Είναι βασισμένη στο μουσιλό αριστούργημα του Μότσαρτ - Πολλές μάλιστα σκηνές της ταινίας γυρίστηκαν στο Σάλτσμπουργκ της Αυστρίας, την πατρίδα του Μότσαρτ
Την Μ. Πέμπτη 13/4/2023 βγαίνει στις αίθουσες της χώρας μας η ταινία «The Magic Flute – Ο Μαγικός Αυλός» σε διανομή της Tanweer & όπως είδαμε στο πρόγραμμα θα προβληθεί και εδώ στην Πάτρα, στα Options Cinemas, στη Βέσο Μάρε.
Σκηνοθεσία: Φλόριαν Ζιγκλ.
Σενάριο: Άντριου Λάουερι, Τζέισον Γιανγκ, Ντέιβιντ Γουάιτ
Πρωταγωνιστούν: Τζακ Γουλφ, Ίγουαν Ρέον, Νιβ ΜακΚόρμακ, Άσα Μπανκς και ο Φ. Μάρεϊ Έιμπραχαμ που κέρδισε το Όσκαρ καλύτερου Α΄ Ανδρικού Ρόλου για την ερμηνεία του ως Αντόνιο Σαλιέρι στο «Amadeus» του Μίλος Φόρμαν(1984), ταινία που απέσπασε και τα Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας και σκηνοθεσίας μεταξύ άλλων εκείνη τη χρονιά.
Διεύθυνση Φωτογραφίας: Πίτερ Ματιάσκο
Σκηνογραφία: Κρίστοφ Κάντερ
Μοντάζ: Άλεξ Ντίτνερ
Διάρκεια: 2 ώρες.
Ο Μαγικός Αυλός όπως δεν τον έχουμε ξαναδεί και ακούσει στο φιλόδοξο σκηνοθετικό ντεμπούτο του Φλόριαν Ζιγκλ, αναφέρει το δελτίο Τύπου. Η διάσημη όπερα του Μότσαρτ μεταφέρεται στον κινηματογράφο ως μία συναρπαστική περιπέτεια φαντασίας, ζωντανεύοντας τη διαχρονική μουσική με καθηλωτικές εικόνες, γερές δόσεις μαγείας και ένα θαυμαστό ταξίδι ανάμεσα σε δύο κόσμους.
Ο Τζακ Γουλφ (The Witcher) έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο, ενώ το λαμπερό καστ περιλαμβάνει τον Ίγουαν Ρέον (Game of Thrones), τον βραβευμένο με Όσκαρ Φ. Μάρεϊ Έιμπραχαμ (Amadeus) μαζί με σπουδαίους ερμηνευτές της όπερας.
Ένα σύγχρονο παραμύθι που συνδυάζει την ασύλληπτη μουσική του Μότσαρτ με τις ταινίες φαντασίας και μυστηρίου. Μία εξαιρετική μοντέρνα απόδοση της όπερας του Μότσαρτ.
Σύνοψη
Ο επίδοξος 17χρονος Τιμ (Τζακ Γουλφ) ονειρευόταν όλη του τη ζωή να πάει στο οικοτροφείο Mozart All Boys. Παρά τον ενθουσιασμό του που έγινε επιτέλους δεκτός, οι πρώτες μέρες του στη διάσημη σχολή δεν εξελίσσονται όπως αναμενόταν. Αντιμέτωπος με έναν εχθρικό διευθυντή, τις αγωνίες του πρώτου έρωτα και τη δυσκολία να βρει την αυθεντική του φωνή, ο Τιμ ανακαλύπτει ένα μυστικό πέρασμα: μια πύλη σε έναν παράλληλο κόσμο. Από εκεί παρασύρεται σε μια νέα πραγματικότητα και βυθίζεται στον κόσμο της όπερας του Μότσαρτ, Τον Μαγικό Αυλό, όπου η φαντασία δεν έχει όρια. Ωστόσο, το να ζει δύο ζωές έχει το τίμημά του και ο Tιμ κινδυνεύει να απογοητεύσει αυτούς που αγαπά. Πρέπει να διαλέξει, αλλά έχει μάθει αρκετά για να κάνει τη σωστή επιλογή;
Δήλωση του Διεθνούς Ιδρύματος Μοτσαρτέουμ
Ο «Μαγικός Αυλός» του Μότσαρτ έχει συναρπάσει το κοινό εδώ και περίπου 230 χρόνια. Μέχρι σήμερα, κατέχει την κορυφαία θέση ανάμεσα σε άλλες όπερες. Το τραγούδι του Κυνηγού των Πουλιών ή η άρια τις Βασίλισσας της Νύχτας είναι γνωστά σε όλο τον πλανήτη. Όπως συμβαίνει με τα παραμύθια, ο Μαγικός Αυλός είναι διαχρονικός, ψυχαγωγώντας μικρούς και μεγάλους. Για πολλούς, ο Μαγικός Αυλός είναι η πρώτη επαφή με την όπερα, ίσως και την κλασική μουσική. Έχει μία ξεχωριστή θέση σαν μία πολύτιμη ανάμνηση.
Ακόμα και ο διευθυντής του θέατρου Εμάνουελ Σικανέντερ, που έτυχε να είναι ο πρώτος Παπαγκένο του Μότσαρτ, δεν έκανε οικονομία στα εφέ για την πρεμιέρα στη Βιέννη το 1791. Φανταστείτε τρία νεαρά αγόρια να πετάνε, σε μία εποχή που οι πρώτες πτήσεις σε αερόστατο είχαν μόλις πραγματοποιηθεί. Φανταστείτε την είσοδο της Βασίλισσας της Νύχτας ή τις δοκιμασίες με τη φωτιά και το νερό. Ήταν σαν ένα πρωτόγνωρο, κινηματογραφικού τύπου θέαμα. «Είναι αλήθεια αυτό που είδα; Ή με γελούν οι αισθήσεις μου;» αναρωτιέται ο Ταμίνο στην όπερα. Το ίδιο κάνει και ο θεατής. Ποιος δεν θα ήθελε να παρασυρθεί σε έναν παραμυθένιο κόσμο;
Έτσι, εμπνευστήκαμε για να μεταφέρουμε τον Μαγικό Αυλό με ένα νέο, σύγχρονο παραμύθι που συνδυάζει την καταπληκτική μουσική του Μότσαρτ με σκηνές μυστηρίου και φαντασίας. Λειτουργεί; Η κλασική τέχνη σε συνδυασμό με σύγχρονα κινηματογραφική είδη; Απόλυτα! Ο Μαγικός Αυλός είναι μία καταπληκτική, σύγχρονη μεταφορά της κλασικής όπερας του Μότσαρτ που έχει τα προσόντα να γίνει μία αυτόνομη κλασική ταινία. - Ράινα Χέναϊς, Γενικός Διευθυντής του Μοτσαρτέουμ
Σε συνέντευξη του ο σκηνοθέτης Φλόριαν Ζιγκλ ανέφερε πως ήταν για τον ίδιο ένα κινηματογραφικό και μουσικό όνειρο.
“Όταν ήμουν έφηβος, ήθελα να γίνω μουσικός. Αλλά στη συνέχεια, με βαριά καρδιά, εγκατέλειψα αυτό τον στόχο γιατί είχα την εντύπωση ότι δεν ήμουν αρκετά καλός για να παίξω σε μία σπουδαία ορχήστρα. Αργότερα, πήγα στο Λος Άντζελες και έγινα σκηνοθέτης διαφημιστικών ταινιών. Μέσα μου πάντα έλπιζα ότι μια μέρα θα κάνω μία ταινία για την κλασική μουσική. Ποτέ, όμως, δεν έφτασα να ονειρεύομαι ότι θα μου γινόταν η πρόταση να μεταφέρω τον Μαγικό Αυλό στη μεγάλη οθόνη. Ήξερα αμέσως ότι ήταν μία μοναδική ευκαιρία. Μία ευκαιρία που ένας σκηνοθέτης από τη Γερμανία συναντά μία φορά στη ζωή του. Ήξερα ότι έπρεπε να κάνω την ταινία. Λατρεύω την κλασική μουσική, όπως μου αρέσουν και τα Star Wars, το σινεμά της Κίνας και της Ιαπωνίας. Ήξερα ότι θα μπορούσα να έχω στοιχεία τους στην ταινία. Δυστυχώς, η κλασική μουσική φθίνει. Με πληγώνει αυτή η σκέψη. Αλλά δεν μπορούμε να παραβλέψουμε αυτό το γεγονός”.
Aκόμα είπε πως “στον Μαγικό Αυλό είδα μία ευκαιρία να υπερασπιστώ την κλασική μουσική με μία μεγάλη, συναρπαστική ταινία για το σύγχρονο, ευρύ κοινό. Αυτή είναι η απάντηση μου στους τυπολάτρες που δεν θα επιδοκιμάσουν τη μοντέρνα προσέγγιση της ταινίας. Θέλουμε να πηγαίνει ο κόσμος στην όπερα σε 30 χρόνια; Θέλουμε να συνεχίσει ο κόσμος να πληρώνει φόρους για να υπάρχει εθνική λυρική σκηνή;
Πρέπει να κάνουμε την υπέροχη αυτή μορφή τέχνης προσιτή στο κοινό με έναν απτό και απλό τρόπο, για να μην αποθαρρύνονται οι θεατές εξαιτίας μίας ελιτίστικης και πομπώδους εντύπωσης. Είναι ένας εορτασμός της μουσικής, είναι άμεση όπερα, μοναδική και διαχρονική. Στα πλαίσια μιας αφήγησης ο θεατής εμπλέκεται με τα συναισθήματα και τα προβλήματα των χαρακτήρων. Μία ιστορία σε ένα οικοτροφείο είναι ένας κοινός παρονομαστής σε πολλές ταινίες. Στον Μαγικό Αυλό έχουμε το στοιχείο του φανταστικού, που έχει μεγάλη απήχηση σήμερα. Στην ταινία, στοιχεία του Μαγικού Αυλού λειτουργούν σαν αλληγορίες και την ίδια στιγμή δελεάζουν και γοητεύουν το κοινό.
Ήθελα ο Μαγικός Αυλός να αντλεί από το λιμπρέτο του Εμάνουελ Σικανέντερ. Η δύναμη του φανταστικού κόσμου τον οποίο περιγράφει βασίζεται πολύ στη φυγή, στην απόδραση. Ήθελα να δημιουργήσω μία σύγχρονη αντιστοιχία με την ιδέα ότι κάνεις ένα ταξίδι σε έναν φανταστικό κόσμο, όπου μερικά πράγματα είναι πιο εύκολα και μερικά πιο περίπλοκα. Στόχευα να δημιουργήσω την αίσθηση ενός φανταστικού κόσμου που μας παρασύρει, μας συγκινεί και μας ψυχαγωγεί”.
Για τη μεθοδική προσέγγιση στο αριστούργημα του Μότσαρτ, ο σκηνοθέτης τόνισε πως “ακολουθήσαμε μία πολύ μεθοδική προσέγγιση. Κάναμε ηχογράφηση με την Ορχήστρα του Μοτσαρτέουμ, που ίδρυσε η σύζυγος του Μότσαρτ. Χρησιμοποιήθηκαν ιστορικά πνευστά, όλη η μουσική ερμηνεύτηκε στις πρωτότυπες κλίμακες. Ήμασταν πολύ σχολαστικοί με τα φωνητικά και την ενορχήστρωση. Έγιναν συγκεκριμένες αλλαγές σε σχέση με τις τρεις τραγουδίστριες που τραγουδούν μία οκτάβα χαμηλότερα από το συνηθισμένο, ενώ οι νεαρότεροι ρόλοι ερμηνεύονται με λιγότερο βιμπράτο. Η σύντομη απάντηση θα ήταν ότι ταίριαζε με την ιστορία η μουσική να ακούγεται πιο σύγχρονη.
Η πιο εκτενής απάντηση θα ήταν ότι ο Μότσαρτ δεν θα μπορούσε να επιλέξει τους ερμηνευτές ούτως ή άλλως. Επρόκειτο για ένα προκαθορισμένο σύνολο ερμηνευτών και έπρεπε να προσαρμόζει τις συνθέσεις του πάνω τους. Στην όπερα, οι ερμηνευτές πρέπει να τραγουδούν δυνατά και με σθένος για να τους καταλαβαίνει ακόμα και ο θεατής στην τελευταία σειρά. Αλλά το σινεμά είναι ένα διαφορετικό μέσο από μία αίθουσα συναυλιών. Το μοντάζ είναι κρίσιμο στο σινεμά, είναι το εργαλείο για να επιλεχθεί αυτό που τελικά θα δει ο θεατής. Ο ερμηνευτής μπορεί να τραγουδήσει πολύ απαλά και η κάμερα πρέπει να βρεθεί κοντά του και να λειτουργήσει αυτό στο μοντάζ. Η ταινία μεταφράζει μία μορφή τέχνης σε ένα άλλο μέσο. Στην πορεία, ελέγχαμε αν οι προθέσεις μας ταίριαζαν με τις προθέσεις του Μότσαρτ. Το Μοτσαρτέουμ και οι ερμηνευτές, όλοι ειδικοί στον χώρο, κατάλαβαν την προσέγγιση μας, όπως και η Deutsche Grammophon, που θα κυκλοφορήσει το soundtrack. Όλοι τους δέχτηκαν την ταινία σαν μία απόπειρα να σωθεί αυτή η μορφή τέχνης κι έτσι εξασφαλίσαμε μεγάλα ονόματα στις φωνητικές ερμηνείες”.
Aξίζει να τονιστεί πως ο Μαγικός Αυλός έχει μόνιμη θέση στην ποπ κουλτούρα ενώ για την ταινία «επιστρατεύτηκαν» μεγάλα ονόματα του κόσμου της όπερας.
Όπως είπε ο Φλόριαν Ζιγκλι, “δεν ήταν εύκολο να εξασφαλίσουμε μεγάλα ονόματα για την ταινία. Γενικά, αντιμετωπίσαμε αντίσταση, σε αρχικό στάδιο. Έπρεπε να τους πείσουμε για τη μεγάλη ευκαιρία που παρουσίαζε η ταινία για να προωθηθεί η όπερα και η κλασική μουσική. Όταν κάναμε casting για την ταινία, ήμασταν στα πρόθυρα του δεύτερου lockdown. Οι τραγουδιστές της όπερας στις μεγάλες μουσικές σκηνές της Νέας Υόρκης, του Λονδίνου και του Παρισιού συνειδητοποίησαν ότι οι συνδρομές των θεατών λιγόστευαν δραματικά και ότι το κοινό μπορεί να φοβόταν να πάει στην όπερα μετά την πανδημία. Οι θέσεις μπορεί να έμεναν άδειες. Το επιχείρημα μου ήταν ότι η ταινία θα μας επέτρεπε να χτίσουμε μία κιβωτό για να συντηρήσουμε αυτή τη μορφή τέχνης, να τη μεταφέρουμε, να ελκύσουμε το ενδιαφέρον του κοινού, να εμπνεύσουμε νέους θεατές.
Κι αν ήταν επιτυχία, εξήγησα στη Σαμπίν Ντεβιέλ ότι θα ήταν η Βασίλισσα της Νύχτας για τα επόμενα 20 χρόνια. Στον Μόρις Ρόμπινσον είπα ότι από τώρα και στο εξής θα ήταν ο μοναδικός Σαράστρο χαραγμένος στη φαντασία μας. Οι ερμηνευτές της όπερας είναι ματαιόδοξοι. Και η προοπτική να αφήσουν μία κληρονομιά που θα βάλει τις βάσεις για τα επόμενα δέκα ή είκοσι χρόνια ήταν γοητευτική”.
*Ο Μαγικός Αυλός είναι η όπερα με τις περισσότερες παραστάσεις στον κόσμο.
Ο Μόρις Ρόμπινσον, που υποδύεται τον Σαράστρο, είναι ένας διεθνής σταρ της όπερας που ερμηνεύει στις πιο σημαντικές όπερες του κόσμου, όπως η MET Opera της Νέας Υόρκης. Πριν γίνει επαγγελματίας τραγουδιστής, ήταν αθλητής αμερικάνικου ποδοσφαίρου.
*Πολλές σκηνές της ταινίας γυρίστηκαν στο Σάλτσμπουργκ της Αυστρίας, την πατρίδα του Μότσαρτ. Μερικές τοποθεσίες είναι γνωστές από το μιούζικαλ «The Sound of Music – Η Μελωδία της ευτυχίας» (1965), με πρωταγωνίστρια την Τζούλι Άντριους.
Παρόλο που ο Μότσαρτ έχει πεθάνει εδώ και πολλά χρόνια, το 1791, οι συνθέσεις του παραμένουν δημοφιλείς. Το 2016, πουλήθηκαν πάνω από 1,250,000 δίσκοι του Μότσαρτ μέσα σε 5 εβδομάδες, ξεπερνώντας καλλιτέχνες όπως ο Drake και η Beyoncé. Ο Μότσαρτ συνέθεσε πάνω από 600 έργα στα 35 χρόνια της ζωής του. Ξεκίνησε στην ηλικία των 5 ετών.
Nα μην παραλείψουμε πως εκ των παραγωγών της ταινίας αυτής φαντασίας είναι και ο γνωστός Γερμανός σκηνοθέτης της «Ημέρας Ανεξαρτησίας», Roland Emmerich.
Επίσης ο σταρ του τηλεοπτικού "Game of Thrones" Ίγουαν Ρέον, που είναι επίσης τραγουδιστής και συνθέτης, υποδύεται τον Παπαγκένο.
Επιμέλεια: Τ. ΜΑΡΤΑΤΟΣ
Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr