«Αεροπλάνα πετούσαν πάνω από το σπίτι. Μία κυρία είπε πώς πετούσαν τόσο κοντά που είδε το πρόσωπο ενός πιλότου»
Η Νίνα και η Λούμπα, μητέρα και κόρη ξεκίνησαν ένα μακρινό και δύσκολο ταξίδι προκειμένου να γλιτώσουν από τη φρίκη του πολέμου, στην Ουκρανία. Άφησαν πίσω αγαπημένα πρόσωπα που δεν μπόρεσαν ούτε να αποχαιρετήσουν και έφτασαν στην Πάτρα για να βρουν ασφάλεια και ελπίδα.
Εδώ και λίγες μέρες η Νίνα βρίσκεται στο σπίτι του αδελφού της Νικολάι που ζει στην πόλη εδώ και τριάντα χρόνια και εργάζεται ως καθηγητής στο Δημοτικό Ωδείο και ήταν παρών στη συζήτηση που είχαμε με τις δύο γυναίκες.
Η σκέψη της Νίνα βρίσκεται μακριά στην ηλικιωμένη μητέρας της που δεν εγκατέλειψε την Ουκρανία αλλά και στο γιο της που δεν επιτρέπεται να φύγει από τη χώρα.
Στο πλευρό της, κατά τη διάρκεια αυτής της μεγάλης διαδρομής, μέχρι την Ελλάδα είχε την κόρη της, Λούμπα. Μία νεαρή κοπέλα με όνειρα που εύχεται κάποια στιγμή να επιστρέψει στην πατρίδα της. Οι δυο τους ξεκίνησαν από το Χάρκοβο και ταξίδεψαν με το τρένο, γεμάτο επί τρεις φορές, σε ένα κάθισμα για 24 ώρες. Έφτασαν στα ουκρανικά σύνορα, σε μία πόλη της Πολωνίας και από εκεί με αεροπορικό εισιτήριο θα έφταναν στην Αγγλία και μετά στην Αθήνα. Καθώς δεν είχαν την απαραίτητη visa, πήγαν με λεωφορείο στη Βουδαπέστη και από πήραν τελικά το αεροπλάνο για Αθήνα. Χρειάστηκαν αρκετές μέρες για να φτάσουν στην Πάτρα.
Έφυγαν από την Ουκρανία στις 10 Μαρτίου.
Η Λούμπα και η Νίνα κατά τη διάρκεια του ταξιδιού
«Όλοι πίστευαν ότι πρόκειται για μία προβοκάτσια και ότι σύντομα θα τελειώσουν όλα. Δεν πιστεύαμε αρχικά ότι είναι ένα κανονικός πόλεμος που θα κρατήσει. Μετά άρχισαν οι βομβαρδισμοί, καθημερινά και πολλές φορές μέσα στη μέρα. Ο κόσμος αναγκάστηκε να κατεβαίνει στο μετρό για να κρυφτεί. Ήρθε η στιγμή που δεν μπορούσες να βρεις αυτοκίνητο για να πας στο σταθμό και φύγεις. Υπάρχουν εθελοντές που μεταφέρουν κόσμο, γυναίκες και ηλικιωμένους, δωρεάν. Οι άνδρες από 20-60 ετών δεν επιτρέπεται να φύγουν από τη χώρα. Μένουν εκεί. Πέρασαν μέρες από την έναρξη του πολέμου μέχρι να πάρω την απόφαση να φύγουμε. Προσπαθούσα να πείσω τη μητέρα μου που είναι 85 ετών» λέει η Νίνα.
«Είπα αμέσως ότι πρέπει να φύγουμε, όμως η μητέρα μου δεν μπορούσε να αφήσει τη γιαγιά μου. Φοβόμουν πολύ. Αεροπλάνα πετούσαν πάνω από το σπίτι. Μία κυρία είπε πώς πετούσαν τόσο κοντά που είδε το πρόσωπο ενός πιλότου. Πετούσαν και ρουκέτες που έρχονταν από τα σύνορα με τη Ρωσία. Μέναμε σε χαμηλούς ορόφους οπότε διατρέχαμε λιγότερο κίνδυνο. Οι βόμβες όμως έπεφταν» λέει η Λούμπα.
«Είναι δύσκολο να αφήνεις πίσω τη μητέρα σου, για αυτό καθυστέρησα να φύγω. Όταν φτάσαμε στην Ελλάδα σκέφτηκα ότι ήταν καλύτερα που δεν πήρα μαζί μου την μητέρα μου γιατί δεν θα μπορούσε να αντέξει αυτό το δύσκολο ταξίδι με το τρένο. Έκανε πολύ ζέστη και δεν είχε αέρα. Μιλάμε καθημερινά με τη μητέρα και το γιό μου. Πριν φύγω δε μπόρεσα να δω τη μητέρα μου, δεν υπάρχει συγκοινωνία, δεν μπορούσα να φτάσω σε εκείνη» λέει η Νίνα.
«Είναι σαν ένα κακό, σαν ένα απαίσιο όνειρο που δεν τελείωνε. Ήταν η πραγματικότητα. Άφησα την οικογένεια μου, τους φίλους μου, το πανεπιστήμιό μου. Τα πάντα, όσα ήξερα και όσα αγαπούσα. Τώρα είμαι εδώ και είμαι ασφαλής. Είναι δύσκολο να βλέπω ελικόπτερο να πετάει και να μην τρομάζω γιατί έρχονται στη μνήμη μου οι βόμβες που έπεφταν. Το πιο δύσκολο πράγμα τώρα είναι να πιστέψω ότι τελείωσε, ότι κάθομαι εδώ. Είναι δύσκολο να μην κλαις κάθε μέρα, να μην χάσεις την ελπίδα σου. Είναι δύσκολο να μη νιώθεις ένοχος που είσαι ασφαλής ενώ τόσοι άνθρωποι που έχουν μείνει πίσω, δεν είναι» λέει η Λούμπα.
«Το μεγάλο μου όνειρο και ελπίδα είναι να γυρίσουμε πίσω, να χτίσουμε ξανά στην πόλη μας και να είναι πιο όμορφη, πιο ελεύθερη και πιο δυνατή από πριν. Ονειρεύομαι να γυρίσω να περπατάω εκεί, να μελετώ, να συναντήσω τη γιαγιά μου, τους φίλους μου. Θέλω να πιστέψω ότι αλήθεια θα γυρίσω πίσω σε εβδομάδες, σε μήνες ή σε κάποια χρόνια. Και ελπίζω ότι δεν θα είναι το ίδιο αλλά καλύτερα» συμπληρώνει.
Η Λούμπα μίλησε και για τη διαμονή μας στην Πάτρα. «Είμαστε χαρούμενες που μπορούμε να περπατάμε, να βλέπουμε το ηλιοβασίλεμα. Απλά πράγματα που είναι σημαντικά για εμάς. Ο πόλεμος είναι ένα απαίσιο πράγμα. Οι περισσότεροι στο Χάρκοβο μιλούν Ρώσικα και όταν ξέσπασε τελικά αυτός ο πόλεμος, δεν το πιστεύαμε. Νομίζαμε ότι ήταν ψέμα. Θυμάμαι να περιμένουμε για το τρένο και να ακούω βόμβες. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού ήμουν εξαντλημένη και κοιμόμουν πολύ» λέει.
«Τώρα ανησυχούμε πολύ για τον αδελφό μου αλλά και για τη γιαγιά μου που είναι η πιο δυνατή από όλους. Μας δίνει ελπίδα, όμως η μητέρα μου κλαίει κάθε μέρα» λέει συγκινημένη η Λούμπα.
Όσο για το πώς θα τελειώσει αυτός ο πόλεμος, «περίπου σε 10 μέρες θα αρχίσει η αποχώρηση των Ρώσων που πλέον δεν θα έχουν εφόδια. Έχουν πετάξει 1.000 πυραύλους, χάθηκαν 15.000 στρατιώτες και έχουν τραυματιστεί 40.000. Ο στρατός δεν μπήκε σε κάποια μεγάλη πόλη. Πιστεύουμε ότι θα τελειώσει μόνο με τη νίκη των Ουκρανών» λέει στο τέλος της κουβέντας μας ο Νικολάι.
Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr