Πρόταση του Σπύρου Μιχαλακάκη πρώην Προέδρου και Διευθύνοντα Συμβούλου της BP Ελλάδος στο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ
Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από την Ευρώπη: Το φάντασμα μιας βεβιασμένης και χωρίς προετοιμασία ενεργειακής μετάβασης… Για κάποιους είναι ένα «βολικό» φάντασμα, αφού φοβίζει τους λαούς, παραλύει αντιδράσεις και αφήνει στους «πρόθυμους» περιθώρια για ερμηνείες τύπου ΤΙΝΑ (there is no alternative)… Η αριστερά έχει μάθει να μην φοβάται τα φαντάσματα και να αναμετράται με την πραγματικότητα. Για εμάς η ενεργειακή μετάβαση είναι μια απαίτηση των καιρών η οποία όμως πρέπει να προσαρμοστεί στις σύγχρονες ανάγκες και να υπηρετεί τα συμφέροντα των πολλών.
Ενεργειακή μετάβαση λοιπόν, σε ένα μοντέλο με μηδενικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Αποτελεί αδήριτη ανάγκη για να αναχαιτιστεί η κλιματική κρίση. Είναι όρος για την ύπαρξη μας στον πλανήτη και σωστά η χώρας μας εντάσσεται στα πλαίσια της Ευρώπης που φιλοδοξεί να είναι η πρώτη ήπειρος με ενεργειακή ουδετερότητα το 2050.
Όμως σε όφελος τίνος θα γίνει η ενεργειακή μετάβαση; Με τι όρους; Με ποια διαδικασία και ρυθμό (υποδομές, τεχνολογία κλπ.) και πως θα αφήσει ένα συνολικό θετικό αποτύπωμα στη χώρα και το λαό μας, πέρα από τη ζητούμενη μείωση των Αερίων Θερμοκηπίου;
Η Ενεργειακή μετάβαση θα απαιτήσει τεράστιες επενδύσεις (στα 500 δις συνολικά ή 17 δις το χρόνο σύμφωνα με την McKinseys) αλλά και τις κατάλληλες στρατηγικές και την σωστή εφαρμογή τους στο σωστό χρόνο.
Όπως και κάθε μεγάλη δομική αλλαγή, η ενεργειακή μετάβαση έχει κινδύνους.
Α. Πρώτος κίνδυνος, η ενεργειακή μετάβαση να ωφελήσει λίγους και να δημιουργήσει ένα νέο καθεστώς ενεργειακής φτώχειας. Και το κόστος να το πληρώσουν οι πολλοί.
Β. Ο δεύτερος κίνδυνος είναι η ενεργειακή μετάβαση να κάνει την Ελλάδα και πάλι έναν απλό καταναλωτή εισαγομένης τεχνογνωσίας και τεχνολογίας και η προστιθέμενη αξία στην χώρα να είναι σχεδόν μηδενική.
Γ. Ο τρίτος κίνδυνος, είναι ο ρυθμός της μετάβασης να είναι τέτοιος που θα καταστρέψει τις υπάρχουσες ενεργειακές υποδομές πολύ πριν να είναι έτοιμες οι καινούργιες που θα τις αντικαταστήσουν με καταστροφικά οικονομικά και κοινωνικά αποτελέσματα (μια γεύση των οποίων παίρνουμε αυτή την εποχή)
Πώς πρέπει να σκεπτόμαστε την ενεργειακή μετάβαση
Η μετάβαση απαιτεί σχέδιο ώστε και να είναι αποτελεσματική αλλά και να αποβεί προς όφελος όλων. Σ΄αυτά τα πλαίσια απαιτείται αναμόρφωση του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) που πρώτη φορά διαμορφώθηκε το 2018 (και με μικρές αλλαγές υιοθετήθηκε και από την επόμενη κυβέρνηση) , που θα υιοθετήσει τους νέους στόχους (Ευρωπαϊκή «Πράσινη Συμφωνία») και θα χαράξει τις νέες στρατηγικές και δράσεις σ’ αυτή την κατεύθυνση. Πιο συγκείμενα στο σχέδιο ενεργειακής μετάβασης πρέπει
1. Οι ενεργειακοί στόχοι να αντιμετωπίζονται παράλληλα με τους κλιματικούς / περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς στόχους –πρόσβαση στην ενέργεια για όλους και εξάλειψη της ενεργειακής φτώχειας. Ενώ ταυτόχρονα το περιβάλλον αναβαθμίζεται
2. Να στηριχθούν αποφασιστικά οι δυνατότητες για ενίσχυση της «Ενεργειακής Δημοκρατίας» (αυτοπαραγωγή και αυτοκατανάλωση ιδιωτών και κοινοτήτων) , ενώ ταυτόχρονα ο κρατικός τομέας και οι μεγάλες επιχειρήσεις επενδύουν στις νέες γενιές τεχνολογίας που έρχονται (π.χ. νέα βιοκαύσιμα, πράσινο Υδρογόνο, αμμωνία κλπ.)
3. Σε συνάρτηση με το παραπάνω να διαμορφωθεί επιστημονικά τεκμηριωμένο πλαίσιο ανάπτυξης ΑΠΕ και άλλων ενεργειακών υποδομών σε ότι αφορά στη χωροθέτηση, περιβαλλοντικές επιπτώσεις και προστασία της βιοποικιλότητας
4. Η αναμενόμενες δράσεις για την ταχύτερη ανάπτυξη των ΑΠΕ να στηρίξουν παράλληλα την ανάπτυξη υποδομών αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας αλλά και των νέων υποδομών μεταφοράς
5. Να δοθεί ισόρροπη προσοχή / επενδύσεις και στην παραγωγή πράσινης ενέργειας αλλά και, σημαντικότερο, στην εξοικονόμηση. Απαιτείται γενναία στήριξη στην ενεργειακή αναβάθμιση κτιρίων, οχημάτων και, ίσως σημαντικότερο στην παραγωγική διαδικασία
6. Να εφαρμοστεί ρεαλιστική μεταβατική στρατηγική. Για παράδειγμα, εφόσον το φυσικό αέριο θα παίξει για αρκετά χρόνια ρόλο γέφυρας προς τις ΑΠΕ, γιατί να το εισάγουμε και να μην επιταχύνουμε την έρευνα και εξόρυξη στις αδειοδοτημένες περιοχές τις Ελλάδας? Ταυτόχρονα, η απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων πρέπει να γίνει σε συνάρτηση με της εξέλιξη των νέων υποδομών. Αλλιώς το κόστος ενέργειας θα εκτιναχθεί ακόμα περισσότερο.
7. Οι θεωρίες για μειούμενη κατανάλωση υδρογονανθράκων παγκοσμίως όσο εξελίσσεται η τεχνολογία, δεν είναι τεκμηριωμένες. Αντιθέτως η Διεθνής Οργάνωση Ενέργειας προβλέπει αύξηση έως το 2030 και σταθεροποίηση έως το 2050 της κατανάλωσης ορυκτών καυσίμων, τόσο σαν καύσιμα κίνησης και παραγωγής ενέργειας, όσο και για τα πετροχημικά.
Έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων
i. Η ανάγκη για χρήση ορυκτών καυσίμων δεν πρόκειται να εξαφανιστεί. Διάφορα σενάρια υπάρχουν, ίσως το πιο αντιπροσωπευτικό είναι το “Energy Outlook” της ΒΡ που στην τελευταία του έκδοση (2022) δείχνει ότι τα ορυκτά καύσιμα το 2045 θα είναι από 25 – 60% της συνολικής πρωτογενούς ενέργειας. Ανάλογα είναι και αλλά σενάρια της ΙΕΑ, McKinseys κλπ (βλ. παρακατω)
ii. Σε αυτό το πλαίσιο ταχύτερη είναι η μείωση του άνθρακα ενώ το πετρέλαιο κυμαίνεται αναμεσά σε 40-85% του 2020 και τοι φυσικό αέριο ανάμεσα σε 50-120% του 2020 (βλ. παρακατω στο παράρτημα)
iii. Η Ελλάδα αναμένεται, ακόμα και στα πλαίσια της Ευρώπης να έχει σημαντικές ανάγκες για πετρέλαιο και Φ/Α ακόμα και το 2040-2045. Ο χρονικός ορίζοντας είναι επαρκής για την κάλυψη των σχετικών επενδύσεων. Πολύ περισσότερο δε αν σκεφτούμε τις εξαγωγικές δυνατότητες σε χώρες εκτός ΕΕ
iv. Να σημειωθεί ότι πετρέλαιο και Φ/Α δεν είναι μόνο ενεργειακά προϊόντα αλλά αποτελούν τη βάση της πετροχημικής βιομηχανίας, η οποία αναμένεται να συνεχίσει να αυξάνεται και ενδεχόμενη εγχώρια παραγωγή Υ/Α θα έδινε τεράστια ώθηση στη σχετική βιομηχανία στην Ελλάδα με προφανή οφέλη
v. Ελλείψει εγχωρίας παραγωγής, όλα τα απαιτούμενα πετρελαιοειδή είναι εισαγόμενα, με προφανή την επίπτωση στο εμπορικό ισοζύγιο και ενεργειακή ασφάλεια. Πέρα από τις γεωπολιτικές επιπτώσεις. Η ενεργειακή εξάρτηση της Ελλάδας είναι στο 80% έναντι 57% ΜΟ της ΕΕ)
vi. Τα Δημόσια έσοδα από τους Υ/Α (η πιθανή αξία τους σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του ΙΕΝΕ είναι περί τα 250 δις με ρεαλιστικά δημόσια έσοδα στο 30%) θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν και την κοινωνική πολιτική (βλ. μοντέλο Νορβηγίας) αλλά και το κόστος που συνεπάγεται η ενεργειακή μετάβαση. Συμπερασματικά λοιπόν, απαιτείται επιτάχυνση των ερευνών και εκμετάλλευσης των αδειοδοτημένων περιοχών μέσα στα πλαίσια του γενικότερου ενεργειακού σχεδιασμού. Όσοι υποστηρίζουν ότι για να φθάσουμε στην εξόρυξη υδρογονανθράκων απαιτούνται περίπου 10 χρόνια, μάλλον αγνοούν την διεθνή εμπειρία. Σε ώριμες περιοχές όπως οι χερσαίες εκμεταλλεύσεις και ο δυτικός Πατραϊκός χρειάζονται από 3 έως 5 χρόνια!
7. Τέλος η ενεργειακή μετάβαση απαιτεί την εμπλοκή και στήριξη του εγχώριου δυναμικού (Πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα, εγχώριες επιχειρήσεις και οργανισμοί, ΟΤΑ κλπ.) έτσι ώστε η ενεργειακή μετάβαση να αναβαθμίσει την τεχνογνωσία και κατ’ επέκταση την παραγομένη αξία στη χώρας μας
Σε κάθε περίπτωση ενεργειακή μετάβαση πρέπει να γίνει με την κοινωνία αρωγό. Οτιδήποτε γίνεται χωρίς την κοινωνία και ακόμα χειρότερα ή ενάντια της είναι καταδικασμένο. Αφήνοντας δε την ενεργειακή μετάβαση στις «δυνάμεις τις αγοράς» μάλλον θα κάνουμε τους κινδύνους πραγματικότητα
Κρίσιμος είναι και ο ρόλος το Δημοσίου, που δεν πρέπει λοιπόν απλά να νομοθετεί αλλά μέσω των υποδομών του, της κινητοποίησης πόρων και δυνάμεων μαζί και των ενεργειακών επιχειρήσεων που (πρέπει να) ελέγχει (τουλάχιστον ΔΕΗ, ΕΛΠΕ, ΕΔΕΥ, ΔΕΠΑ Υποδομών), ρυθμίζει, δίνει το βήμα και υλοποιεί καταλύοντας τις θετικές αλλαγές.
Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr
* Τα κείμενα που φιλοξενούνται στη στήλη «Απόψεις» του thebest.gr απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων και όχι του portal.