Με οδηγό τον κινηματογραφικό φακό – Το άρθρο είναι του Γιώργου Δημ. Μόσχου
Από αφορμή το κινηματογραφικό έργο του 1955 «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο» που γυρίστηκε στην Πάτρα κι έκοψε 126.530 εισιτήρια ανεβαίνοντας στην 2η θέση σε σύνολο 22 ταινιών που προβλήθηκαν, το οποίο έχει κατ' επανάληψη προβληθεί από τότε στην ελληνική τηλεόραση, όπως και πρόσφατα, την π. Κυριακή, μου δίνει την ευκαιρία για να αναφερθώ στην αυτοέκδοση του αγαπητού φίλου πατρινολάτρη , ερευνητή Νίκου Μενύχτα «Χαμόγελα αναμνήσεων», το οποίο μέσα από τις 112 σελίδες του, μας γυρνά σε τόπους χαμένους και τοπία αλλοιωμένα.
Με την βοήθεια του κινηματογραφικού φακού και την συμβολή ενός αρχείου 400 κινηματογραφικών ταινιών, ο Νίκος Μενύχτας ξαναζωντανεύει την καθημερινότητα περασμένων εποχών μέσα από την παρουσίαση 55 κινηματογραφικών έργων, με σκοπό την ανάδειξη του κοινωνικού πλαισίου και του γίνεσθαι του ιστορικού τοπίου, στο οποίο διαδραματίζονται οι ρόλοι του κάθε συμβεβλημένου προσώπου.
Προλογίζοντας το βιβλίο του, ο Νίκος Μενύχτας, που αγάπησε και το Θέατρο, χάρη στον ηθοποιό Γιάννη Φύριο, όταν δεκαετία '60 ήρθε στην Πάτρα με κάποιο μπουλούκι στο καλοκαιρινό θεατράκι του Μυλωνά, που λειτουργούσε στου Μαρούδα, σημειώνει: Γεννήθηκα στην Πάτρα την δεκαετία του '50. Αγάπησα τον ελληνικό και παγκόσμιο κινηματογράφο από πολύ μικρός. Οι δεκαετίες 1950-1960 είναι οι χρυσές δεκαετίες για τον ελληνικό κινηματογράφο. Σε όλη την χώρα υπήρχαν δεκάδες κινηματογράφοι. Στην πόλη μου κάθε γειτονιά είχε έναν καλοκαιρινό (θερινό) κινηματογράφο. Οι χειμερινοί ήσαν πολύ λιγότεροι και κυρίως ήσαν στο κέντρο της πόλης. Τα καλοκαίρια δουλεύοντας στον κινηματογράφο της γειτονιάς μου, Διάνα, έβλεπα δωρεάν όλες τις ταινίες. Έτσι αγάπησα τον κινηματογράφο και τον αγαπώ ακόμη.... Οι περισσότερες ταινίες της εποχής 1950-1960, ελλείψει στούντιο γυρίζονταν σε φυσικά μέρη. Χωρίς αυτές τις ταινίες οι νεώτεροι δεν θα γνωρίζαμε τοπία, παλιά τραμ, δρόμους, κτίρια, που έπεσαν στον βωμό της επέλασης ενός βάρβαρου εκσυγχρονισμού.
Μέσα από τις ταινίες αυτές αποτυπώνονται επαγγέλματα του δρόμου, που έσβησαν, διατροφικές συνήθειες που άλλαξαν (γνωστό παρέμεινε στις μέρες μας το ''μία σκέτο από γιουβέτσι'') ενδυματολογικές συνήθειες, η αλληλεγγύη των ανθρώπων στις γειτονιές που αλλοιώθηκαν από την αντιπαροχή για ανέγερση πολυκατοικιών, οι εισπράκτορες των δημόσιων λεωφορείων που εκφωνούσαν τις στάσεις και τόσα άλλα.
Ξεκινώντας την παρουσίαση της ταινίας του 1939, ''Το τραγούδι του χωρισμού'' της πρώτης ομιλούσαν ελληνικής ταινίας με πρωταγωνιστή τον Λάμπρο Κωνσταντάρα, ο συγγραφέας σημειώνει, επί δικτατορίας Μεταξά, κοριτσάκια ντυμένα με στολή της ΕΟΝ, της νεολαιΐστικης οργάνωσής του.
Επεκτείνει την παρουσία του μέχρι το 1972, με την ταινία του Παύλου Φιλίππου «Οι εκβιασταί».
Διαβάζουμε πλειάδα κινηματογραφικών εταιρειών που χάθηκαν στην άχλη του χρόνου, πλην της Φίνος Φιλμ. Διακρίνουμε τις Σπέντζος Φιλμ, Μήλας Φιλμ, Στούντιο Ελευθεριάδης, Όλυμπος Φιλμ, Έλκιν Φιλμ, Ολύμπια Φιλμ, Χρήσμα Φιλμ, Περγαντής Φιλμ, Μάλης Φιλμ.
Εταιρείας που παρουσιάζουν άλλοτε ελαφρά κι άλλοτε τύπους που άφησαν εποχή, όπως ο ''Ανδρέας η Φταιρού'' που πουλούσε, στο κέντρο της Αθήνας πούπουλα, για ξεσκόνισμα διαλαλώντας ''φτερά και πούπουλα καλέ να αερίζεσθε'', τον αρσιβαρίστα Σαμψών με τις επιδείξεις του στην πλατεία Δημαρχείου, τους παλαιστές Τίγρη, Σουβλάκο κ.α. χωρίς να λείπουν οι κινηματογραφικές αναφορές στο Πατρινό Καρναβάλι, σε τοπία της Πάτρας, στο παλιό δημοτικό νοσοκομείο, στον Μώλο κ.α.
Στην ταινία «Η φωνή της καρδιάς», παραγωγή της Φίνος Φιλμ το 1943, μέσα στην Γερμανική Κατοχή και με όλες τις απαγορεύσεις, καθώς υπήρχαν χώροι που απαγορεύονταν να κινηματογραφηθούν. Κι όμως βλέπουμε Γερμανό αξιωματικό στο πλάι που κοιτάζει προς την κινηματογραφική μηχανή. Ένα καρότσι αποσκευών το σπρώχνει κάποιος. Με αυτά τα καρότσια γνωρίζουμε πια πως κουβαλούσαν τους νεκρούς της πείνας για το νεκροταφείο! Περνάει ξυπόλυτος νέος, χαρακτηριστικό της φτώχειας που μάστιζε τον περισσότερο κόσμο. Ο πρωταγωνιστής, μέγας ηθοποιός Αιμίλιος Βεάκης εμφανίζεται κάτισχνος από την πείνα! Οι ηθοποιοί-φίρμες πληρώνονταν μία λίρα την ημέρα, ενώ οι κομπάρσοι με ένα πιάτο φαγητό! ΄Ετσι πληρώθηκαν πιθανόν και οι Σμαρούλα Γιούλη και Καίτη Πάνου που ήταν η πρώτη τους κινηματογραφική παρουσία!
Στην ταινία «Διπλή Θυσία» του 1945 ακούμε την Λάουρα και το Τρίο Μπελκάντο να τραγουδούν, ενώ βλέπουμε κι ότι η τιμή της βενζίνης ήταν 10 δραχμ. το γαλόνι!
Το 1946 στην ταινία «Λησμονημένα πρόσωπα» βλέπουμε τον ηλεκτρικό σιδηρόδρομο με ξύλινα καθίσματα και σε μπιλιαρδάδικο την προειδοποίηση «κάθε φθορά στην τσόχα πληρώνεται αμέσως» κι ακόμη αντικρίζουμε συνοικίες που χάθηκαν χάρη ανασκαφών στον αρχαιολογικό χώρο της Αθήνας. Και σε άλλη σκηνή τα αρχικά της Βασιλικής Οργάνωσης!
Στο έργο «Χαμένοι άγγελοι» του 1948 εμφανίζεται ο «μουντζούρης». Ήταν το ατμοκίνητο τρένο της εποχής και την Ειρήνη Παππά στον πρώτο της ρόλο. Πλανόδιο τροχιστή μαχαιριών - ψαλιδιών και χωροφύλακες με εγγλέζικα τουφέκια Έλφιλντ.
Το 1950, στο «Έλα στο θείο» τα παιδιά της γειτονιάς παίζουν μπάλα ξυπόλυτα, ενώ στην αυλή κοπελιάς υπάρχει σε λειτουργία μαγκανοπήγαδο για δροσερό νερό και στο κατάστημα της γειτονιάς βαρελάκια με τα ποτά της εποχής ούζο, μαστίχα, κονιάκ, βερμούτ και νταμιτζάνες πλεκτές με καλάμι περιέχοντες κρασί. Στα χρήματα ακόμη δεν έχουν κοπεί τα μηδενικά, --ήσαν σε εκατομμύρια-- για δεύτερη φορά. 1.000 δραχμ. δέκα καραμέλες, μία δραχμή μία καραμέλα λουκούμι!
Άποψη για το ελληνικό καφενείο μας παρουσιάζει η ταινία του 1952 «Ο γρουσούζης», ξύλινο ψυγείο πάγου με βρυσάκι ορειχάλκινο, μόνιμα στη φωτιά ζεστό νερό, ειδικό μπρίκι με μακρύ κουτάλι για την δόση του καφέ, στον πάγκο διάφανη γυάλα για τα λουκούμια που στοιχηματίζουν οι ταβλαδόροι και δίπλα γλυκά του κουταλιού μέσα σε μπακιρένια βάζα. Αυτά ενώ απ' έξω περνά η σούστα του μανάβη που πουλά ντομάτες με την οκά!
Σε άλλα έργα ο μανάβης της γειτονιάς διαλαλεί καρπούζια από τον Αστακό Αιτωλοακαρνανία με το γαϊδουράκι φορτωμένο με τελάρα στα δεξιά και την παλάντζα στο πλάι. Οι σικάτοι φορούν γυαλιά α λα Μακ Άρθουρ, της αμερικανόφερτης μόδας της εποχής του '50! Η αμερικανική παρουσία στην Ελλάδα εγκαταστάθηκε για τα καλά και επηρεάζει την τέχνη του κινηματογράφου, ενώ στιγμιότυπα από το Κέντρο Διερχομένων Οπλιτών, (το ΚΔΟ) κοντά στον Σταθμό Πελοποννήσου δεν λείπουν. Και στην Κυψέλη Αθηνών χωρικός κατευθύνει τις γαλοπούλες του, που τις πηγαίνει στο... παζάρι.
Στο «Κυριακάτικο ξύπνημα» του 1954, με Χορν, Λαμπέτη, Παπά, ενημερωνόμαστε ότι η πρωταγωνίστρια θα πάει εκδρομή από την Αθήνα στην Εκάλη, ένα καπέλο είναι αξίας 800 χιλ. δρχ. και ακόμη στους τοίχους της Αθήνας υπάρχουν τα σημάδια από τις σφαίρες των Δεκεμβριανών μαχών!
Την ίδια χρονιά, παρακολουθούμε πως παίζεται ο «παπάς», παιχνίδι ''στημένο'' στο πεζοδρόμιο από λαϊκούς απατεώνες και τσιλιαδόρους, που αφθονούσαν την εποχή αυτή, βλέπουμε σε λειτουργία την ξύλινη σκάφη της νοικοκυράς, πρόγονος του ηλεκτρικού πλυντηρίου και την γκαζιέρα πετρελαίου με τρόμπα στο πλαί!
Στο «Χαρούμενο Ξεκίνημα» το ραδιόφωνο είναι πάνω στο τραπέζι, σημαντικό μέσο επικοινωνίας τότε, τον συνθέτη Γ. Κατσαρό με σγουρά μαλλιά, με το σαξόφωνο που τον καθιέρωσε και τον πατρινό τραγουδιστή Γούναρη σε νέα ηλικία.
Στη «Μαγική Πόλη» του Ν. Κούνδουρου το 1954, η Λατέρνα, κατ΄ εξοχήν λαϊκό όργανο, περιφέρεται στην συνοικία, όπου στις μικρές ταράτσες ανεμίζουν οι μπουγάδες των νοικοκυρών. Αυτές με σκούπες σπρώχνουν τα νερά στην μέση του χωμάτινου δρόμου. Η φτώχεια στο μεγαλείο της, αλλά στις αυλές υπάρχουν λίγα λουλούδια. Έξω στην γειτονιά δύο γύφτοι βαράνε ντέφι στις μαϊμούδες τους για να χορεύουν προ των γειτόνων! Περνά από το πλάνο στρατιώτης με φαρδιά στολή, ντοκ, άρβυλα στα πόδια, μπερέ για να μας υπενθυμίζει την κάποτε αγγλική παρουσία! Στο φτωχικό δωμάτιο της συνοικίας καίει μαγκάλι με κάρβουνα στη μέση του δωματίου, ενώ η νοικοκυρά ρίχνει φλούδες λεμονιού για να σβήσει τις αναθυμιάσεις του διοξειδίου!
Στα «Κόκκινα Τριαντάφυλλα» του 1955, παρουσιάζονται οι σεισμοί της Κεφαλονιάς του 1953 με το ερειπωμένο Αργοστόλι και τις φυλακές πολιτικών κρατουμένων γκρεμισμένες. Την μεταφορά τραυματιών, μέσω του λιμανιού της Πάτρας, (φόντο ο Φάρος) στο 409 Στρατιωτικό Νοσοκομείο, το Μάζεστικ, τα Ψηλαλώνια, τον ΠΠ Γερμανό, ενώ την ίδια χρονιά στο «Λατέρνα φτώχεια και φιλότιμο», που κυριολεκτικά είχε ξεσηκώσει τους Πατρινούς, βλέπουμε τους λατερνατζήδες Αυλωνίτη, Φωτόπουλο, με την πλούσια κόρη Καρέζη σε μία απίθανη περιπέτεια που διαδραματίζεται και στην Πάτρα, στις καμάρες της Αγ. Νικολάου, στην Αγ. Ανδρέου, στον Μώλο, σε εξοχικό εκκλησάκι με κατάληξη στο εσωτερικό του παλιού δημοτικού νοσοκομείου, με τους χώρους του σε πλήρη λειτουργία.
Στο έργο «Πιάσαμε την Καλή» του 1955, βλέπουμε τον ήρωα να κουβαλάει πάγο μέσα σε καρότσι, φορώντας λαστιχένια γάντια, ποδιά και άγκιστρο για να τον πιάνει. Τον τελευταίο παγοτζή (τον κυρ Γιάννη) γνώρισα την άνοιξη του 1973 στου Ψυρρή, όπου είχα εγκατασταθεί νιόπαντρος, έχοντας μείνει άνεργος στην Πάτρα... Σε αυτήν την ταινία φαίνεται η θρυλική κοσμική ταβέρνα του «Τζίμη του χοντρού», όπου οι κυρίες της υψηλής κοινωνίας της Αθήνας, λόγω κάποιου άστοχου γεγονότος, που έγινε μόδα, τον χειμώνα μαϊμουδίζοντας, κάθονταν στο τραπέζι κρατώντας ομπρέλες (το ταβάνι έσταζε διαρκώς όταν έβρεχε) ακούγοντας Τσιτσάνη και Νίνου, ενώ έξω τις περίμενε ο οδηγός τους μέσα στο πολυτελείας όχημα Σεβρολέτα!
Στην «Στέλλα» του Μιχ. Κακογιάννη, το 1955, που έσπασε τα στερεότυπα της συντηρητικής κοινωνίας, με την άριστη ερμηνεία της Μελίνας Μερκούρη και του Γ. Φούντα, βλέπουμε πλάνα από την πλατεία Αβησσυνίας στο Μοναστηράκι, όπου εκτίθενται αντίκες προς πώληση, βλέπουμε να στεγάζονται σε πρόχειρες κατασκευές-παράγκες των πωλητών!
Στο «Γραφείο Συνοικεσίων» του 1956, ακόμη διακρίνουμε ύπαρξη σημαδιών στους τοίχους από τις σφαίρες του Εμφυλίου και την... οικιακή ιατρική να ασκείται με μπουκαλάκια που ζεσταίνονταν με μπαμπάκι και οινόπνευμα για ρίξει βεντούζες η νοικοκυρά στον κρυολογημένο σύζυγο!
Και στον «Δράκο» του 1956, του Ν. Κούνδουρου, βλέπουμε στο δωμάτιο της κοπέλας κρεμασμένη νιπτήρα, που δεν χωρούσε ούτε πέντε λίτρα νερό, την οποία συνήθως κρεμούσαν για λουτρό στην αυλή. Παράλληλα οι μηχανές της Αστυνομίας Ρογιάλ Έλφιλντ και τα δεξιοτίμονα οχήματα Ντόιτς, επιμένουν να μας θυμίζουν τις τραγικές επιρροές της αγγλικής επέμβασης στην χώρα, μετά την ναζιστική κατοχή!
Αλλά και στις «Πρωτευουσιάνικες Περιπέτειες» του 1956, η χώρα αλλάζει μορφή, οι τυροπιτάδες διαθέτουν διπλό πάτο στο σκεύος μεταφοράς, όπου καίγονται κάρβουνα για να κρατούν ζεστές τις τυρόπιτες. Ο μάγειρας διαθέτει ψυγείο Ιζόλα με μάνταλο και πικάπ ξύλινο! Κι ο μικρός κουβαλά στο κεφάλι του ταμπλά με κουλούρια. Συνάμα βλέπουμε αστυνομικούς στην Κέρκυρα λόγω της βασιλικής(!) παρουσίας , ενώ στο «Αμαξάκι» του 1957 αποτυπώνεται σκηνή με το κουρασμένο άλογο του καροτσέρη να γονατίζει ξεψυχισμένο και μία σκληρή εκτέλεση αλόγου διά περιστρόφου, σκηνές που είχαν καθιερωθεί στα αμερικάνικα φιλμς.
Στο «Έχει θείο το κορίτσι» του 1957 , έξω από το Προεδρικό Μέγαρο περνάει μανάβης με τον γάιδαρο φορτωμένο τελάρα γεμάτα ζαρζαβατικά και ένα γύφτο να πουλά κιλίμια. Η σκηνή αυτή του γύφτου ήταν εκτός... ρεπερτορίου!
Και στο «Κάθε εμπόδιο για Καλό» του 1958 μας υπενθυμίζεται ότι το μελανοδοχείο, ο κονδυλοφόρος και το στυπόχαρτο ζουν και βασιλεύουν ακόμη!
Το 1959 «Η Λίζα το 'σκασε» και η Ξένια Καλογεροπούλου γυρνά στην Αθήνα, την πνιγμένη πια στο φως του Νέον (λάμπες φθορισμού) οι παλιοί λαμπτήρες απαξιώνονται. Το ίδιο συμβαίνει και στο «Δουλειές με Φούντες» της ίδιας χρονιάς, ενώ πια στις πολυκατοικίες, που αναγείρονται τα σκουπίδια τα κατεβάζουν οι επαρχιωτοπούλες υπηρέτριες από την εξωτερική σιδερένια σκάλα, για να μην οσφρίζονται οι... μυγιάγγιχτες κυρίες τους!
Μία ιδέα παίρνουμε για το πως γινόταν η αποκομιδή των απορριμμάτων από το έργο «Στουρνάτα 288» του 1959. Οι υπηρέτριες κατέβαζαν από την σκάλα υπηρεσίας τον μεταλλικό κάδο, που πολλές φορές έγραφε το όνομα ιδιοκτήτη ή τον αριθμό διαμερίσματος, στην είσοδο, όταν άκουγαν την κουδούνα του σκουπιδιάρικου. Ο βοηθός έδινε τον κάδο με τα σκουπίδια στον εργάτη που ήταν πάνω στην καρότσα και στην συνέχεια τον άφηνε για να τον επιστρέψει η υπηρέτρια στην κουζίνα. Ευνόητο είναι ότι τα απορρίμματα ήσαν πολύ λιγότερα τότε. Στις εισόδους των πολυκατοικιών υπήρχαν τα θυρωρεία, που συνήθως ήσαν αγορασμένα από εύπορους επαρχιώτες , που εγκατέλειψαν την αγροτική ζωή! Παράλληλα ανθούσε το... επάγγελμα βολέματος ψηφοφόρων από τους βουλευτές του κυβερνητικού κόμματος , τους... κυρίους «Καλοχαιρέτα»!
Κι ακόμη παρουσιάζονται σκηνές από τις διαδηλώσεις συμπαράστασης Ελλήνων φοιτητών για το Κυπριακό (ήταν εποχή ξεσηκώματος των Κυπρίων αγωνιστών κατά της αγγλοκρατίας) αλλά και βίας Ελλήνων αστυνομικών που ξυλοκοπούσαν με ξύλινα γκλομπς τους φοιτητές, οι οποίοι κατέληγαν στον ΕΕΣ για να τους φασκιώσουν οι γιατροί!
1960 και στην «Οικογένεια Παπαδόπουλου» φαίνεται το ΚΤΕΛ Πατρών, που ήταν κοντά στις σκάλες του ΙΝ Αγ. Κωνσταντίνου, εγκαινιασμένο το 1946, ενώ το καλοκαίρι βλέπουμε την διαδικασία λειτουργίας των Πλαζ του ΕΟΤ (ίδια και στην Αγυιά της Πάτρας). Έπαιρνες έναν σάκο από τις κοπέλες του ΕΟΤ έβαζες τα ρούχα σου μέσα, τον παρέδιδες για φύλαξη, και σου έδιναν έναν μεταλλικό αριθμό για την παραλαβή του μετά το μπάνιο. Εάν τον έχανες, τότε θα περίμενες μέχρι το απόγευμα να παραλάβουν και τον τελευταίο σάκο οι άλλοι λουόμενοι και αυτός που θα έμενε ήταν ο δικός σου! Οι παγωτατζήδες πωλούσαν παγωτά από τα εποχούμενα ψυγεία τους στους δρόμους, πολλά σπίτια είχαν κοτέτσια στην αυλή ή στην ταράτσα και στο εσωτερικό, στην κουζίνα τους, τα κατσαρολικά ήσαν κρεμασμένα σε δημόσια θέα στους τοίχους, πιατοθήκες ανοιχτές και η γκαζιέρα πετρελαίου με τρόμπα βρισκόταν στην γωνιά, ενώ οι σχολικές ποδιές των κοριτσιών ήσαν υποχρεωτικές και εκτός σχολείου!
Στο «Μεγάλο Κόλπο» του 1960, διακρίνεται η αυλή φτωχικού σπιτιού, με το γάλα αφημένο από τον πρωινό γαλατά στα σκαλοπάτια, ενώ στην στέγη διακρίνεται το μπουρί της στόφας και μέσα στην κουζίνα λειτουργεί ψυγείο πάγου, και στο «Πλούσιοι Χωρίς Λεφτά» στο σπίτι του πλούσιου πρωταγωνιστή η υπηρέτρια σκουπίζει την χωμάτινη αυλή με χορτάρινη σκούπα, ενώ πιο πέρα στο φτωχικό σπιτάκι υπάρχει μαγκανοπήγαδο στην αυλή και στην γωνία κοτέτσι! Παράλληλα προβάλλονται οι λατινοαμερικάνικοι χοροί στα κοσμικά κέντρα, ενώ στο θέατρο «Κυβέλη» τραγουδούν οι αδελφές Άννα και Μαρία Καλουτά.
«Ο άνθρωπός μου» το 1960, γίνεται αφορμή για να έχουμε εικόνα οικοδομής της δεκαετίας '60, με τις ταράτσες και τα πλυσταριά τους, με τα κεραμίδια που ακόμη χρησιμοποιούνται και την σκάλα τύπου σαλίγκαρου, από το ισόγειο μέχρι την ταράτσα, για να ανεβαίνουν οι υπηρέτριες κουβαλώντας τα ρούχα για πλύσιμο! Το εσωτερικό των φτωχόσπιτων καλύπτονταν από λουλουδάτη ταπετσαρία και τα παράθυρα ήσαν ''πνιγμένα'' ανάμεσα στις πολυκατοικίες. Έχουμε όμως και μαγευτικά πλάνα, κλεμμένα από το Πατρινό Καρναβάλι, περίοδο των Αποκριών στην Αθήνα.
Στα «Κορίτσια της Αθήνας» εμφανίζεται στο έργο το μπικίνι που ήρθε στην χώρα μας και έγινε μόδα το 1961, αλλά και οι περίφημες αίθουσες του «Ροζικλέρ» και της «Αλάσκας» που ήταν λαϊκοί κινηματογράφοι με καμπόικα στην αρχή και πορνό στο τέλος της ζωής τους! Βγήκε και σχετικό τραγούδι για τα «Νέα της Αλεξάνδρας» που την είδε ο σύζυγος μέσα στο Ροζικλέρι!
Γνωστή η επιγραφή στο «Ροζικλέρ» «οι κ.κ. λούστροι παρακαλούνται όπως αφήνουν τα κασελάκια τους στην είσοδο». Ανυπάκουοι οι μπογιατζήδες, αυτοί έμπαιναν στον κινηματογράφο τον χειμώνα και στην διπλανή θέση άφηναν τις βούρτσες τους. Κι όποιος στην επόμενη παράσταση, ήταν τυχερός σηκώνονταν στο τέλος της παράστασης με τον καβάλο του κάτασπρο!
Κι ακόμη στο έργο «Μην ερωτεύεσαι την Κυριακή» (1962) βλέπουμε το πρατήριο της πατραϊκής οινοποιΐας Achaia Clauss, στην Αθήνα με φορτηγό απ' έξω. Αλλά και την νυχτερινή ζωή με τις τραγουδίστριες Τζένη Βάνου, Ρίτα Σακελλαρίου και τον ηθοποιό Ανέστη Βλάχο σε ένα υπέροχο ζεϊμπέκικο!
Τον επόμενο χρόνο στην Αθήνα, στο «Ένα πτώμα στη βαλίτσα» του 1963, βλέπουμε στοιχεία διασκέδασης που τα ζήσαμε στην Πάτρα της δεκαετίας '60. Τον Ζαμπέτα να τραγουδάει τον ''Αράπη'' και τους θαμώνες του κέντρου σιγκλεντισμένοι να πετούν στην πίστα καρέκλες, τραπέζια, να σπάνε πιάτα για να κάνουν κέφι! Στο «Γύρο του θανάτου» τις δίκυκλες μηχανές να ανεβαίνουν μέχρι την κορυφή του ξύλινου βαρελιού, αλλά και κάποιες φορές αυτοκίνητα και ποδήλατα να περιστρέφονται στο βαρέλι του θανάτου και να κόβουν το αίμα των θεατών που παρακολουθούσαν από ψηλά, στο χείλος του ξύλινου βαρελιού! Και τέλος πλάνα από τις φυλακές Αβέρωφ, στις οποίες μαρτύρησαν αγωνιστές πατριώτες στην γερμανική κατοχή αλλά και στον Εμφύλιο από την ελληνική πολιτεία. Τώρα στη θέση τους αναγέρθηκε το κτίριο του Αρείου Πάγου.
1964 «Νυχτοπερπατήματα» και η Αθήνα γεμίσει από επαρχιώτες, θύματα της αστυφιλίας, φθάνοντας τους 1.200.000 κατοίκους. Εμφανίζονται κλαρινομάγαζα στην Ομόνοια προς τέρψη των επαρχιωτών. Σε άλλο μαγαζί τραγουδά το αηδόνι της Ηπείρου, ο Ζάχος και ο Καψοκέφαλος. Κάπου αλλού οι χοροί bosanova φουντώνουν και στην Πλάκα ηχούντραγούδια με Φίλανδρο, Κορώνη, ενώ στα λαϊκά μαγαζιά ακούγονται οι Τσιτσάνης και Μπιθικώτσης.
Είναι η εποχή που στα πάνω του ήταν ο περίφημος Ανδρέας «Φτερού», οικογενειάρχης παρεξηγημένος που πουλούσε φτερά παγωνιού για να ζήσει, τον έβαλε ο σκηνοθέτης στο πλάνο, όπως πάντα όταν κάπου-κάπου έπαιζε σε μικρούς ρόλους ταινιών του σινεμά. Ετοιμόλογος και καυτερός όταν τον πείραζαν ως... αδελφή (δεν ήταν όμως) φωνάζοντας «Φτεράαα και πούπουλα, καλέ μαζί κάναμε πιάτσα και με ξέρεις;». Τον είχα γνωρίσει στου Ψυρρή αυτόν τον τύπο, το 1975.
Το 1966 παίζεται η ταινία «Τζίμης ο Τίγρης» του Πέτρου Βούλγαρη. Δίνεται η ευκαιρία να απαθανατιστούν μεγάλα ονόματα μυϊκής δύναμης, όπως οι Σαμψών, Τρομάρας, Τζίμης Αρμάος, Σουγλάκος. Έσκιζαν ολόκληρες τράπουλες, λύγιζαν σίδερα, πέταλα, δένονταν με αλυσίδες, τραβούσαν αυτοκίνητα μικρά και μεγάλα, έσπαγαν στο κεφάλι τους τσιμεντόλιθους χτυπώντας τους οι θεατές με βαριοπούλα. Στην ταινία αυτή μικρό ρόλο παίζει ο σπουδαίος αργότερα σκηνοθέτης, Θόδωρος Αγγελόπουλος.
«Η Εκπομπή» μία μικρή ταινία του 1968, είναι σκηνοθεσίας του Θόδ. Αγγελόπουλου, που κάνει τα πρώτα του βήματα ως σκηνοθέτης, παρουσιάζονται γνωστά τοπία της Αθήνας Ιερά Οδός, Φωταέριο, Γκαζοχώρι, Σταδίου, Πανεπιστημίου, που σήμερα είναι εντελώς αλλοιωμένα.
Τέλος και στην ταινία «Οι εκβιασταί» του 1972, παρουσιάζονται πλάνα από το τελευταίο τραμ της Ελλάδας, που τροχιοδρομούσε στη διαδρομή Πειραιάς-Πέραμα. Το τραμ αυτό έκανε την τελευταία του διαδρομή, κύκνειο άσμα, στις 4 Απριλίου 1977, με ένα βαγόνι στολισμένο με λουλούδια και ένα δάφνινο στεφάνι μπροστά!
Εντέλει το βιβλίο του φίλου Νίκου Μενύχτα, είναι ένας θησαυρός αναμνήσεων, στολισμένος με 14 πρωτότυπα σκίτσα, προσωπογραφίες ηθοποιών, του Σταμάτη Κόκκαλη και την φωτογραφία του συγγραφέα μικρού στην Τερψιθέα Πατρών, το οποίο ξυπνά νοσταλγικές στιγμές, οι οποίες χάνονται στην αχλή του χρόνου!
Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr
* Τα κείμενα που φιλοξενούνται στη στήλη «Απόψεις» του thebest.gr απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων και όχι του portal.