του Στάθη Θ. Πολίτη
Κάθε Κυριακή, το thebest.gr φιλοξενεί σε συνέχειες τη νουβeλα του Στάθη Θ. Πολίτη, «Ο Ωρολογοποιός».
_
#17
Ο Ηλίας Γερακάρης δεν ήθελε να καταταγεί στον στρατό. Δεν ήθελε, αλλά την ίδια στιγμή, δεν μπορούσε να κάνει και διαφορετικά.
Σίγουρα, είχε μάτια ανοιχτά και κεραίες ευαίσθητες και έβλεπε πως, εάν όλοι οι υπόλοιποι έμεναν αμέτοχοι, το ενδεχόμενο η χώρα να ξυπνούσε μια ωραία πρωία ευρισκόμενη υπό κομμουνιστικό καθεστώς, ήταν πλέον κάτι καθόλου απίθανο.
Όμως, ο ίδιος σιχαινόταν τον πόλεμο. Πόσο μάλλον αυτόν τον πόλεμο. Έλληνες εναντίον Ελλήνων, γείτονες εναντίον γειτόνων, συγγενείς εναντίον συγγενών.
Αυτός το μόνο που ήθελε ήταν να συνεχίσει να διαβάζει τα βιβλία του.
Το είχε κουβεντιάσει κατά τη διάρκεια μίας σχεδόν ατελείωτης βραδιάς με τον θείο του. Είχαν καθίσει στις συνήθεις για τέτοιες συζητήσεις θέσεις τους. Ο Κωνσταντίνος Γερακάρης στη σκούρα καφέ, δερμάτινη πολυθρόνα του γραφείου του, κάτω από τον σκοτεινά μαγευτικό πίνακα του Τόμας Κόουλ που δέσποζε στη βόρεια πλευρά του δωματίου. Και ο Ηλίας απέναντί του και αριστερά, στην όχι και τόσο άνετη καρέκλα των επισκεπτών –ο θείος δεν άφηνε στην τύχη ούτε και την παραμικρή λεπτομέρεια. Ήθελε οι επισκέπτες του, που όλα εκείνα τα χρόνια, ήταν στην πλειονότητά τους ψηφοφόροι του με αιτήματα προς διευθέτηση, να μην αισθάνονται και τόσο ευχάριστα, ώστε να μειώνεται ο χρόνος των συναντήσεων.
Και τι δεν είχαν κουβεντιάσει σε αυτό το γραφείο. Είχε έρθει όμως η ώρα να παραμεριστούν οι φιλοσοφικές συζητήσεις και να έρθει στο προσκήνιο η ωμή πραγματικότητα και οι επιλογές που κάνουμε προσπαθώντας να χαράξουμε την πορεία μας ανάμεσα στη ζούγκλα των εμποδίων που αυτή μας επιφυλάσσει.
Ο Κωνσταντίνος Γερακάρης αποδείχτηκε τοίχος ακλόνητος πάνω στον οποίο προσέκρουσαν με μοιραία κατάληξη οι αμφιβολίες του Ηλία για την επικείμενη στράτευσή του.
Ήταν κατηγορηματικός. Κάθε γενιά Ελλήνων είναι ευλογημένη να της τυγχάνει ένα ιστορικό κάλεσμα από την πατρίδα. Προς υπεράσπιση των ιερών και των οσίων.
Ο ίδιος άλλωστε δεν είχε πάει, αμούστακο παιδί ακόμα, στους Βαλκανικούς; Και μετά στον Μεγάλο Πόλεμο, στο πλευρό του Κωνσταντίνου, δεν ήταν που μπήκε στη Θεσσαλονίκη, απελευθερώνοντας αυτό το σύμβολο του Ελληνισμού μια και για πάντα από την τουρκιά;
Αλλά ακόμα και πολίτες που είχαν τέτοια κοινωνική θέση που τους παρείχε την επιλογή να αγνοήσουν το κάλεσμα, μήπως ακόμα κι αυτοί δεν σφράγισαν τα αυτιά τους στις σειρήνες του ωχαδερφισμού και έκαναν χωρίς δεύτερες σκέψεις την σωστή επιλογή; Ο Ίων Δραγούμης αποτελούσε διαχρονικά κάτι σαν τρίτο πρόσωπο στις συζητήσεις τους.
Όχι, ο Ηλίας δεν είχε καμία επιλογή και όφειλε να μην έχει κανέναν απολύτως δισταγμό. Αυτό ήταν το κάλεσμα της δικής του γενιάς και σε αυτό έπρεπε να ανταποκριθεί με ψηλά το κεφάλι.
Όχι, δεν θα πολεμούσε Έλληνες, αυτοί που ο ελληνικός στρατός είχε απέναντί του δεν ήταν Έλληνες. Ήταν εθνοπροδότες, το χειρότερο είδος ανθρώπινης ύπαρξης.
Απέναντί τους, σύσσωμη η γενιά του όφειλε να σηκώσει τείχος προστασίας του Έθνους.
Η σωτηρία της Πατρίδας βρισκόταν στα χέρια του Ηλία Γερακάρη.
#18
Νιου Τζέρσι, Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, 10 Οκτωβρίου 1996
Αγαπητέ κύριε Μακρίδη.
Θα έπρεπε ίσως να σας αποκαλώ με μία προσφώνηση που να αντιστοιχεί σε μεγαλύτερη οικειότητα, αλλά οφείλω να πω πως –ακόμα τουλάχιστον- κάτι τέτοιο δεν μου είναι εύκολο.
Θέλω πρώτα απ’ όλα να σας ευχαριστήσω από τα βάθη της καρδιάς μου για τη δύναμη που βρήκατε για να μου γράψετε την αλήθεια.
Τη δική μου αλήθεια.
Γιατί είμαι σίγουρη πως μόνο εύκολο δεν σας ήταν, πως σας ανάγκασα σε αυτήν την ηλικία να αναμοχλεύσετε αναμνήσεις διόλου ευχάριστες.
Σας είμαι αιώνια ευγνώμων για αυτό.
Ανακούφιση.
Αν με ρωτήσετε πώς νοιώθω λίγες μέρες αφότου διάβασα το γράμμα σας, αυτή είναι η πρώτη λέξη που μου έρχεται στο μυαλό.
Σίγουρα δεν ήταν το πρώτο αίσθημα που είχα μαθαίνοντας την αλήθεια μου.
Έκπληξη, θυμός, ανασφάλεια, οργή. Ένα πέπλο αρνητικών συναισθημάτων και σκέψεων με σκέπασε αρχικά.
Όμως, όσο καταλάγιαζε ο κουρνιαχτός της αποκάλυψης, όσο επεξεργαζόμουν μέσα μου όλα τα νέα δεδομένα, τόσο περισσότερο ηρεμούσα για να καταλήξω σιγά-σιγά στην ανακούφιση.
Ναι, είμαι ευγνώμων που έμαθα -έστω και μετά από τόσα χρόνια, έστω και με αυτόν τον παράδοξο τρόπο- την αλήθεια μου.
Είμαι βέβαιη πως υπάρχουν πολλοί σαν κι εμένα, παιδιά εκείνης της βάρβαρης εποχής όπως μου την περιγράφετε, που δεν θα σταθούν τόσο τυχεροί. Δεν θα μάθουν ποτέ τη δική τους αλήθεια.
Γι’ αυτό ευχαριστώ τον Θεό κι εσάς που μου κάνατε αυτό το μεγάλο δώρο.
Όμως τώρα, όπως θα φαντάζεστε, η όρεξή μου άνοιξε για τα καλά. Θέλω να μάθω τα πάντα για τα πρώτα χρόνια της ζωής μου, θέλω να μου περιγράψετε με κάθε δυνατή λεπτομέρεια τους γονείς μου –τους ξέρετε τόσο καλά άλλωστε- και τη δική τους την πορεία.
Το ξέρω, θα σας κουράσω λίγο παραπάνω. Αλλά θα μου το κάνετε το χατίρι κύριε Στέφανε.
Θα το κάνετε στο όνομα αυτών που έχουν χαθεί για πάντα –και που ελπίζω να τους έχει ο Φιλεύσπλαχνος στα δεξιά του.
Ανυπομονώ λοιπόν για το επόμενο γράμμα σας.
Σας ασπάζομαι με σεβασμό και αγάπη,
Η Σοφούλα σας
Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr