Κριτική του λογοτέχνη Βασίλη Λαδά
Ο Πατρινός νομικός και λογοτέχνης Βασίλης Λαδάς παρακολούθησε την παράσταση «Σμύρνης μελαγχολία και έξαρση», η οποία κυριολεκτικώς τον ενθουσίασε όπως αναφέρει σε κριτικό του σημείωμα.
Η παράσταση παρουσιάστηκε με επιτυχία στις 16 και 17/9/2022στις 20.30 με ελεύθερη είσοδο στο θεατράκι της Μαρίνας Πάτρας από την ομάδα Χορού Salto Futuro της Τατιάνας Λοβέρδου, με αφορμή την Επέτειο της Μικρασιατικής καταστροφής.
Η παράσταση τελούσε υπό την αιγίδα της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας και με την ευγενική υποστήριξη του Πολιτιστικού Οργανισμού Δήμου Πατρέων και του ΟΛΠΑ.
Ακολουθεί το κείμενο με την κριτική του Βασίλη Λαδά:
Σμύρνη 1922– Πάτρα 2022
Ω γη της Ιωνίας, σένα αγαπούν ακόμη,
σένα η ψυχές των ενθυμούνται ακόμη.
Σαν ξημερώνει επάνω σου πρωί αυγουστιάτικο
την ατμόσφαιρα σου περνά σφρίγος απ’ την ζωή των...
Ιωνικόν, Κ.Π. Καβάφης.
Οι Έλληνες πήγαν στη Σμύρνη από τη θάλασσα κι από τη θάλασσα έφυγαν κυνηγημένοι και λεηλατημένοι τον Σεπτέμβρη του 1922. Φέτος, 100 χρόνια από τη μικρασιατική καταστροφή, στο ανοιχτό θεατράκι της μαρίνας στην Πάτρα με φόντο τη θάλασσα, λίγο φουσκωμένη, σαν να ‘θελε να αποτελεί κατάλληλο σκηνικό για μια παράσταση που αφορούσε αυτή την καταστροφή, παραστάθηκε από την ομάδα χορού Salto Futuro της Τατιάνας Λοβέρδου, στις 16 και 17 Σεπτεμβρίου, το έργο «Σμύρνης μελαγχολία και έξαρση». Μικτό θέαμα ονομάστηκε, με αφήγηση, χορευτικά, μουσική, τραγούδια κι ένα χορό αρχαίας τραγωδίας πλήθους που κινείτο σηματοδοτώντας νοήματα της αφήγησης. Μια υβριδική μορφή θεάματος που συνηθίζεται αρκούντως στο θέατρο αλλά και στον κινηματογράφο με ταινίες όπως το «West Side Σtory» και το αριστούργημα του Μίκλος Γιάντσο «Κόκκινος ψαλμός». Κατάφερε να συνδυάσει λαϊκά συγκινητικά στοιχεία με τα διανοητικά της ιστορικής και ιδεολογικής μνήμης. Είδαμε μια έξοχη παράσταση, όσοι είχαμε την τύχη να τη δούμε, μια υπερπαραγωγή θα ‘λεγα, που θύμιζε τις επικές παραστάσεις του Θεάτρου Του Ήλιου της Μνούσκιν.
Κέντρο της ήταν οι άνθρωποι της Σμύρνης, η καθημερινότητά τους, τα γλέντια τους, τα παιχνίδια τους, η χαρά τους, η υπαρξιακή τους σχέση με την πόλη και τη γη τους. Η παράσταση έσφυζε από ζωή —όχι από θάνατο— κι απέφυγε εθνικοπατριωτικές εξάρσεις, λίαν επικίνδυνες πολλές φορές κι απατηλές. Η συγκίνηση ήταν το ατού της. Η νοσταλγία της πόλης της Σμύρνης όπως ήταν μέχρι το 1922, ένα ποτήρι κρασί στη μνήμη των ανώνυμων που έδωσαν σφρίγος από τη ζωή τους στην πόλη.
Η ραχοκοκαλιά αυτού του έπους των ανωνύμων ήταν το κείμενο της αφήγησης της Μαίρης Σιδηρά, φιλολόγου, συγγραφέως και σκηνοθέτιδος, που συντέθηκε από αποσπάσματα βιβλίων συγγραφέων που έγραψαν για τη ζωή στη Σμύρνη και την Ελληνική ανατολή (Κοσμάς Πολίτης, Ηλίας Βενέζης, Γιώργος Σεφέρης, Κ. Π. Καβάφης, Διδώ Σωτηρίου κ.ά.), από γραπτές και προφορικές μαγνητοφωνημένες αφηγήσεις προσφύγων και από κείμενα δικά της. Υποθέτω πως θα ξεκοκάλισε δεκάδες βιβλία και γραπτά, θα έσβησε και θα ξανάγραψε εκατοντάδες λέξεις για να καταλήξει στο σφιχτό τελικό κείμενο που διάβαζε ο ηθοποιός Γεράσιμος Γεννατάς πυροδοτώντας τους χορευτές, τους μουσικούς, τους τραγουδιστές, τον βουβό χορό του πλήθους να παίξουν. Εξαιρετικό το κείμενο της εισαγωγής που συνόδευσε το μπαλέτο της Αναστασίας Νικοπούλου (η γυναίκα της Σμύρνης) και του Στέλιου Παυλόπουλου (ο άνθρωπος της Σμύρνης).
Η επιδεξιότητα και η εμπνευσμένη σκηνοθεσία της Τατιάνας Λοβέρδου καθοδήγησε το μεγάλο πλήθος των συντελεστών της παράστασης κατά τέτοιον τρόπο που η κεντρική ιδέα —οι άνθρωποι της Σμύρνης και η υπαρξιακή τους σχέση με την πόλη— να περάσει στον θεατή αυτούσια, χωρίς ανάγκη ερμηνείας των συμβολισμών. Εμπνευσμένη και η σύνθεση της μουσικής από τον Διονύση Μπάστα. Ιδίως στις σκηνές που ανταποκρίνονταν στην αφήγηση των αποσπασμάτων του Κοσμά Πολίτη από το μυθιστόρημά του «Στου Χατζηφράγκου» με τα καφέ σαντάν, τα ρεμπετάδικα της Σμύρνης. Κάνω μια παρένθεση για να πω πως το μυθιστόρημα «Το Γυρί» του Κοσμά Πολίτη για την Πάτρα ήταν ένα είδος προάγγελου του μυθιστορήματος «Στου Χατζηφράγκου» γιατί και στο «Γυρί» έγραψε για τους ρεμπέτες, για τον Καραγκιόζη, για τα αλάνια του λαϊκού μας πολιτισμού.
Στη σκηνή που ανταποκρινόταν στην αφήγηση κειμένου για τις γυναίκες, τα κοριτσόπουλα και τα παλικάρια της Σμύρνης που στη νέα τους πατρίδα (στην Πάτρα;) χρησιμοποίησαν τη νοικοκυροσύνη τους και τις τέχνες τους για να επιβιώσουν ως μοδίστρες, ως κεντήστρες, ως χτίστες, ως παπουτσήδες, ως παραγωγοί αιθέριων ελαίων, ( πολλοί από αυτούς έπεσαν θύματα των ταγματασφαλιτών και ναζιστών στο πογκρόμ των Προσφυγικών στη γερμανική κατοχή) είδαμε τα χαρακτηριστικά των χορών της ανατολής που δίνουν έμφαση στην κίνηση των χεριών και των δαχτύλων. Τα δάχτυλα της γυναίκας της Σμύρνης —της Αναστασίας Νικοπούλου— πετάριζαν σαν να κινούσαν τη βελόνα και την κλωστή και τα πρόσωπα των χορευτών αγλαϊζονταν από τη γαλήνη του πολιτισμού των χεριών.
Στο τέλος ο βουβός χορός του πλήθους έστρεψε τα νώτα του στο κοινό και κοιτούσε τη θάλασσα που έφερε τους πρόσφυγες να ξεκινήσουν πάλι τη ζωή τους σε μια πατρίδα που δεν τους καλοδέχτηκε, τους εκμεταλλεύτηκε και τους φόρτωσε περιφρονητικούς χαρακτηρισμούς. Να τα λέμε αυτά.
Μια παράσταση που πρέπει να την ξαναδούμε.
Βασίλης Λαδάς
Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr