Back to Top
#TAGS ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ Αιγιάλεια Αμαλιάδα Νάσος Νασόπουλος 15 χρόνια thebest Εκλογές ΗΠΑ 2024
Αγγελίες
Μην ψάχνεις, βρες στο
THE BEST

ΠΟΛΙΤΙΚΗ

/

Η απόφαση οξυγόνο για τον Άσανζ και η σκοτεινή συμφωνία ελληνικής κυβέρνησης - Palantir

Η απόφαση οξυγόνο για τον Άσανζ και η σκ...
Κωνσταντίνος Μαρκέτος & Θάνος Νασόπουλος

Ένα ρεπορτάζ του Uncover, για το thebest.gr

Η απόφαση που ανακοινώθηκε χθες Δευτέρα, σχετικά με την μη έκδοση του δημιουργού των Wikileaks, Τζούλιαν Ασάνζ, στις ΗΠΑ αντιμετωπίζεται από τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης είτε με αδιαφορία, είτε με μία συστηματική αποσιώπηση της είδησης.

Ίσως γιατί κάποιοι πολιτικοί, ιδιοκτήτες μέσω, αλλά και “δημοσιογράφοι” θέλουν να ξεχάσουν τη σημασία όσων μάθαμε από τα Wikileaks για το πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο της Ελλάδας και κυρίως να αποτρέψουν την ηρωοποίηση του Ασάνζ και να αποφύγουν πάση θυσία νέα Wikileaks στη βάρδιά τους. 


Η κρίση άλλωστε της ελληνικής δημοσιογραφίας, δεν ήταν απλώς μια παροδική κατάσταση, απόλυτα συνυφασμένη με την οικονομική δεκαετή κρίση. Η κρίση της ελληνικής δημοσιογραφίας όπως αποδεικνύεται και σήμερα είναι δομική. Ένα mediaκο σύστημα πλήρως εξαρτημένο από την κρατική διαφήμιση και τις τραπεζικές διαφημίσεις των κρατικοποιημένων εδώ και χρόνια μέσω των ανακεφαλαιοποιήσεων ελληνικών τραπεζών, δεν είναι σε θέση να λειτουργήσει αυτόνομα, υπέρ του δημοσίου συμφέροντος. Λειτουργεί στις περισσότερες περιπτώσεις ως στρατευμένος κονδυλοφόρος, ενός δαιδαλώδους συστήματος εξουσίας και διαπλοκής, με μοναδικό στόχο και σκοπό τη χειραγώγηση της κοινής γνώμης.


Στη χώρα μας δέκα χρόνια μετά τις αποκαλύψεις του Ασάνζ βλέπουμε πως η αμερικανική διπλωματία έχει “πετύχει” σχεδόν όλους τους στόχους της. Το άσυλο καταργήθηκε, ενώ τα κολλέγια πλέον αναγνωρίζονται ως ισότιμα με τα δημόσια πανεπιστήμια. Οι σχέσεις με τη Ρωσία στην εξωτερική και στην ενεργειακή πολιτική είναι σχεδόν ανύπαρκτες, η ελληνική αστυνομία έχει ξεκινήσει τις παρακολουθήσεις(έχοντας μάλιστα στο τιμόνι της, τον ίδιο υπουργό), ενώ ο βουλευτής που έψεγε τις σχέσεις της τότε κυβέρνησης με την Ρωσία, έγινε πρωθυπουργός και πλέον αφού αποσύρθηκε από το προσκήνιο, ελέγχει πλήρως το νυν κυβερνητικό κόμμα και τις ισορροπίες του. 


Το 2010, το WikiLeaks έδωσε στη δημοσιότητα βίντεο από την κάμερα αμερικανικού ελικοπτέρου Apache κατά τη διάρκεια εξόδου του στη Βαγδάτη, όταν άνοιξε πυρ σκοτώνοντας πάνω από δέκα ανθρώπους, ανάμεσά τους δύο εργαζόμενους του πρακτορείου ειδήσεων Reuters. Ήταν το τέλος της επίπλαστης αθωότητας που προσπαθούσε να δημιουργήσει η αμερικανική κυβέρνηση γύρω από την αναγκαιότητα των επιθέσεων σε στόχους στο Ιράκ, αλλά και την σωστή επιλογή στόχων. Κατόπιν δημοσιοποίησε εκατοντάδες χιλιάδες απόρρητα έγγραφα και διπλωματικά τηλεγραφήματα του αμερικανικού στρατού και της αμερικανικής διπλωματίας. Πρωταγωνιστής εκείνων των διαρροών ήταν ο τότε στρατιώτης και αναλυτής πληροφοριών Μπράντλεϊ Μάνινγκ (Brandley Manning). Ο 22χρονος στρατιώτης στο Ιράκ, ένιωσε να τον κατατρέχουν και να ζητούν λύτρωση, δύο μεγάλα «μυστικά», που ως τότε φυλάκιζε εντός του: Από τη μια, ήταν η γνώση και αποστροφή προς τα εγκλήματα του Αμερικανικού Στρατού που υπηρετούσε, σε βάρος αμάχων. Από την άλλη, το γεγονός ότι αισθανόταν γυναίκα και ήθελε να αλλάξει φύλο.


Αντιμετώπισε και τα δύο, σχεδόν ταυτόχρονα και με ξεχωριστή γενναιότητα. Διοχέτευσε στον τύπο χιλιάδες έγγραφα και βίντεο που αποκάλυπταν τις θηριωδίες του Αμερικανικού Στρατού. Καταδικάστηκε το 2013 από στρατοδικείο σε 35 χρόνια φυλακή. Έκτισε μέρος της ποινής και αποφυλακίστηκε το 2017. Αμέσως μετά την καταδίκη του, είχε ανακοινώσει την απόφασή του να αλλάξει φύλο και να ζήσει ως γυναίκα με το όνομα Τσέλσι Μάνινγκ (Chelsea Manning). 


Με την ίδια γενναιότητα υπερασπίζεται μέχρι και σήμερα τις ιδέες του και τη δουλειά του, ο εκδότης Τζούλιαν Ασάνζ. Οι εικόνες της σύλληψής του στην πρεσβεία του Ισημερινού στο Ηνωμένο Βασίλειο, φέρνουν στα “ρουθούνια” των θεατών τη μυρωδιά της σήψης που αποπνέουν οι θεσμοί σε ολόκληρο τον δυτικό κόσμο. Ο Ασάνζ οδηγείται αλυσοδεμένος εμφανώς καταβεβλημένος από τα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει (για τα οποία η πρεσβεία του Ισημερινού του αρνούνταν θεραπεία) και κάτωχρος από τη σχεδόν ολοκληρωτική έλλειψη επαφής με τον ήλιο. Ο Ασάνζ δεν διώκεται ως πρόσωπο, αλλά ως σύμβολο. Το σύμβολο της ελευθεροτυπίας και της αδέσμευτης δημοσιογραφίας. 


Η σύλληψη του Ασάνζ στη Μεγάλη Βρετανία κατ’ απαίτηση ενός τρίτου κράτους, των ΗΠΑ, σηματοδοτεί την κατάρρευση κάθε έννοιας δικαίου στη Μεγάλη Βρετανία, η οποία πλέον λειτουργεί ως υποτελής απέναντι στις ΗΠΑ. Η αποικιοκρατική αντίληψη των ΗΠΑ, ακόμα και σε χώρες του δυτικού, ανεπτυγμένου κόσμου, όπως σε αυτή την περίπτωση, συμβολίζει την οριστική διάβαση του Ρουβίκωνα και τη μετατροπή της Δημοκρατίας-Republik (συνεργασίας των κρατών), σε Αυτοκρατορία-Imperium(καθεστώς όπου όλες οι χώρες πληρώνουν τον φόρο υποτέλειάς τους στις ΗΠΑ). 


Η εικόνα ενός εκδότη, ο οποίος οδηγείται με χειροπέδες στο δικαστήριο, σημαίνει το οριστικό τέλος της ελευθερίας του Τύπου για τις κοινωνίες της Δύσης. Το μήνυμα είναι σαφές και στέλνεται σε όλους τους πιθανούς αντάρτες της ενημέρωσης μέσω αποκλειστικών δημοσιεύσεων κυβερνητικών δελτίων τύπου. Όποιος τολμήσει να αμφισβητήσει το κυρίαρχο status quo και την είδηση που υπαγορεύουν οι οργουελικές κυβερνήσεις της Δύσης, είναι καταδικασμένος στην καλύτερη των περιπτώσεων να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του στη φυλακή ή την απομόνωση. Ποτέ στο παρελθόν δεν έχει διωχθεί ο εκδότης, αυτός που διώκεται είναι η πηγή. Ο Ασάνζ με το παράδειγμά του δείχνει ότι θα υπάρχουν πάντα άνθρωποι τόσο γενναίοι ώστε να τα βάζουν και με τα ισχυρότερα imperium, αλλά και φωτεινές προσωπικότητες στους θεσμούς, όπως η βρετανίδα δικαστής Βανέσα Μπαρέιτσερ, που αρνήθηκε την έκδοση του στις ΗΠΑ, που θα είναι άξιοι υπερασπιστές των πρωτοπόρων.

 

Οι whistleblowers και ο Έντουαρντ Σνόουντεν

Εκτός από τους μεγάλους οραματιστές της είδησης εντός του ψηφιακού κόσμου, όπως ο Τζούλιαν Ασάνζ, η δημοσιογραφία και κυρίως η ατομική ελευθερία του κάθε πολίτη, οφείλει ευγνωμοσύνη και στους whistleblowers, τους πληροφοριοδότες(με την καλή έννοια της λέξης), που όπως λέει και ο ποιητής έκαναν άλμα μεγαλύτερο από τη φθορά και αποκάλυψαν το σκοτεινό πρόσωπο και πρακτικές της εξουσίας. Ο σημαντικότερος whistleblower της εποχής μας, αναμφισβήτητα είναι ο Έντουαρντ Σνόουντεν.  


Ο Έντουαρντ Σνόουντεν υπήρξε ένας συντηρητικός νεαρός, που ήθελε να πολεμήσει στο Ιράκ τη δυσκολότερη στιγμή του πολέμου. Λόγω προβλημάτων υγείας δεν μπόρεσε να πολεμήσει και κατέληξε στη CIA, ο πατέρας του, η μητέρα του και ο παππούς του εργάζονταν για το βαθύ κράτος των ΗΠΑ είτε μέσα από τη NSA είτε από το FBI. Ο Σνόουντεν ξεγύμνωσε το σύστημα που υπηρετούσε θέλοντας να φέρει ισχυρά πλήγματα στην κοινοτοπία του κακού, της ψηφιακής εποχής.


Στις 20 Δεκεμβρίου του 2012, ο δημοσιογράφος του Guardian, Γκλεν Γκρίνγουολντ, λαμβάνει ένα email από κάποιον άγνωστο με ψευδώνυμο. Το μήνυμα είναι σαφές και περιεκτικό: «Δίνω μεγάλη σημασία στην ασφάλεια των επικοινωνιών ανάμεσα σε άτομα. Κατεβάστε το πρόγραμμα κρυπτογράφησης PGP. Θα μπορούσα έτσι να επικοινωνήσω μαζί σας σχετικά με πληροφορίες που είμαι σίγουρος πως σας ενδιαφέρουν πολύ». Λίγους μήνες μετά, στις 6 Ιουνίου του 2013 ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα του 21ου αιώνα δημοσιεύεται στον Guardian και ακολούθως στην Washington Post, στη Der Spiegel και στους New York Times. Η οργουελική δυστοπική πραγματικότητα του 1984, έπαιρνε σάρκα και όστα. Ο αποστολέας με το ψευδώνυμο, που στην πραγματικότητα ήταν ο Σνόουντεν, υπέκλεψε έγγραφα  που αποδείκνυαν πως όλες οι ηλεκτρονικές συσκευές  ανά πάσα στιγμή, οπουδήποτε στον κόσμο, ανεξαρτήτως νομικού πλαισίου, είναι προσβάσιμες από τους κατασκόπους της NSA. Αποκαλύπτεται πως εκατομμύρια Αμερικανοί και ξένοι πολίτες στο όνομα της ασφάλειας παρακολουθούνται συστηματικά στον κυβερνοχώρο με κάθε τρόπο: κλήσεις, προσωπικά μηνύματα, φωτογραφίες δημοσιοποιημένες ή μη, πρόσβαση στο μικρόφωνο και την κάμερα του υπολογιστή ή του κινητού μας, ακόμα και αν οι συσκευές είναι αποσυνδεδεμένες από το διαδίκτυο. Το τελευταίο επιτυγχάνεται με τη βοήθεια ραδιοσυχνοτήτων.

 

Ποια είναι όμως η “άσημη” NSA, που το σκάνδαλό της ταρακούνησε συθέμελα το παγκόσμιο πολιτικό σύστημα;

Η NSA ιδρύεται το 1952 και από τότε ανήκει στο υπουργείο Άμυνας της χώρας. Εν αντιθέσει με τη γνωστή σε όλους μας CIA, η NSA έμεινε στην απόλυτη αφάνεια για πολλά χρόνια. Την ίδρυσή της δεν τη γνώριζαν παρά μονάχα οι κατάσκοποι που εργάζονταν σ’ αυτήν, καθώς και οι εκάστοτε υψηλά ιστάμενοι στις αμερικανικές κυβερνήσεις. Το σύνθημά της εξάλλου που την περιέγραφε ήταν No Such Agency. Η NSA βγαίνει για πρώτη φορά από την απόλυτη μυστικότητα το 1960 όταν δύο κατάσκοποί της αυτομολούν στην Μόσχα και αποκαλύπτουν την ύπαρξή της. Η υπηρεσία κατηγορήθηκε δημόσια πως έγινε όργανο συγκάλυψης των ευθυνών του ρεπουμπλικανικού κόμματος για την κάλυψη του σκανδάλου παρακολουθήσεων επί διακυβέρνησης Ρίτσαρντ Νίξον, το γνωστό Watergate, με κάθε μέσο. Λίγο μετά την παραίτηση Νίξον, συστήνεται επιτροπή ελέγχου από τη Σύγκλητο. Στις 18 Φεβρουαρίου 1976, ο πρόεδρος Φορντ υπογράφει διάταγμα με το οποίο για πρώτη φορά το Κογκρέσο κερδίζει το δικαίωμα να ελέγχει ως έναν βαθμό τις δραστηριότητες της NSA. Οι δραστηριότητες της υπηρεσίας και η χρηματοδότησή της είχαν περιοριστεί αρκετά, κυρίως μετά και τη λήξη του Ψυχρού πολέμου.


Σημείο καμπής όμως αποτελεί το χτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001. Η διοίκηση Μπους, στο όνομα του πολέμου κατά της τρομοκρατίας δίνει ελευθερία κινήσεων στην NSA, είτε αυτή κινείται στη σφαίρα της νομιμότητας είτε όχι, εφόσον πρόκειται για έκτακτη κατάσταση. Η χρηματοδότηση ενισχύεται και η ηλεκτρονική εποχή δίνει απίστευτες δυνατότητες παρακολούθησης στην NSA.


Tο πρώτο σκάνδαλο για τις νέες υπερεξουσίες της υπηρεσίας προέκυψε το 2004 και δημοσιοποιήθηκε από τον δημοσιογράφο των New York Times, Τζέιμς Ρίσεν, παρά την άσκηση πιέσεων από πλευράς της κυβέρνησης Μπους. Η αποκάλυψη του Ρίσεν αναφερόταν στην ύπαρξη προγράμματος της NSA που αφορούσε τη μαζική συλλογή δεδομένων Αμερικανών πολιτών και εν τέλει του εξασφάλισε το βραβείο Πούλιτζερ. 


Η άνοδος στην εξουσία του προέδρου Ομπάμα έφερε αισιοδοξία όσον αφορά στον περιορισμό των υπερεξουσιών της NSA, κάτι όμως που διαψεύστηκε σύντομα. Σύμφωνα με τα έγγραφα που αποκάλυψε ο Σνόουντεν, από το 2012 το πρόγραμμα PRISM επιτρέπει στην NSA την πρόσβαση σχεδόν σε οποιοδήποτε ψηφιακό αποτύπωμα έχουμε αφήσει πίσω μας. Το πρόγραμμα PRISM ενίσχυσε ποσοτικά και ποιοτικά την συλλογή δεδομένων φτάνοντας σε ένα δίκτυο παρακολούθησης εκατομμυρίων ανθρώπων, υπόπτων ή μη, και μετέτρεψε την NSA στον Μεγάλο Αδελφό, που εν δυνάμει παρακολουθεί τους πάντες. Η υπόθεση Σνόουντεν το 2013 κατέρριψε πλέον κάθε αμφιβολία της ανά πάσα στιγμή παραβίασης της ιδιωτικής μας ζωής από κρατικές υπηρεσίες όπως η ΝSA, ανεξαρτήτως υποψίας για συμμετοχή μας σε τρομοκρατικές ή άλλες αξιόποινες ενέργειες. Ο Σνόουντεν θυσίασε μια στρωμένη και εύπορη ζωή κατασκόπου στο βωμό της ηθικής, της διασφάλισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του σεβασμού του κράτους προς το προσωπικό απόρρητο.

 

 

Η σκοτεινή εταιρεία Palantir και η συνεργασία της με την ελληνική κυβέρνηση

Το παράδειγμα του Σνόουντεν θέλησε να ακολουθήσει και ο Christopher Wylie, ο πρώην υπάλληλος της Cambridge Analytica που αποκάλυψε το σκάνδαλο με τη χειραγώγηση χρηστών και δεδομένων για τον επηρεασμό τους στις αμερικανικές εκλογές του 2016, αλλά και στο βρετανικό δημοψήφισμα. Εκτός της Cambridge Analytica στον ίδιο χώρο της εξόρυξης και επεξεργασίας δεδομένων κινείται και η εταιρεία Palantir.


Το Palantir που κρατά στα χέρια του ο Σάρουμαν στον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών, είναι η κρυστάλλινη σφαίρα που σου επιτρέπει να δεις το παρελθόν και το μέλλον. Από τη μυθολογία του Τόλκιν εμπνεύστηκε την ονομασία της εταιρείας του, το 2003 ο Πίτερ Τιλ. Η τεχνολογία της Palantir βοηθά στην εύρεση κοινών μοτίβων σε τεράστιους όγκους δεδομένων, η σύνθεση δηλαδή του ψυχολογικού προφίλ των χρηστών των οποίων τα δεδομένα υφίστανται την εξόρυξη και επεξεργασία. Η CIA υπήρξε ο μοναδικός επενδυτής και πελάτης της εταιρείας, μέχρι να ακολουθήσουν στο “πελατολόγιό” της το FBI, η NSA, ο Ντόναλντ Τραμπ και εσχάτως η ελληνική κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. 


Κατά τη διάρκεια της πανδημίας του Covid-19, η Palantir προσέφερε σε κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο τη χρήση του προϊόντος «Foundry» για τη διαχείριση κρίσεων στις υγειονομικές Αρχές. Η Μεγάλη Βρετανία αποδέχθηκε την προσφορά, που ορίζοταν σε μόλις 1 βρετανική λίρα. Έναντι του αστείου αυτού ποσού, η Palantir συγκέντρωσε τεράστιες ποσότητες δεδομένων από το NHS. Τα δεδομένα αξιολογήθηκαν και αποθηκεύτηκαν από τη βρετανική Start-up Faculty. Πικάντικη λεπτομέρεια αποτελεί το γεγονός ότι ιδρυτής της Start-up είναι ο Marc Warner, αδελφός του Ben Warner, ο οποίος ήταν ήδη υπεύθυνος για τη συλλογή και ανάλυση δεδομένων για την εκστρατεία υπέρ του Brexit. Η Palantir συνέλεξε και επεξεργάστηκε πληθώρα ευαίσθητων δεδομένων ασθενών του NHS, όπως ονοματεπώνυμο, ηλικία, φύλο, θρησκευτικές και πολιτικές πεποιθήσεις, ψυχική κατάσταση, ποινικό μητρώο, επάγγελμα, προηγούμενοι εργοδότες, τόπος κατοικίας και τηλεφωνικοί αριθμοί.


Η Ελλάδα σύναψε σύμβαση με την Palantir τον Απρίλιο του 2020, μέσα στο πρώτο lockdown, λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη κρατά μυστική τη σύμβαση με την Palantir. Κι αυτό, παρόλο που είναι υποχρεωμένη από το νόμο να δημοσιεύει χωρίς καθυστέρηση όλες τις διεθνείς συμβάσεις στις δημόσιες ψηφιακές πλατφόρμες «Διαύγεια» και «Προμηθέας», ακόμη και αν αφορούν δωρεάν υπηρεσίες.

 

Ο σκοτεινός ρόλος της Palantir έχει κατηγορηθεί κατά το παρελθόν και από τους Anonymous. Κατηγόρησαν την Palantir Technologies ότι υποστήριζε ανοικτά την εκστρατεία σε βάρος της πλατφόρμας αποκαλύψεων Wikileaks. Η Palantir ενέχεται επίσης στο σκάνδαλο περί τη βρετανική εταιρεία Cambridge Analytica, η οποία φέρεται να έχει συμμετάσχει σε στοχευμένες και αμφιλεγόμενες διαφημιστικές εκστρατείες στις προκριματικές και τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ το 2016.  O Πίτερ Τιλ ήταν μέλος της προεκλογικής ομάδας του Τραμπ και τον Δεκέμβριο του 2016 μετείχε σε συνάντηση κορυφής του εκλεγμένου τότε Προέδρου με τις κεφαλές της βιομηχανίας τεχνολογίας στον ουρανοξύστη του Τραμπ στο Μανχάταν, μαζί με την μάνατζερ του Facebook, Σέριλ Σάντμπεργκ, το αφεντικό της Amazon, Τζεφ Μπέζος και τον ιδρυτή της Google, Λάρι Πέιτζ.


Το 2018 γνωστοποιήθηκε ότι η Palantir είχε κρυφά επί χρόνια πρόσβαση σε βάσεις δεδομένων της αστυνομίας στη Νέα Ορλεάνη. Η Palantir χρησιμοποιούσε τα δεδομένα της υπηρεσίας για το σύστημά της με στόχο την πρόβλεψη τέλεσης εγκλημάτων από συγκεκριμένα πρόσωπα. Η Palantir φέρεται να χρησιμοποίησε την αμφιλεγόμενη τεχνολογία για την αναγνώριση προσώπου (Facial recognition). Το Δημοτικό Συμβούλιο της Νέας Ορλεάνης κατά τα φαινόμενα δεν γνώριζε τίποτα σε σχέση με αυτά.


Η ιδεολογία του Τιλ και της Palantir είναι τεχνολογο-κεντρική. Θεωρεί ότι η πρόοδος εξαρτάται από την τεχνολογική επανάσταση, που την εμποδίζει σε μεγάλο βαθμό η κρατική εποπτεία. Αμερικανικά ΜΜΕ τον χαρακτηρίζουν πνεύμα αντιλογίας εκ φύσεως υπογραμμίζοντας ότι η υποστήριξή του προς τον Τραμπ ήταν στοχευμένη και ήδη του έχει αποφέρει πολλά ως προς την πρόσβασή του στην κυβέρνηση του Τραμπ.


Γίνεται κατανοητό πως με εντολή...Μητσοτάκη τα δεδομένα όλων μας έχουν δοθεί σε μια εταιρεία, της οποίας την σύμβαση, αλλά και τον σκοπό δεν γνωρίζουμε. Ο ψυχολογικός πόλεμος εν καιρώ ειρήνης που εκατομμύρια χρήστες των κοινωνικών δικτύων στις ΗΠΑ το 2016, δέχθηκαν για να επηρεαστούν εκλογικά, δεν διασφαλίζεται ότι δεν θα επαναληφθεί και στη χώρα μας, όσο η σύμβαση με την Palantir, παραμένει κρυφή. 

Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr

Ειδήσεις