Ο Δημήτρης Στεφανάκης μιλά στο thebest.gr για το νέο του μυθιστόρημα, με το οποίο επέστρεψε στη μεγάλη αφήγηση
Ο κόσμος του «Μινώταυρου» του Δημήτρη Στεφανάκη είναι παρελθοντικός και ταυτόχρονα τόσο σύγχρονος, μακριά από ναφθαλίνη, που σε καταφέρνει να τον κουβαλάς μέσα σου. Όχι μόνο κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης, αλλά και μετά την ολοκλήρωσή της
Κρήτη, 1894. Το Μεγάλο Κάστρο την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Ένα φονικό. Ένας καθοριστικός έρωτας και η ζωή που προχωρά, με το μυθιστόρημα να εκτείνεται μέχρι την εποχή του Εμφυλίου.
Οι πρωταγωνιστές του κινούνται στο δικό τους λαβύρινθο και ο αναγνώστης ταξιδεύει, από την Κρήτη στο Παρίσι, με καταλύτη τα μεγάλα γεγονότα της Ιστορίας.
Ο συγγραφέας, με γλώσσα που σε κάνει να θυμάσαι ή να ανακαλύπτεις τον πλούτο της, χωρίς πομπώδεις εκφράσεις και τάσεις εντυπωσιασμού ή περιττές ντοπιολαλιές, πραγματώνει την ετυμολογία της λέξης λογοτεχνία, την ώρα που η ανάπτυξη των ηρώων γίνεται με τέτοια δικαιοσύνη, που σε καμία περίπτωση δεν τους βάζει στη σκιά του Γιαννιού και της Μαργώς, του πρωταγωνιστικού ζευγαριού. Διαβάζοντας τον "Μινώταυρο" βλέπεις την ωριμότητα του συγγραφέα, ο οποίος δεν αρέσκεται σε ευκολίες και τρικ, δημιουργώντας μια ιστορία στην οποία θες να ξαναγυρνάς και να περιπλανιέσαι μέσα στο δικό της λαβύρινθο, με βαθιά συγκίνηση.
Ο Δημήτρης Στεφανάκης μιλά στο thebest.gr για το νέο του μυθιστόρημα, με το οποίο επέστρεψε στη μεγάλη αφήγηση.
Ο μίτος αυτού του νέου βιβλίου ξεκίνησε να ξετυλίγεται από τις αφηγήσεις του πατέρα σας. Τι απαίτησε το διάστημα, ανάμεσα στον γιο που ακούει για τις «ρίζες» του, μέχρι τον συγγραφέα που επιστρέφει μετά από χρόνια στον κόσμο της μεγάλης αφήγησης;
«Η σχέση πατέρα-γιου έχει πάντα μια συγκινητική πλευρά. Θυμάμαι να ακολουθώ τον πατέρα μου στο κυνήγι, αρχές δεκαετίας του ’70 σε ένα πανέμορφο χωριό της Ηπείρου και ήταν μια από τις πιο σαγηνευτικές εμπειρίες της ζωής μου. Η πορεία στις κατάφυτες όχθες μικρών ποταμών, η περιπλάνηση σε ελατοδάση, η ανάβαση στο χιονισμένο βουνό, το καρτέρι, το σημάδι, το τουφεκίδι, τα θηράματα. Αν εξαιρέσει κανείς τη θανάτωσή τους, που από κάποια στιγμή και μετά με απωθούσε και δεν ήθελα να ακούω για κυνήγι και κυνηγούς, οι εικόνες που αποκόμισα ήταν μαγικές. Από τον πατέρα μου έμαθα και τα πρώτα Αγγλικά και κρυφάκουγα τα πρώτα Γαλλικά. Ήταν κι αυτός, όπως κι εγώ, αυτοδίδακτος. Κατά κάποιο τρόπο εκείνος μου δίδαξε και την τέχνη της αφήγησης, καθώς ήταν δεινός αφηγητής. Άκουγα επί χρόνια το «οικογενειακό μυθιστόρημα» και το παράξενο είναι ότι δεν σκέφτηκα να το αξιοποιήσω νωρίτερα».
Η συγγραφή του βιβλίου διήρκεσε 7 χρόνια. Ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση- δυσκολία και γιατί; Τι άλλαξε σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια;
«Ποτέ δεν ισχυρίστηκα ότι μου βγήκε εύκολα κάποιο βιβλίο. Να φανταστείτε ότι τα «Φρούτα εποχής», το πρωτόλειό μου, το έγραφα και το ξανάγραφα σε όλη τη δεκαετία του ’90. Η αρχική ιδέα μου για κάποιο μυθιστόρημα πάντοτε με προδίδει. Είναι σαν να ανακατεύω κάποια τράπουλα ξανά και ξανά, και με τα χρόνια θα έλεγα πως αυτό το στάδιο μου αρέσει περισσότερο. Όταν τα πράγματα πάρουν το δρόμο τους και αρχίζω να γράφω σοβαρά, το κάνω πάντα με μια επιφύλαξη διερωτώμενος πόσες διαφορετικές εκδοχές θα μπορούσα ακόμα να σκεφτώ. Ο «Μινώταυρος» είναι έργο υπομονής και η υπομονή αυτή με αποζημίωσε».
Ποιο βασικό χαρακτηριστικό της Μαργώς, του Γιαννιού και του Γιώργη θα λέγατε ότι σας χαρακτηρίζει περισσότερο; Για τη Μαργώ δε, θα μπορούσε να πει κάποιος ότι αντιπροσωπεύει τον «πυρήνα» σας ή τουλάχιστον ένα μέρος αυτού;
«Θεωρώ ότι στη ζωή μου δεν κάνω εύκολα κάποιο λάθος, τουλάχιστον λάθος που δεν μπορώ να διορθώσω στη συνέχεια. Μολονότι φαίνομαι ανυπόμονος και βιαστικός, ζυγίζω καλά μέσα μου τα πράγματα. Νομίζω ότι αυτό το στοιχείο το δάνεισα στη Μαργώ. Όσο για το Γιαννιό, αντιπροσωπεύει ως ένα βαθμό τη συντηρητική πλευρά μου. Στη πρώτη μου νιότη μου άρεσε κι εμένα να αλητεύω αλλά έβαζα όρια, όπως κι εκείνος. Ο Γιωργής, πάλι, διαθέτει ένα χιούμορ που το απόκτησε από την κοινωνική παρατήρηση, κάτι που ισχύει, πιστεύω, και στη δική μου περίπτωση».
Γιατί εντάξατε τον Ελευθέριο Βενιζέλο στο μυθιστόρημά σας; Πώς θα χαρακτηρίζατε την πολιτική στο σήμερα, τις τελευταίες δεκαετίες;
«Νομίζω σας έχω ξαναπεί ότι έχω ένα καλό φίλο στο Παρίσι, τον Φιλίπ Τεμπό, το όνομα του οποίου έχω δώσει σε κεντρικό ήρωα του «Φιλμ νουάρ». Ο Φιλίπ από το 2018 με έτρωγε να γράψω για τον Βενιζέλο. «Μα γίνεται μυθιστόρημα για την Κρήτη χωρίς Βενιζέλο;», μου έλεγε. Τον είχα ρωτήσει γιατί τόση μανία με τον Βενιζέλο. Μου έβαλε και είδα ένα βίντεο με τον Κρητικό πολιτικό να κάνει ένα σαρδάμ στα Αγγλικά και να αυτοσαρκάζεται. «Μου αρέσουν οι άνθρωποι που δεν διστάζουν να τσαλακωθούν», μου απάντησε. Και σ’ εμένα αρέσουν. Όσο για την πολιτική στο σήμερα, μάλλον δύσκολα συναντάς ηγέτες με την σαρκαστική διάθεση του Βενιζέλου κι αυτό κάτι λέει τόσο για τους πολιτικούς όσο και για την εποχή μας».
Το βιβλίο είναι αφιερωμένο πρωτίστως στον πατέρας σας τον πρώτο αφηγητή. Τι πιστεύετε ότι θα έλεγε αν το διάβαζε;
«Δεν ξέρω. Τα τελευταία χρόνια καμάρωνε γενικά για μένα και για την συγγραφική μου διαδρομή. Νομίζω ότι θα του άρεσε το βιβλίο, γιατί ήταν πάντα διακριτικός και ήθελε οι αλήθειες να λέγονται με τρόπο».
Στη συγγραφική σας διαδρομή βλέπουμε να κινείστε και στο χθες και στο σήμερα. Ποια είναι η προσωπική σας σχέση με τον χρόνο που περνά;
«Τα τελευταία τριάντα χρόνια νομίζω πως η ζωή μου πάει κι έρχεται. Ξαναζώ συχνά ό,τι έχει μείνει πίσω μου. Το σήμερα είναι μόνο μια στιγμή, σαν να στέκεσαι στο ένα πόδι, δεν μου αρκεί. Κάνω τη διαδρομή μπρος πίσω και την απολαμβάνω. Ξαναβρίσκω αγαπημένα πρόσωπα που έχουν πια χαθεί και τους οφείλω ένα μεγάλο κομμάτι ευτυχίας».
Ποιο είναι τώρα το motto σας ή το μεγαλύτερο δίδαγμα που έχετε κρατήσει μέχρι τώρα, από τη ζωή;
«Η φιλοδοξία είναι καλός και κακός σύμβουλος. Χωρίς φιλοδοξία δεν πάει κανείς πουθενά όπως δεν πάει πουθενά και με υπέρμετρη φιλοδοξία».
Πότε θα παρουσιαστεί το βιβλίο στην Πάτρα;
«Ελπίζω μέσα στο χειμώνα. Στην Πάτρα έχω αγαπημένα πρόσωπα, συγγενείς και φίλους».
Έχετε ξεκινήσει ήδη να προετοιμάζετε το επόμενο δημιούργημά σας και τι μπορούμε να αποκαλύψουμε γι αυτό;
«Δεν θέλω να πω τίποτε για την ώρα, καθώς βρίσκομαι στη φάση που απλά ανακατεύω την τράπουλα. Θα δούμε τι θα φέρει όλο αυτό το ανακάτεμα. Το μόνο που ξέρω είναι ότι σουλατσάρω με τη φαντασία μου στο μεσοπολεμικό Πειραιά».
Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr