδάξει πως είναι λάθος να προχωρούμε στη γενίκευση πως οι μειονότητες αποτελούν προοδευτικά κοινά. Κάθε ομάδα, αναλόγως του τόπου διαμονής τους, του χρόνου μετανάστευσής τους(σε ποια γενιά μεταναστών ανήκουν) και του λόγου της μετανάστευσής τους ψηφίζει με διαφορετικά κριτήρια.
Η ιδεολογική διαφορά των μεγαλουπόλεων και της επαρχίας, φαινόμενο που υπάρχει και στην ελληνική πραγματικότητα, επικυρώθηκε και σε αυτές τις εκλογές. Οι κάτοικοι των μεγαλουπόλεων ψήφισαν κυρίως με πιο προοδευτικά αιτήματα, μιλώντας για φυλετικό ρατσισμό, για σεξισμό, για τα identity politics, που ήταν στο τραπέζι της διακυβέρνησης Ομπάμα και στην προεκλογική εκστρατεία Κλίντον. Αντιθέτως ο Τραμπ συνέχισε να πιστεύει στο σύνθημα “δουλειές, δουλειές, δουλειές”, κάτι που γίνεται εύκολα αντιληπτό από τον μέσο πολίτη που πλήττεται οικονομικά. Ευτυχώς για τον Μπάιντεν και τους Δημοκρατικούς, η πλατφόρμα Σάντερς πλαισίωσε τα identity politics και τις διαμαρτυρίες για το κλίμα, με κριτική προς το οικονομικό κατεστημένο των ΗΠΑ και προς το σύστημα υγείας. Μια απαραίτητη διευκρίνιση, ο Σάντερς δεν άσκησε ποτέ του γενικόλογη και ανέξοδη κριτική προς τον καπιταλισμό, αλλά προσωποποίησε τις ευθύνες του μεγάλου κεφαλαίου των ΗΠΑ(Amazon, Netflix κτλ), οι οποίοι εκμεταλλευόμενοι τα φορολογικά παραθυράκια και την εύνοια του πολιτικού συστήματος, συστηματικά δεν αποδίδουν φόρους προς το κράτος. Κάποτε θα πρέπει και στη χώρα μας να μιλήσουμε για το πως δομείται η στοχευμένη κριτική, που μπορεί να "αγγίξει" το μέσο πολίτη.
Συμπερασματικά, οι ΗΠΑ δεν γυρίζουν σελίδα μετά τις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου. Ο Τραμπισμός δεν είναι ένα πρόσκαιρο ιδεολογικό αφήγημα, αλλά μια ριζωμένη και παγιωμένη αντίληψη του Ρεπουμπλικανικού κόμματος και περίπου του 48% της κοινωνίας, που αποδέχεται τη θεσμική βία που καλλιεργεί ο Τραμπ, τη μισαλλοδοξία, το ρατσισμό, τα παιδιά μέσα σε κλουβιά στα σύνορα με το Μεξικό, το σεξισμό. Μπορεί να μην συμφωνεί πλήρως με τη συγκεκριμένη ατζέντα, αλλά η οικονομία πρωτίστως και δευτερευόντως ο “αντισυστημικός” λόγος του Τραμπ και η διαμάχη του με την πολιτική ορθότητα, οδηγούν αυτό το κομμάτι να υποστηρίζει τις ιδέες του απερχόμενου προέδρου. Παρατηρήσαμε δηλαδή μια συσπείρωση των συντηρητικών πολιτών γύρω από τον Τραμπ. Στη μάχη για την ανανέωση του ⅓ της Γερουσίας βγήκαν νικητές οι Ρεπουμπλικάνοι δείχνοντας πως μπορεί η ατζέντα του Δημοκρατικού κόμματος να “ακούγεται”, αλλά ακόμα δεν πείθει στην κοινωνία. Αυτή η παράμετρος οφείλει να προβληματίσει την ηγεσία του κόμματος, αλλά και εμάς στη χώρα μας, που πολλές φορές τείνουμε να θεωρούμε πως μια viral άποψη, ενός “φωνακλά” λογαριασμού social media, μπορεί να ριζώσει στην κοινωνία. Κάποτε πρέπει να κάνουμε το διαχωρισμό του digital κόσμου και του πραγματικού. Τα ίδια τα social media με “μπροστάρη” σε αυτές τις εκλογές την πλατφόρμα του Twitter, σημείωναν ως παραπλανητικές όσες αναρτήσεις περιείχαν fake news, ακόμα και αυτές του Ντόναλντ Τραμπ. Προσπάθησαν όσο μπορούσαν να διαφυλάξουν την ακεραιότητα του πραγματικού κόσμου, διαφυλάσσοντας την ακεραιότητα του ψηφιακού κόσμου. Το like farming δυστυχώς ή ευτυχώς δεν συνεπάγεται και μεταβολές στην κοινωνική σκέψη και στις κοινωνικές διεργασίες. Το παράδειγμα της Cortez, αποτελεί την εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα. Εκλέγεται στην προοδευτική μεγαλούπολη της Νέας Υόρκης.
Στα αξιοσημείωτα των εκλογών. Ο Τζο Μπάιντεν κέρδισε τη Τζόρτζια και έγινε ο πρώτος Δημοκρατικός υποψήφιος πρόεδρος που σημειώνει νίκη σε αυτή την πολιτεία τα τελευταία 28 χρόνια. Πρέπει να γυρίσουμε στο 1992 και στο μάγο της πολιτικής Μπιλ Κλίντον για να δούμε τη Τζώρτζια να “βάφεται” μπλε. Επίσης ο Μπάιντεν κατάφερε να επικρατήσει και στην πολιτεία της Αριζόνα, επίσης μια πολιτεία με “κόκκινο” παρελθόν, καθώς το 1996 επικράτησε για τελευταία φορά Δημοκρατικός υποψήφιος, πάλι ο Μπιλ Κλίντον. Μάλιστα πριν τον Κλίντον, πρέπει να γυρίσουμε στο 1948 και τον Χάρι Τρούμαν για να δούμε πάλι νικητή Δημοκρατικό υποψήφιο. Η Αριζόνα όμως έχει και μια ακόμη ιδιαιτερότητα. Είναι η εκλογική περιφέρεια του πρώην γερουσιαστή και υποψηφίου για την προεδρία των ΗΠΑ το 2008, Τζον Μακκέιν. Ο Μακκέιν που πέθανε το 2018, με τη ψήφο του στη Γερουσία διέσωσε το Obamacare, καταψηφίζοντας το νόμο του Τραμπ, που ήθελε να το καταργήσει. Ο Μακκέιν ήταν ένα υπόδειγμα πολιτικού, που συκοφαντήθηκε κατά αισχρό τρόπο από την καμπάνια Μπους στις προκριματικές για το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων και λοιδορήθηκε από τον Τραμπ ακόμα και για την αιχμαλωσία του κατά τον πόλεμο του Βιετνάμ. Στην κηδεία του, η χήρα του απαγόρευσε στον Τραμπ να εμφανιστεί. Τελικώς, ο πρώην γερουσιαστής και η πολιτεία του, έδωσαν ηχηρό χαστούκι στον Τραμπ, χαρίζοντας για μερικές ψήφους τη νίκη στο Μπάιντεν.
Δείτε το κανάλι μας στο YouTube τα motion graphic video μας και τις συνεντεύξεις μας: https://www.youtube.com/channel/UCv42Qt- d3O8elTjuEMCc2LA
Δείτε τη σελίδα μας στο Facebook: https://www.facebook.com/ uncover.nmp
Ακούστε μας στο Spotify: https://open.spotify.com/show/ 0932OoDJuqs9aWUe3TGbYw
Ακολουθήστε μας στο Instagram: https://www.instagram.com/ uncover.nmp/
ΥΓ: Την ώρα που δημοσιεύθηκε το άρθρο ο Joe Biden, είχε 290 εκλέκτορες και ισχυρό προβάδισμα στη Τζώρτζια.
Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr