Δημήτρης Πουλικάκος, Φοίβος Δεληβοριάς, Ναταλία Γερμανού και επτά ακόμη άνθρωποι από τον χώρο της τηλεόρασης και του πολιτισμού μοιράζονται τις καλύτερες, τις χειρότερες και τις πιο αστείες εκλογικές αναμνήσεις τους.
Ό,τι και να γίνει αύριο, η ημέρα των εκλογών θα σημαδέψει τη ζωή κάποιου που ακόμα ούτε καν το φαντάζεται γιατί, πολύ απλά, έτσι συμβαίνει με εμάς τους ανθρώπους.
Μία στιγμή βγαλμένη απ’ τις πολλές του μικρόκοσμού μας τέμνεται με ένα μεγάλο γεγονός και ίσως ένα μικρό και απρόσμενο περιστατικό που θα προκύψει, κάτι που δεν θα πάει καλά ή που θα πάει καλά -και μακάρι-, να μείνει για πάντα στη μνήμη μας ως ένα “άκου τι έπαθα τότε σε εκείνες τις εκλογές”.
Τέτοιου είδους εκλογικές αναμνήσεις ζητήσαμε από δέκα ανθρώπους να μοιραστούν μαζί μας. Άνθρωποι από τον χώρο της δημοσιογραφίας, της μουσικής, του θεάτρου και της τηλεόρασης πήραν τον χρόνο τους και προσπάθησαν να εντοπίσουν ποιες είναι αυτές οι εκλογικές αναμετρήσεις που ανακαλούν πιο συχνά στη μνήμη τους. Και κυρίως το “γιατί”, που πολύ συχνά, δεν έχει και καμία σχέση με το πραγματικό διακύβευμα εκείνης της ημέρας.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΥΛΙΚΑΚΟΣ, ΜΟΥΣΙΚΟΣ
Περισσότερο θυμάμαι τις πρώτες εκλογές που ψήφισα αλλά και τις εκλογές του ‘51 (ή του ‘52 ήταν;), όπου ήμουν πολύ μικρός και ο πατέρας μου μού έλυσε κατά κάποιον τρόπο το παζλ του πώς ψηφίζει ο κόσμος.
Είχαμε πάει στη Λίμνη Ευβοίας και όπως είχαμε κάτσει σε ένα καφενείο και πίναμε ένα αναψυκτικό, μου λέει “άκουσε να δεις, παιδί μου. Αν έρθει εδώ κάποιος ως υποψήφιος βουλευτής με ένα αυτοκινητάκι μικρό, ντυμένος απλά, και τους μιλήσει για τα προβλήματά τους, μόλις φύγει θα πουν: “αυτός θα μας λύσει τα προβλήματα; Αυτός δεν έχει δεύτερο βρακί να βάλει”.
φωτό eurokinissi
ΝΙΚΗ ΛΥΜΠΕΡΑΚΗ, ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ
Θυμάμαι έντονα τις εκλογές του Οκτωβρίου του ‘93 αλλά είναι απαραίτητο το background για να καταλάβει κανείς γιατί αυτές οι εκλογές ήταν διαφορετικές για μένα. Εγώ προέρχομαι από μια οικογένεια όπου όλο το σόι της μάνας μου ήταν πιο πράσινο και από τον Παπανδρέου και όλο το σόι του πατέρα μου πιο μπλε και από τον Καραμανλή. Επομένως, κάθε εκλογική αναμέτρηση ήταν ένας εσωτερικός εμφύλιος, ο οποίος στην καλύτερη ήταν ψυχροπολεμικός, στη χειρότερη είχαμε εχθροπραξίες στο σπίτι. Άλλες εποχές...
Και το ‘93 τι είχε γίνει; Είχε πέσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη -που ήταν η μεγάλη χαρά του πατέρα μου, το ότι είχαμε αυτήν την κυβέρνηση-, είχε γίνει η διάσπαση με την Πολιτική Άνοιξη, και όλο αυτό είχε ανατρέψει όλες τις ισορροπίες, δηλαδή εκεί που ξέραμε ποιος είναι σε ποιο στρατόπεδο, ξαφνικά βρέθηκε και ένας τρίτος πόλος.
Και θυμάμαι τους επικούς καυγάδες τους για το “αν ο Σαμαράς πρόδωσε” και “αν είναι πατριώτης” και όλα αυτά. Γιατί είχε προηγηθεί και η μεγάλη ένταση με το μακεδονικό, που και αυτή τους είχε επηρεάσει.
Εμείς ψηφίζαμε οικογενειακά στη Λευκάδα, άρα κάθε εκλογική αναμέτρηση είχε και ένα στοιχείο πασχαλινής τελετουργίας. Φορτώνουμε το αυτοκίνητο, γυναικόπαιδα, ιστορίες, ξαδέρφες, θείες που θα πάνε να ψηφίσουν να τις παίρνουμε μαζί, να μπαίνουμε μέσα 6-7 άτομα, να οδηγούμε για εφτάμιση ώρες και συνεχώς να σκοτώνεται η μάνα μου με τον πατέρα μου για τα πολιτικά.
Και φτάνουμε στο χωριό, το οποίο είναι παπανδρεϊκό όσο εκεί που δεν μπορείς να φανταστείς και ξαφνικά βλέπουμε ότι οι μισές γριές του χωριού έχουν τρομερή αναστάτωση με τον Σαμαρά! Ο οποίος Σαμαράς τότε ήταν νέος, ωραίος, γοητευτικός, καταλαβαίνεις…
Οπότε το θυμάμαι πάρα πολύ έντονα αυτό γιατί στα μάτια ενός παιδιού -ήμουν 11 χρονών τότε, πάνω που καταλάβαινα λίγο τι γίνεται- ήταν ένα απόλυτα παράλογο πράγμα. Πάνω που είχαμε συνηθίσει ότι η μαμά και ο μπαμπά σκοτώνονται γιατί ο ένας είναι Παπανδρεϊκός και ο άλλος είναι Καραμανλομητσοτακικός, τώρα ξαφνικά όλα αυτά ανατράπηκαν με έναν Σαμαρά στη μέση που δεν ξέραμε που να τον κατατάξουμε -και με τις γριές στο χωριό σε βέρτιγκο!
Οι γονείς μου αν και αμφιταλατεύονταν, έμειναν τελικά στα κόμματά τους :προς ΠΑΣΟΚ η μαμά και προς Νέα Δημοκρατία ο μπαμπάς, αλλά χωρίς να ξέρουμε και με βεβαιότητα τι ψήφισαν. Εικάζω πάντως ότι δεν κέρδισε ψήφο η ΠΟΛΑΝ.
Μπορεί σε ένα παιδί που είναι σήμερα 20 χρονών να μη λέει τίποτα αυτή η κατάσταση, να μην μπορεί καν να τη συλλάβει, αλλά εμείς μεγαλώσαμε αλλιώς. Εμάς μάς έβαζε όλα τα ξαδέρφια η θεία μου στο χωριό στη σειρά στο πεζούλι και μας ρωτούσε έναν έναν τι χρώμα έχει ο ήλιος. Και αν έλεγες “πράσινο” έπαιρνες παγωτό.
ΑΝΤΙΝΟΟΣ ΑΛΜΠΑΝΗΣ, ΗΘΟΠΟΙΟΣ
Πρέπει να ήταν το ‘89, εγώ να ήμουν έξι χρονών και να είχε γίνει το εξής τραγελαφικό: τότε τα κόμματα πλήρωναν πλοία για να μεταφερθούν οι ετεροδημότες τζάμπα στο νησιά τους. Οπότε επέλεγες το πλοίο της παράταξης, η οποία ήταν της προτίμησής σου και πήγαινες να ψηφίσεις.
Εμείς επειδή έχουμε καταγωγή από τη Λήμνο θέλαμε να κάνουμε το ίδιο αλλά για κάποιο λόγο είχε γίνει overbooked το πλοίο του ΠΑΣΟΚ με το οποίο είχαμε σκοπό να ταξιδέψουμε -και προφανώς να ψηφίσουμε. Και επειδή έπρεπε όμως κάπως να φτάσουμε στο νησί αναγκαστήκαμε να μπούμε στο πλοίο της Νέας Δημοκρατίας.
Εμείς όμως είχαμε μέσα στο αυτοκίνητο “props”, είχαμε “merchandise”, δεν πηγαίναμε απλά στο νησί, είχαμε μαζί μας σημαιάκια, κασκολάκια, κλπ και όλα πράσινα όπως καταλαβαίνεις.
Και θυμάμαι ότι κάναμε ολόκληρη επιχείρηση για να κρύψουμε όλο αυτό το σύχρηστο υλικό για το συγκεκριμένο πλοίο και να το παίξουμε κάπως λίγο πιο δεξιοί από όσο ήμασταν.
Το ταξίδι είχε μία τρομερή ενοχή. Ένιωθα σαν να υπήρχε ένας κατάσκοπος όλη την ώρα και να μας κοίταζε, έτοιμος να μας πει “εσύ δεν είσαι Νέα Δημοκρατία”.
ΦΟΙΒΟΣ ΔΕΛΗΒΟΡΙΑΣ, ΜΟΥΣΙΚΟΣ
Φοίβος Δεληβοριάς eurokinissi
Οι πρώτες εκλογές που θυμάμαι είναι του 1977 αλλά πολύ αμυδρά. Το μόνο που μου έρχεται στη μνήμη είναι να μπαίνω στο παραβάν μαζί με τους γονείς μου και να μυρίζω αυτήν την “παραβανίλα” -την κουρτίνα, το ξύλινο κουτάκι, να μ’ αρέσει πολύ η μυρωδιά των φακέλων, να γλείφω τον φάκελο για να τον βάλουμε μέσα κτλ.
Και θυμάμαι ότι είχα κι έναν ξάδερφο που, παρότι ήμασταν μικρά παιδάκια, έλεγε ότι ήταν “φανατικός ΠΑΣΟΚ”.
Το ‘81 όμως το θυμάμαι πάρα πολύ καλά γιατί ήταν μια μέρα κατά την οποία υπήρχε πάρα πολύ μεγάλη ευφορία και αναταραχή σε όλους. Ο πατέρας μου έχει πέντε αδέρφια και ξεκινήσαμε από νωρίς να πηγαίνουμε από σπίτι σε σπίτι.
Πήγαμε και στον παππού και τη γιαγιά οι οποίοι ήταν ΚΚΕ και είχαν βάλει και στην πόρτα τους το σύνθημα “ΚΚΕ Αλλαγή, δεύτερη κατανομή”. Τότε η φιλοδοξία του ΚΚΕ ήταν να πάρει 17% στη δεύτερη κατανομή της ενισχυμένης αναλογικής, ώστε να μην έχει αυτοδυναμία το ΠΑΣΟΚ και να συγκυβερνήσουν.
Οπότε ο παππούς και η γιαγιά ήταν σε αυτό το κλίμα, ακούγοντας παράλληλα πάρα πολύ δυνατά ελαφρά τραγούδια που ήταν τα αγαπημένα τους.
Μετά πήγαμε στα αδέλφια του πατέρα μου, τα οποία κινούνταν ιδεολογικά στον χώρο προοδευτικής αριστεράς, δηλαδή ήταν κυρίως ΚΚΕ Εσωτερικού οι περισσότεροι αλλά και κάποιοι ΠΑΣΟΚ.
Έβλεπες στο κάθε σπίτι τις τάσεις και τις αποχρώσεις που θα κυριαρχούσαν μέσα στα επόμενα χρόνια. Άλλοι άκουγαν ξένη μουσική (Ντίλαν, Μπαέζ κτλ), άλλοι έψηναν και άκουγαν λαϊκά και ρεμπέτικα… και ο Σαββόπουλος ακουγόταν πάρα πολύ, και ο Θεοδωράκης...
Και απ’ την άλλη υπήρχε το σόι της μητέρας μου, όπου ήταν κάτι πάρα πολύ συμπαθητικοί Καραμανλικοί. Θυμάμαι τον θείο μου τον Μίμη, ο οποίος ήταν ένας πολύ γλυκός άνθρωπος και μας άρεσε τρομερά το σπίτι του γιατί έπαιζε πάντα πολύ ωραία αμερικανική τζαζ, είχε πολύ ωραία ηχοσυστήματα, είχε ωραία αλμανάκ ή βιβλία με ρεκόρ κτλ, οι φίλοι τους είχαν πάντα κάτι το αστικό… Και σ’ αυτό το σπίτι τελικά καταλήξαμε εκείνη τη μέρα, διότι ήταν οι μόνοι που είχαν τότε έγχρωμη τηλεόραση.
Οπότε ενώ υπήρχε αυτή η χαρά ότι έρχεται μια μεγάλη αλλαγή, ότι πέφτει το καθεστώς των τόσων ετών μετά τον εμφύλιο κτλ, στο σπίτι του θείου μου του Μίμη υπήρχε μία αδιόρατη μελαγχολία, όχι κάτι το έντονο όμως. Ήταν πολιτισμένη, δεν ήταν άλλωστε φανατικοί άνθρωποι, αγαπιόμασταν και πάρα πολύ όλοι μεταξύ μας.
Και θυμάμαι τον θείο μου να κάνει μελαγχολικά σχόλια του τύπου “και να δούμε τι θα γίνει κλπ”, και κάποια στιγμή όταν πια η νίκη ήταν σίγουρη, να λέει “νύσταξα, εγώ πάω μέσα να κοιμηθώ”. Και έκλεισε τα φώτα του σαλονιού ένα ένα, τελετουργικά, και μείναμε μόνο τα παιδιά στη βεράντα όπου είχαν βγάλει την τηλεόραση επειδή έκανε καλό καιρό.
Και ένα άλλο που θυμάμαι ήταν ότι παίξαμε εκλογές με τα ξαδέρφια μου. Εγώ είχα φτιάξει ένα δικό μου κόμμα, το οποίο το ψήφισε δυστυχώς μόνο η αδερφή μου, που λεγόταν ΚΚΚ δηλαδή “Κόμμα Κομματικών Κομματάκηδων”, γιατί φαίνεται ήθελα ένα κόμμα το οποίο να έχει μόνο κομματικά χαρακτηριστικά για να μη διχάζει. Είχα μία “κεντρώα διάθεση”, ίσως ακριβώς επειδή ήμασταν δύο οικογένειες που συνυπήρχαμε πολύ αρμονικά ενώ ήμασταν εντελώς αντίθετες πολιτικά.
Τη θυμάμαι σαν μια ευτυχισμένη ημέρα. Εμείς δεν καταλαβαίναμε και πολλά πέρα απ’ τα χρώματα και “τι κόμμα είναι ο μπαμπάς μου”, “τι κόμμα είναι ο θείος μου”, “τι είναι ο άλλος θείος μου” κλπ.. Αλλά καταλαβαίναμε ότι το κλίμα ήταν σαν γιορτή. Όλοι μαγείρευαν, όλοι έψηναν, και όλοι ετοιμάζονταν για μια καινούργια αλλά αρμονική κατάσταση. Αυτό φαινόταν και όντως αυτό συνέβη.
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ, ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΡΙΑ
Η πρώτη φορά που ψήφισα στη ζωή μου, αυτή ήταν πολύ σπουδαία για μένα. Ήμουν 19 χρονών και πήγα κρατώντας ευλαβικά το εκλογικό μου βιβλιάριο, με προσήλωση και με ανάσες, και με ένα τεράστιο αίσθημα πολιτικής ευθύνης! Ένιωθα ότι κάνω κάτι πάρα πολύ σημαντικό, ότι από εμένα κρεμόταν η τύχη της χώρας!
Και θυμάμαι και που ψήφιζα κιόλας, ήταν στη Νομική Σχολή, και επειδή τότε έμενα σε ένα πολύ μικρό διαμερισματάκι στην οδό Φωκυλίδου, στη Δεξαμενή, πήγα περπατώντας.
Το αστείο είναι ότι την επόμενη φορά που κλήθηκα να ψηφίσω είχε μεσολαβήσει μια μετακόμιση, και κάπου το έχασα το βιβλιάριο. Το έψαχνα μανιωδώς μέσα στο σπίτι και δεν το έβρισκα πουθενά. Έτσι δεν πήγα να ψηφίσω. Και ήμουν πεπεισμένη ότι θα έρθουν να με συλλάβουν. Έπαιρνα πανικόβλητη τηλέφωνο τη μαμά μου και τον μπαμπά μου και τους έλεγα “θα πάω φυλακή, να μου φέρνετε τρόφιμα” κτλ.
Δεν με συνέλαβαν τελικά και το βιβλιάριο το βρήκα μετά από μερικές ημέρες, κάπου καταχωνιασμένο αλλά θυμάμαι το άγχος και τον τρόμο γιατί η ψήφος ήταν -πάντα η ψήφος είναι υποχρεωτική τουλάχιστον ηθικά- αλλά τότε, για τα χρόνια που σου μιλάω, τέλη 80s αρχές 90s, ήταν ουσιαστικά υποχρεωτική.
Έπρεπε να έχεις μία πολύ σοβαρή δικαιολογία για να μην ψηφίσεις -να προσκομίσεις νομίζω κάποιο έγγραφο, κάποια βεβαίωση νοσοκομείου, κάτι πολύ σοβαρό τέλος πάντων.
Και έχω και την εξής ανάμνηση με τον πατέρα μου, όχι απ’ τις εκλογές αλλά απ’ την γιορτή της Δημοκρατίας. Με είχε πάρει μαζί του όταν ήμουν 17-18, είχα μόλις τελειώσει το λύκειο και εκεί είχα την ευκαιρία να γνωρίσω τον Ανδρέα Παπανδρέου και τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Και ήταν μια βραδιά που μετά δεν μπορούσα να κοιμηθώ απ’ την υπερένταση -είχα χαζέψει που είδα από κοντά όλους αυτούς τους ανθρώπους.
Κυρίως όμως δεν θα ξεχάσω τον Παπανδρέου και έτσι όπως μου τον σύστησε ο μπαμπάς μου και είπε “η κόρη μου”, και αυτός γύρισε, με κοίταξε, μου ‘σφιξε το χέρι, μου ‘σκασε ένα χαμόγελο και μου ‘πε “χαίρομαι πολύ”. Είχε μια λάμψη, είχε ένα κύρος… Εκεί κατάλαβα τη διαφορά του να είσαι πολιτικός αρχηγός, του να είσαι αρχηγός κόμματος και του να είσαι ηγέτης.
Νομίζω έχω κρατήσει και φωτογραφία από εκείνη τη βραδιά να τον κοιτάζω σαν χαζό. Δεν θα το ξεχάσω ποτέ.
Ναταλία Γερμανού φωτο eurokinissi
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΤΡΙΔΗΣ, ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ
Το ‘81, στις εκλογές που βγήκε για πρώτη φορά το ΠΑΣΟΚ, εγώ ήμουν με τον Γιάννη Μαλαθρώνα (ένα από τα παιδιά που έγραφαν στο Ποπ και Ροκ) στο Λονδίνο και έβλεπα τους Clash. Και θυμάμαι βγήκαμε έξω από τη συναυλία και παίρναμε τηλέφωνα για να μάθουμε τα αποτελέσματα.
Δεν είχα ψηφίσει εκείνη τη μέρα -και άλλες φορές δεν έχω ψηφίσει. Προτιμούσα να δω τους Clash, και μου έχουν μείνει τόσο έντονοι, που ενώ σε άλλες συναυλίες δεν θυμάμαι την ημερομηνία, αυτήν τη θυμάμαι ακριβώς. Όπως καταλαβαίνεις οι Clash τότε ήταν στα ντουζένια τους, και να τους δεις σε ένα μικρό θέατρο στο Λονδίνο, στο Lyceum Theatre, ήταν σπουδαίο πράγμα.
Ωστόσο η αλήθεια είναι ότι είχα φύγει και δεν ήθελα να είμαι στην Αθήνα και για έναν άλλον σημαντικό λόγο. Τότε ερχόταν το ΠΑΣΟΚ με δύναμη και επειδή τότε υπήρχε ένας αντιαμερικανισμός, είχα ένα προαίσθημα ότι εξαιτίας του θα μου κόψουν την εκπομπή. Ήταν τόσο έντονος ο αντιαμερικανισμός που θυμάμαι έναν μετέπειτα υπουργό τον Μαρούδα να λέει ότι “δεν θα αφήσουμε τους δορυφόρους τους να μολύνουν τον ελληνικό γαλάζιο ουρανό”.
Δεν είχα πάρει κάποιο έμμεσο μήνυμα ότι θα κοβόταν η εκπομπή μου αλλά έπαιρνα αυτήν την αίσθηση απ’ το κλίμα που υπήρχε και από όσα ακούγονταν προεκλογικά. Και έφυγα να δω τους Clash για να ξεσκάσω.
Και τελικά είχα δίκιο εν μέρει γιατί μετά από έναν μήνα με το ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, η εκπομπή μου έγινε μέρα παραμέρα. Και όχι μονο αυτο αλλά με περιόρισαν κιόλας, μου είπαν ότι “θα παίζεις περισσότερο γαλλικά και ευρωπαϊκά τραγούδια, όχι αμερικανικά”.
Αυτό κράτησε για κάποιο διάστημα αλλά ευτυχώς που υπήρχαν και εμπνευσμένοι άνθρωποι σε αυτόν τόπο, όπως ο Ιάκωβος Καμπανέλλης, που μετά από ένα διάστημα έγινε γενικός διευθυντής ραδιοφωνίας. Αυτός, ως ένας φωτισμένος άνθρωπος της αριστεράς, πέρασε από την πρώτη μέρα για να γνωρίσει τα στούντιο και όταν με είδε έτσι κατηφή και του εξήγησα τι συμβαίνει με την εκπομπή μου, με φώναξε την επόμενη ημέρα στο γραφείο του και μου είπε “από αύριο θα παίζετε και αμερικανική μουσική και ό, τι θέλετε. Και η εκπομπή ξαναγίνεται καθημερινή”. Και είναι σημαντικό να τα λέμε και αυτά.
ΑΙΜΙΛΙΑ ΥΨΗΛΑΝΤΗ, ΗΘΟΠΟΙΟΣ
Είναι σίγουρο ότι τη δική μου τη γενιά -γιατί είμαι και αρκετά μεγάλη- ότι τη σημάδεψαν οι πρώτες εκλογές μετά από τη Μεταπολίτευση. Και για όλους όσοι είχαμε δραστηριοποιηθεί στον αντιμοναρχικό αγώνα, μας σημάδεψε κυρίως το δημοψήφισμα για το πολίτευμα.
Δεν ήταν μία απλή διαδικασία, δεν ήταν σαν τις εκλογές όπου πρέπει κάποιος να επιλέξει ένα κόμμα. Ήταν μια θέση για το τι θέλουμε σε σχέση με το πολίτευμα και για το πως θα προχωρούσε πια μπροστά ο τόπος, με ένα άλλο πια καθεστώς, με μια Προεδρική Δημοκρατία.
Ήταν οι εκλογές, οι οποίες με έκαναν και να τσακωθώ με πάρα πολύ κόσμο και μάλιστα με μερικά μέλη της οικογενείας μου. Μου έλεγαν “δεν θα έρθεις εσύ να μου πεις εμένα να μη ψηφίσω τον βασιλιά μου”.
Ήταν κάποιοι άνθρωποι, οι οποίοι είχαν μια άλλη σχέση με την έννοια της βασιλείας, ακόμα και ψυχολογική, ήταν και μια ταύτιση με κάτι περίεργο, με κάτι παραμυθένιο ίσως. Η ψήφος δεν γίνεται πάντα με αυστηρά πολιτικά κριτήρια. Έχει και πολλά οπαδικά χαρακτηριστικά.
Έπρεπε να πολεμήσεις με μια ψυχολογία και με στερεότυπα που δεν είναι πολύ εύκολα να σπάσουν στον άνθρωπο και να μην τα υποτιμούμε, γιατί είναι πάρα πολύ ισχυρά και σημαντικά για την επιβίωση μας.
Τώρα πια εκ των υστέρων που τα σκέφτομαι αυτά λέω “ήμουν ανόητη να πάω να πείσω έναν άνθρωπο και να τσακωθώ μαζί του ενώ ήξερα ποια είναι τα δεδομένα”. Αλλά εγώ του μιλούσα και με τη φόρα της νεότητας, τη φόρα του γενικού κλίματος της εποχής, όπου νομίζαμε ότι μπορούμε να πείσουμε τον κόσμο όλο. Ε, δεν είναι έτσι.
Μετά βεβαίως υπήρχαν και οι εκλογές όπου ήμουν εγώ υποψήφια που είχαν έναν άλλο χαρακτήρα γιατί όταν είσαι υποψήφιος οι εκλογές είναι πια ένας αγώνας που ξεκινάει πάρα πολύ νωρίς. Έχουν και μια ενεργοποίηση διαφορετική σε μια προσπάθεια να πείσεις είτε τους γνωστούς σου είτε τους θαμώνες ενός καφενείου είτε ανθρώπους που ψωνίζουν σε μια λαϊκή αγορά.
Θυμάμαι μια φορά που μαζί με μία γιατρό και πανεπιστημιακό πήγαμε στη λαϊκή για να πείσουμε τον κόσμο να ψηφίσει ΚΚΕ και μας κοίταζαν περίεργα γιατί δεν ταιριάζαμε με αυτό που είχαν φτιάξει στο μυαλό τους στο πώς θα έπρεπε να μοιάζουν οι άνθρωποι του ΚΚΕ. Και όχι μόνο έμεναν διστακτικοί αλλά μας έκαναν και επίθεση ότι για παράδειγμα εγώ έτσι όπως είμαι δεν είμαι εργάτρια, εγώ έχω βιοτεχνία. Πώς απευθυνόμαστε εμείς σε αυτές και τους λέμε να ψηφίσουν το ΚΚΕ; Έχω πολλές τέτοιες αναμνήσεις.
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΓΙΑΝΝΙΣΗΣ, ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
Εκλογές, μία λέξη τόσες αναμνήσεις. Εντάξει, λίγο κλισέ τρόπος για να αρχίσω αυτή την αφήγηση, αλλά μήπως δεν είναι κάπως κλισέ τα όσα προηγούνται και ακολουθούν των εκλογικών αναμετρήσεων; Τέλος πάντων, βρισκόμουν σε δίλημμα για το ποια από τις δέκα κοινοβουλευτικές αναμετρήσεις που έχω ζήσει και θυμάμαι μπορώ να επιλέξω. Να γινόμουν συναισθηματικός και να μιλούσα μέσα από τα μάτια ενός οχτάχρονου αγοριού που το 1996 πήγε μαζί με τον πατέρα του πίσω από το παραβάν για να δει πώς ψηφίζουν οι μεγάλοι; (Η συγκεκριμένη εμπειρία πρέπει να είναι μία από τις πιο κοινές όλων μας).
Να επιλέξω το μεγάλο ντέρμπι του 2000, όταν κοιμηθήκαμε με κυβέρνηση Καραμανλή και ξυπνήσαμε με κυβέρνηση Σημίτη και ανατροπή στις καθυστερήσεις; (Και στο φροντιστήριο Αγγλικών κοροϊδεύαμε τον Μάρκο επειδή υποστήριζε ΔΗΚΚΙ, το οποίο δεν μπήκε στη βουλή).
Ή μήπως τη διπλή αναμέτρηση του 2012 που παρακολουθούσα από μακριά, όντας κάτοικος εξωτερικού εκείνη την περίοδο; Εν τέλει, μου βγήκε να μιλήσω για την πρώτη στην οποία συμμετείχα ως ψηφοφόρος, τις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2007. Τυπικά τη δεύτερη, μιας και είχαν προηγηθεί οι δημοτικές του 2006, αλλά εδώ μιλάμε για το Champions League των εκλογών, τις βουλευτικές.
Θυμάμαι το δύσκολο καλοκαίρι που είχε προηγηθεί, τις πυρκαγιές στην Πελοπόννησο, ένα γενικότερο κλίμα κατήφειας που επικρατούσε. Φυσικά, όταν έριχνα τον φάκελο στην κάλπη δεν μπορούσα να φανταστώ τα γεγονότα που θα ακολουθούσαν τα επόμενα χρόνια στην Ελλάδα, αλλά και τον υπόλοιπο κόσμο. Ομολογώ ότι παρόλο που έχουν περάσει 16 χρόνια από τότε, νιώθω ότι έχει περάσει τουλάχιστον μισός αιώνας.
ΕΡΡΙΚΟΣ ΛΙΤΣΗΣ, ΗΘΟΠΟΙΟΣ
Υπάρχουν δύο εκλογικές διαδικασίες στις οποίες χάρηκα πολύ και άλλες δύο στις οποίες στεναχωρήθηκα.
Η πρώτη στεναχώρια που πήρα ήταν το 1977, όταν το κόμμα που υποστήριζα, το ΚΚΕ Εσωτερικού, είχε συνάψει τη “Συμμαχία Προοδευτικών και Αριστερών Δυνάμεων” και παρόλο που πιστεύαμε ότι ήταν ένα ελπιδοφόρο σχήμα -συμμετείχαν πολλοί, και ο Ψαρουδάκης, ο αγωνιστής κατά της χούντας- τελικά πήρε μόνο 2,7%. Και εξέλεξε μόνο δύο βουλευτές, τον Ηλία Ηλιού και τον Λεωνίδα Κύρκο.
Η δεύτερη σφαλιάρα -και η τελική- ήρθε το ‘81, όταν κατέβηκε αυτόνομο το ΚΚΕ Εσωτερικού και πήρε 1,35% και έμεινε εκτός Βουλής. Δηλαδή πήγε ακόμα χειρότερα. Αν και δεν πίστεψα ότι είναι λάθος οι ιδέες του κόμματος μας εκεί κατάλαβα ότι δεν έχει εκλογικό μέλλον αυτή η κατάσταση, ότι δεν θα μας βγει. Όπως και έγινε.
Εκ παραλλήλου τώρα, τα δύο καλά γεγονότα που θυμάμαι, είναι τα εξής: αυτό που ήταν το πλέον στενάχωρο, ήταν συγχρόνως και το ένα απ’ τα πλέον χαρούμενα γιατί ήταν η πρώτη φορά που εκτός απ’ τη δεξιά -με τη γενικότερη έννοια- ένα άλλο κόμμα, δημοκρατικό, έπαιρνε την εξουσία. Μιλάω για το ΠΑΣΟΚ. Μπορεί να ήταν κάτι στενάχωρο σε προσωπικό επίπεδο επειδή το ΚΚΕ Εσωτερικού δεν μπήκε καν στη Βουλή αλλά εξετάζοντάς το πιο οικουμενικά, ήταν μία απ’ τις μεγαλύτερες εκλογικές χαρές που έχω πάρει. Ήταν ένας εκλογικός κλαυσίγελος και για μένα αλλά για άλλους συντρόφους. Απ’ τη μία κλαίγαμε και απ’ την άλλη ήμασταν κι εμείς στους δρόμους και πανηγυρίζαμε μαζί με όλο το ποτάμι του ΠΑΣΟΚ.
Και η δεύτερη χαρά ήταν όταν ο ΣΥΡΙΖΑ το ‘15 πήρε κι αυτός τις εκλογές. Ένα αριστερό δημοκρατικό σχήμα, έστω και με τις διαφωνίες που μπορεί να είχαμε και που μπορεί να έχουμε, νίκησε για πρώτη φορά τη δεξιά στις εκλογές. Ήταν κι αυτό μια μεγάλη χαρά.
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΑΝΔΡΕΑΔΗΣ ΣΥΓΓΕΛΑΚΗΣ, ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ
Θυμάμαι περισσότερο τις ιταλικές βουλευτικές εκλογές του 2006, στις οποίες υπήρχε μία τεράστια πόλωση μεταξύ Μπερλουσκόνι και της Κεντροαριστεράς. Ο υποψήφιος της κεντροαριστεράς ήταν ο Ρομάνο Πρόντι, τον οποίο τότε γνώρισα και από κοντά. Μπορεί να ήταν ικανός να ενώσει την κεντροαριστερά αλλά ήταν και λίγο αφελής, τόσο που εκμυστηρευόταν και σε μας τους δημοσιογράφους, μυστικά και στοιχεία για τους τσακωμούς και τις έριδες μέσα στην κεντροαριστερά -για παράδειγμα πόσο δύσκολη του έκανε τη ζωή και ο Ντι Πιέτρο, ο πρώην εισαγγελέας της έρευνας “Καθαρά Χέρια”.
Ήταν η μόνη φορά που υπήρχε τόση αβεβαιότητα μέχρι αργά τη νύχτα σε σχέση με το αποτέλεσμα και τελικά τα κόμματα της κεντροαριστεράς που είχαν συνθέσει τη συμμαχία έσπρωξαν κυριολεκτικά τον Πρόντι στο μπαλκόνι για να βγει να χαιρετήσει τους υποστηρικτές ως νικητής γιατί κανείς δεν καταλάβαινε ποιος είχε κερδίσει τις εκλογές.
Ο Μπερλουσκόνι έκανε ενστάσεις επί ενστάσεων, ζήτησε επανακαταμέτρηση, αλλά δεν κατάφερε να αλλάξει κάτι. Αυτή η κυβέρνηση διήρκησε δυο χρόνια και μετά έπεσε.
Δεν θα πω τι ψήφισα τότε αλλά σίγουρα δεν ψήφισα τον Μπερλουσκόνι. Επίσης να πούμε ότι εδώ δεν έχει παραβάν, έχει ουσιαστικά κάτι σαν ξύλινα δοκιμαστήρια, ας τα πούμε κάπως έτσι για να γίνουν λίγο πιο αντιληπτά με τι μοιάζουν.
Θυμάμαι επίσης τότε ότι επειδή απαγορεύονταν τα γκάλοπ λίγο πριν τις εκλογές, ότι έρχονταν πολιτικοί της κεντροαριστεράς σε μένα και σε άλλους ξένους ανταποκριτές και μας έδιναν τα απαγορευμένα γκάλοπ ζητώντας μας, αν θέλαμε, να τα δώσουμε στα μέσα ενημέρωσής της χώρας μας έτσι ώστε να διαρρεύσουν κατά κάποιον τρόπο από το εξωτερικό και στην Ιταλία. Είχαμε γίνει εκείνη τη στιγμή ο απόλυτος πόλος έλξης των κεντροαριστερών πολιτικών για να μπορούν να δείχνουν βάσει των τελευταίων γκάλοπ ότι είχαν προβάδισμα.
Σε εκείνη την περίπτωση, ναι, τα έβγαλα διότι εξυπηρετούσαν την ανάγκη της ενημέρωσης, ήταν ένα πολύτιμο στοιχείο. Δεν το έκανα για να είμαι στις υπηρεσίες εκείνων που μου τα έδωσαν.
Και κάτι ακόμα που πρέπει να σημειώσω είναι ότι ενώ τότε όλο το προοδευτικό μέτωπο έβλεπε τον Μπερλουσκόνι ως Βελζεβούλ, με κινητοποιήσεις και διαδηλώσεις για να πουλήσει τα κανάλια του, ότι δεν γινόταν ένας επιχειρηματίας ο οποίος είχε τόσες πολλές δραστηριότητες να κυβερνά τη χώρα και να έχει και την κρατική τηλεόραση κλπ, τώρα ξαφνικά ως δια μαγείας, η μεγάλη πλειοψηφία της κεντροαριστεράς βλέπει τον Μπερλουσκόνι περίπου ως σοφό πολιτικό ηγέτη, ως εγγύηση για το δημοκρατικό σύστημα.
Δεν ξέρω αν όλα αυτά είναι αποτέλεσμα του χρόνου που περνά ή του ότι ήρθε στο προσκήνιο η Μελόνι που είναι σαφώς πιο δεξιά ή του ότι τελικά υπήρξε ένας συμβιβασμός με την πραγματικότητα, ότι δηλαδή η οικογένεια Μπερλουσκόνι δεν πρόκειται να βγει απ’ το επιχειρηματικό παιχνίδι, οπότε καλύτερα είναι να υπάρξει μια πολιτισμένη συνύπαρξη παρά μία συνεχής κόντρα.
Εντυπωσιάζει όμως πραγματικά το πως από διάολος ο Μπερλουσκόνι έχει γίνει πια σχεδόν άγιος στα μάτια πολλών προοδευτικών ψηφοφόρων εδώ στην Ιταλία.
πηγή news247.gr
Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr