Back to Top
#TAGS ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ Αιγιάλεια Αμαλιάδα Νάσος Νασόπουλος 15 χρόνια thebest Εκλογές ΗΠΑ 2024
Αγγελίες
Μην ψάχνεις, βρες στο
THE BEST

ΚΟΙΝΩΝΙΑ

/

«Γκούτλαντ, Ο Γουσταύος Κλάους και η χώρα του κρασιού»

«Γκούτλαντ, Ο Γουσταύος Κλάους και η χώρ...
Γιάννης Μουγγολιάς

Το νέο βιβλίο του Νίκου Μπακουνάκη, μια γοητευτική και διεισδυτική μυθιστορηματική περιήγηση στην ιστορία της Achaia Clauss

Ένα βιβλίο που προσεγγίζει μια σημαντική προσωπικότητα που έδρασε στην Πάτρα, τον Γουσταύο Κλάους, ωστόσο αφορά όλη την πόλη και όχι μόνο, μέσα στο πέρασμα του χρόνου, είναι το βιβλίο «Γκούτλαντ, ο Γουσταύος Κλάους και η χώρα του κρασιού» του Νίκου Μπακουνάκη που πρόσφατα κυκλοφόρησε σε μια θαυμάσια έκδοση από τον αθηναϊκό οίκο «Πόλις».

Ο Νίκος Μπακουνάκης, διακεκριμένος δημοσιογράφος, γνωστός από το εξαιρετικό ένθετο πολιτισμού «Βιβλία» στην εφημερίδα «Βήμα της Κυριακής» (το πρώτο ένθετο για βιβλίο στον ελληνικό τύπο) που δημιούργησε και είχε την επιμέλειά του για σειρά ετών, διδάκτωρ Ιστορίας και Πολιτισμών της Ecole des Hautes Etudes en Sciences Sociales (EHESS) του Παρισιού, ομότιμος καθηγητής Πρακτικής της Δημοσιογραφίας και Τεχνικών Αφήγησης στο Τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού του Παντείου Πανεπιστημίου στο οποίο διδάσκει την τελευταία εικοσαετία, και συνεργάτης σήμερα της lifo ως αρθρογράφος, έχει μια πολύτιμη και γόνιμη πορεία ως συγγραφέας με βιβλία που συνδυάζουν εξαιρετική ποιότητα, γνώση, εμβρίθεια αλλά και αμεσότητα.

Πατρινός ωστόσο ο Νίκος Μπακουνάκης, παρά τη σημαντική αθηνοκεντρική δραστηριότητά του, δεν αμέλησε ποτέ τα της καταγωγής του, τα οποία ως ενδιαφέροντα μονοπώλησαν συχνά την προσοχή του και καταγράφηκαν στην πολύ ενδιαφέρουσα συγγραφική του εργογραφία: «Λεωνίδας Δ. Μητσόπουλος 1839-1894. Ιστορία με παραχαράκτες από το ημερολόγιο ενός δικαστή του 19ου αιώνα» (σχόλια, εισαγωγή: Νίκος Μπακουνάκης, εκδ. Διεθνές Φεστιβάλ Πάτρας, 1989), «Το φάντασμα της Νόρμα» (εκδ. Καστανιώτης, 1991), «Πάτρα 1828-1860. Μια ελληνική πρωτεύουσα στον 19ο αιώνα» (1η έκδοση: 1988, 2η έκδοση: Καστανιώτης, 1995), «Πάτρα τότε και τώρα» (κείμενα σε φωτογραφικό λεύκωμα, εκδ. Ολκός, 2005), «Μια στιγμή της Ευρώπης στην Ελλάδα του 19ου αιώνα. Ο λόγος, η εικόνα, ο μύθος του Ανδρέα Ρηγόπουλου» (εκδ. Πόλις, 2008).

Τη σκυτάλη πήρε το νέο του βιβλίο «Γκούτλαντ» που έρχεται να προστεθεί στην πλούσια συγκομιδή του για την αγαπημένη του γενέτειρα. Και η λέξη «συγκομιδή» στην περίπτωσή μας είναι η πλέον ενδεδειγμένη αφού μιλάμε για ένα βιβλίο πρωτίστως για το κρασί και το αμπέλι. Με έναν άλλον βέβαια τρόπο και όχι με τον τυπικό γευσιγνωστικό τρόπο. Αν και αυτός ο τρόπος συχνά υπηρετείται θαυμάσια στο βιβλίο, αφού ο Μπακουνάκης, εκτός των άλλων, είναι και εξαιρετικός εκτιμητής του καλού κρασιού.

-Το εξώφυλλο του βιβλίου

-Το εξώφυλλο του βιβλίου

Στις 380 σελίδες του βιβλίου έχουμε ένα συναρπαστικό οδοιπορικό που υπερβαίνει έναν αιώνα ζωής (από το 1833 έως το 1949) και αρχίζει με την έλευση του Βαυαρού εμπόρου Γουσταύου Κλάους (2 Απριλίου 1825-11 Σεπτεμβρίου 1908) στην Πάτρα στα 27 του για να δημιουργήσει την «Αχαϊα», τη γνωστή σε όλους μας Achaia Clauss και φτάνει μέχρι το τέλος της μεταπολεμικής πενταετίας παρακολουθώντας κατά βήμα τη «χώρα του κρασιού», την «Gutland, την “Αχαϊα”, τη δημοκρατία του κρασιού» απ΄ όπου «πέρασαν σπουδαίοι, πέρασαν Γερμανοί, Ελασίτες, Άγγλοι και Αμερικανοί, περάσαμε και μεις!». Ανάμεσα σε αυτούς που «περιστοιχίζουν» τον Γουσταύο στις σελίδες αυτού του έξοχου βιβλίου, είναι ο Φραντσέσκο Μάλλια, μετανάστης από τη Μάλτα, δεξί χέρι του Γουσταύου και πρώτος άποικος στην Colonie, την πολυεθνική κοινότητα των εργαζόμενων στην οινοποιία, που αργότερα ονομάστηκε Γκούτλαντ από τον Κλάους, ο Γιάκομπ Κλίπφελ, πρώτος οινολόγος και πιθανότατα δημιουργός της  Μαυροδάφνης, η Αθηναία σύζυγος του Κλάους Θωμαΐδα Καρπούνη, ο Μέντσερ, βουλευτής στο Ράιχσταγκ και πρώτος εισαγωγέας ελληνικών κρασιών στη Γερμανία, ο Βασίλης Κασπίρης, φουστανελοφόρος σωματοφύλακας του Κλάους και κωδωνοκρούστης της Γκούτλαντ, η κόρη του Κλάους και αποκλειστική κληρονόμος του Αμαλία φον Πέρφαλ, η οικογένεια Αντωνόπουλου που με επικεφαλής τον Βλάσσιο, συνεχιστή της «Αχαϊας» μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και βενιζελικό βουλευτή, ο εκπρόσωπος των κρασιών στη Βομβάη Θεόδωρος Βαφειάδης, ο θρυλικός Πατρινός ολυμπιονίκης αρσιβαρίστας Δημήτριος Τόφαλος, εκπρόσωπος των κρασιών στη Νέα Υόρκη και η Επονίτισσα Λαμπρινή Κακού που μέσα στην Αχαϊα πίνει στη μνήμη του κρεμασμένου αδελφού της λίγο πριν το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου.

Όλοι τους πρόσωπα που έζησαν στην Γκούτλαντ και οι ζωές τους φωτίζονται μέσα από την έρευνα αλλά και τη συστηματική κριτική άποψη και μέθοδο του Μπακουνάκη. Ζωές που ανασυστήνονται, ζωές ετερόκλητων ανθρώπων που πέρασαν από την Γκούτλαντ αφήνοντας χαρακτηριστικό ίχνος. Όπως ετερόκλητοι ήταν και οι διάφορες επισκέπτες της «Αχαϊας» και θαυμαστές των κρασιών της. Είναι χαρακτηριστική και ενδεικτική του στόχου του συγγραφέα να δείξει αυτή τη συνύπαρξη των ετερόκλητων κατοίκων της Γκούτλαντ (εργαζομένων, υπαλλήλων, στελεχών, γυναικών του χωριού με φτωχά ρούχα, παιδιών ντυμένων με ντρίλινες ποδιές, φουστανελοφόρου, Γερμανίδων ντυμένων ομοιόμορφα με πλαστρόν και μακριές ποδιές πάνω από τις φούστες), η φωτογραφία του εξωφύλλου, η οποία περιγράφεται από τον συγγραφέα με ξεχωριστό τρόπο σε μια από τις πιο ενδιαφέρουσες στιγμές του βιβλίου, κατά την ταπεινή μου γνώμη, στις σελίδες 253-261. Μια περιγραφή ουσιαστική, διεισδυτική που σε κάνει να δεις «ζουμάροντας» στις μορφές και πίσω από αυτές, να νιώσεις την έννοια της κοινότητας, των κοινών και διαφορετικών και να βγάλεις πλήθος συμπερασμάτων που συνδέονται με χαλαρούς ή ισχυρούς δεσμούς με το κρασί. «Εδώ αποτυπώνεται η κοινωνική ποικιλομορφία της “αποικίας”, αυτό το κράμα εθνικοτήτων, θρησκειών και επαγγελμάτων που δηλώνεται κυρίως μέσα από την αμφίεση και τη στάση των σωμάτων».

O Νίκος Μπακουνάκης χρησιμοποιεί μια ρέουσα δημοσιογραφική γλώσσα που ξεδιαλύνει σταδιακά και αποτελεσματικά τα κομμάτια του πληθωρικού παζλ που έχει στη διάθεσή του μέσα από νεκρολογίες, σπάνιο ποικίλο ιστορικό υλικό και τα αρχεία τα οποία ψάχνει με κυριότερο το εντυπωσιακό αρχείο της Achaia Clauss. O Μπακουνάκης δεν καταφεύγει σε εύκολες λύσεις ούτε παραθέτει στοιχεία με τη συστηματική αποδεικτική έρευνα που τεκμηριώνει αυστηρά τις πηγές του. Διαθέτοντας το κύρος του αντικειμενικού και έγκριτου ερευνητή, προχωρά παραπέρα, ανασυνθέτει τα τεκμήρια και τα γεγονότα παρεμβάλλοντας την κριτική του ματιά, τους αρμούς της λογικής σκέψης, της ιστορικής του γνώσης και του δημοσιογραφικού του κριτηρίου. Διατυπώνει αμφιβολίες, αποδρά από τις βεβαιότητες, εξετάζει και συνδέει τα γεγονότα με την εξέλιξη της Ιστορίας και εν τέλει ξεφεύγει από μια αναμενόμενη στείρα ιστοριοδιφική παράθεση αναζητώντας την ουσία στη σύνθεση ενός μυθιστορήματος. Οι απορίες γίνονται ερωτήσεις προς τον συγγραφέα και κατ΄ επέκταση προς τους αναγνώστες. Εκεί που τελειώνει η βεβαιωμένη αποδεικτική, αταλάντευτη δύναμη των αρχείων αρχίζει η κριτική αναμόχλευση και γεννιούνται οι γέφυρες της σύνθεσης και της συνέχειας. Μιας απόλυτα λογικής συνέχειας. Μια μυθιστορηματική αφήγηση που βασίζεται σε πραγματικά στοιχεία και έχει πολύ ενδιαφέρον να αναγνωστεί ως τέτοια, με την αύρα δηλαδή ενός συναρπαστικού μυθιστορήματος. Ενός μυθιστορήματος με στόχευση. Απολαυστικού, με εξαντλητικό πλούτο πληροφοριών και στοιχείων αλλά το κυριότερο με διακριτό στόχο που από την αρχή έχει τεθεί και υπηρετείται καθ΄ όλη τη διάρκεια της ανάπτυξής του.

Ο συγγραφέας Νίκος Μπακουνάκης, φωτο Πάρ...

Ο συγγραφέας Νίκος Μπακουνάκης, φωτο Πάρις Ταβιτιάν

Και μέσα από αυτό προβάλλει ο τόπος, η Πάτρα λαμπερή ή άθλια αν κρίνουμε από τις εντυπώσεις του Φλωμπέρ, η Πάτρα του Δημοτικού Θεάτρου και του Δημοτικού Νοσοκομείου στην ανέγερση των οποίων συνέβαλε καθοριστικά ο Γουσταύος Κλάους, η μοντέρνα πόλη που πλέον αναπτύσσεται κατά μήκος της θάλασσας σύμφωνα με το σχέδιο του Βούλγαρη, η Πάτρα του εμπορίου, η Πάτρα των αντιφάσεων.

Ο Γουσταύος Κλάους

Ο Γουσταύος Κλάους

Και επειδή ο λόγος του συγγραφέα είναι ο πλέον αρμόδιος και κατάλληλος για να μας ξεναγήσει στο βιβλίο, παραθέτουμε χαρακτηριστικά αποσπάσματα:

Ο θάνατος και η κηδεία ενός αστού-πόσο μάλλον μεγαλοαστού-δεν ήταν μια οικογενειακή, ιδιωτική υπόθεση, αλλά ένα μεγάλο κοινωνικό γεγονός και επιπλέον ένα «θέμα», μια γιορτή πένθους που ανανοηματοδοτούσε τον δημόσιο χώρο. Η κηδεία ενός «κρατίσιου εμπόρου», ενός «μεγαλοεμπόρου», μιας «κορωνίδας του εμπορίου», ενός «κεφαλαιούχου», ενός «διαχειριστού εξουσίας», ενός «βιομηχάνου», μιας «βιομηχανικής φιγούρας», ενός «μεγαλοκτηματίου»-όπως αποκαλούνταν οι επιφανείς τεθνεώντες στις νεκρολογίες των εφημερίδων-, ήταν, για την πόλη, μεγαλοπρεπές θέαμα. Ήταν μια κοινωνικότητα μεσίστιων σημαιών, πένθιμων εμβατηρίων και μελανών κρεπ, με αφετηρία και κέντρο τις εκκλησίες. Καθώς το εμπορικό στρώμα της πόλης ήταν πολυεθνικό, μέχρι τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο κέντρο αυτών των γιορτών πένθους αποτελούσαν η ορθόδοξη μητρόπολη του Ευαγγελισμού στην οδό Μαιζώνος, η καθολική εκκλησία του Αγίου Ανδρέα, στον ίδιο δρόμο, και η αγγλικανική εκκλησία του Αγίου Ανδρέα στην οδό Αγίου Ανδρέα. Ο απόστολος Ανδρέας –που, κατά την παράδοση, μαρτύρησε στην Πάτρα-δεν ήταν μόνο ο πολιούχος της πόλης. Ήταν επίσης προστάτης δύο δυναμικών συντεχνιών: των αλιέων-στην οποία μετείχαν πολλοί Ιταλοί, οι λεγόμενοι Ιταλοπατρινοί-και των βυρσοδεψών. Η αντιπαράθεση των δύο συντεχνιών για το ποιος θα κρατούσε την εικόνα κατά τις λιτανείες προκαλούσε μικρές οδομαχίες στην πόλη.

Οι νεκρολογίες (obituaries), από τις σημαντικότερες πηγές για την ανασύσταση των κοινωνικών ιεραρχιών και των ανθρωπολογικών παραδειγμάτων-άσχετα από την αναπόφευκτη δοξαστική ρητορική τους-, καθώς και οι περιγραφές κηδειών στις εφημερίδες διασώζουν αυτά τα θεάματα και το τελετουργικό τους. Οι κηδείες μπορεί να επιφέρουν μια στιγμιαία διακοπή στη ζωή της πόλης, ιδίως όταν σταματάει η οικονομική δραστηριότητα και κλείνουν τα καταστήματα, αναμφίβολα όμως συμβάλλουν  στην κοινωνική συνεκτικότητα. Συμμετέχει όλη η πόλη, όλοι αναζητούν από νωρίς τα καίρια σημεία των κεντρικών δρόμων για να «απολαύσουν της κηδείας το θέαμα». Νεκροφόρες –συχνά τέθριππες-, στεφανοφόροι, μουσικές και μπάντες, στρατιωτικά αγήματα, ιερείς και αρχιερείς, αξιωματούχοι με επίσημες στολές, πρόξενοι, ακόμα και τα αγαπημένα ζώα των τεθνεώντων, κυρίως τα άλογα, έπαιρναν μέρος στις πομπές…

…όλα αυτά είναι γεγονότα της μικροϊστορίας και, ίσως, ανεκδοτολογικά. Μας βοηθούν όμως να κατανοήσουμε τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούσαν, αισθάνονταν και αντιλαμβάνονταν το δημόσιο και το ιδιωτικό, το τοπικό και το διεθνές, αυτές οι τόσο μακρινές και ταυτόχρονα τόσο κοντινές σε εμάς κοινωνίες, αφού μας χωρίζει μόλις ένας αιώνας, σχεδόν τρεις γενιές βιωματικής μνήμης.

Το πλοίο μέσα στο οποίο άφησε την τελευτ...

Το πλοίο μέσα στο οποίο άφησε την τελευταία του πνοή ο Γουσταύος Κλάους

Το αγγελτήριο του θανάτου του Γουσταύου Κλάους

Το αγγελτήριο του θανάτου του Γουσταύου Κλάους

Ο Γουσταύος Κλάους κάνει το παν για να επιτύχει, όχι μόνο την ευρεία διάδοση, αλλά και την ευρεία νομιμοποίηση της μαυροδάφνης. Βρίσκουμε στα αρχεία της εταιρείας δύο έγγραφα, στα λατινικά, από τους Αρχιεπισκόπους της Καθολικής Εκκλησίας της Αθήνας και της Σύρας, με τα οποία αμφότεροι βεβαιώνουν ότι η μαυροδάφνη είναι κατάλληλος οίνος για τη θεία λειτουργία. Το γεγονός αυτό δεν προκαλεί έκπληξη, ούτε μπορεί να θεωρηθεί ένδειξη εύνοιας της ηγεσίας της Καθολικής Εκκλησίας της Ελλάδας προς έναν ευαγγελικό Βαυαρό. Ο πρωτοπόρος της γαλλικής εθνολογίας Μαρσέλ Μως έγραφε ότι τα ποτά που συνιστούν προϊόν και αποτέλεσμα ζύμωσης οδηγούν απευθείας στη θρησκεία.

Την πρακτική του Κλάους ακολούθησαν και οι Έλληνες διάδοχοί του, τα μέλη της οικογένειας Αντωνόπουλου. Μεσοπολεμική ετικέτα «Μαυροδάφνης», τυπωμένη από το μεγάλο χρωμολιθογραφείο Ασπιώτη-Έλκα, συνοδεύεται από κείμενο του Αρχιεπισκόπου της Καθολικής Εκκλησίας Αθηνών Ιωάννη Φ. Φιλιππούση, με ημερομηνία 23 Μαϊου 1933. Ο εκκλησιαστικός αξιωματούχος βεβαιώνει ότι, σύμφωνα με την έκθεση του εφημερίου της καθολικής ενορίας της Πάτρας Ιωάννη Σινιγάλια-βασισμένη στην πραγματογνωμοσύνη και στις αναλύσεις των τεχνικών (καθολικού θρησκεύματος) που εργάζονται στην εταιρεία «Achaia Clauss»-, η «Μαυροδάφνη» είναι αγνό κρασί που παράγεται από νωπά σταφύλια και, επομένως, κρίνεται κατάλληλη για τη θεία λειτουργία. Προτείνει μάλιστα αυτό το κρασί να αποστέλλεται σε ειδικές συσκευασίες στις οποίες να αναγράφεται η φράση «Vinum pro missa» («Οίνος δια λειτουργίαν»). Τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς, το κείμενο του καθολικού Αρχιεπισκόπου της Αθήνας τυπώνεται, από το τυπογραφείο και λιθογραφείο Ασπιώτη της Κέρκυρας, σε 55.000 δίπτυχα και σε πέντε γλώσσες-ελληνικά, γαλλικά, αγγλικά, γερμανικά και πολωνικά-, δημιουργώντας έτσι ένα ιερό διαβατήριο για τη «Μαυροδάφνη».

 

Πρωτότυπη καρτποστάλ της Γκούτλαντ

Πρωτότυπη καρτποστάλ της Γκούτλαντ

Καρτποστάλ που είχε κυκλοφορήσει φτάνοντ...

Καρτποστάλ που είχε κυκλοφορήσει φτάνοντας σε όλο τον κόσμο και διαφημίζοντας την Αχαϊα

Το 1851  -έναν χρόνο πριν ο Γουσταύος Κλάους εγκατασταθεί στην Πάτρα ως έμπορος, και δέκα χρόνια πριν αρχίσει να δημιουργεί αμπελώνες στο υψίπεδο του Πετρωτού- ένας άλλος Γουσταύος επισκεπτόταν την Πάτρα, αφήνοντάς μας τη μαρτυρία του για το κρασί που δοκίμασε, ένα «απαίσιο γλυκό, αφρώδες» («une bouteille d΄ affreux, vin sucre, mousseux»). Ο Γουσταύος αυτός δεν είναι άλλος από τον Γουσταύο Φλωμπέρ. Μόνο που δεν είναι ακόμα ο μεγάλος συγγραφέας της “Μαντάμ Μποβαρύ”, που θα γινόταν σε λίγο. Η Πάτρα είναι ο τελευταίος σταθμός του μεγάλου, πολύμηνου «ταξιδιού στην Ανατολή» (Αίγυπτος, Παλαιστίνη, Ρόδος, Μικρά Ασία, Κωνσταντινούπολη, Ελλάδα) που έκανε ο Φλωμπέρ μαζί με τον φίλο του Μαξίμ ντυ Καν, από το τέλος του 1849, σε όλη τη διάρκεια του 1850 και τον Ιανουάριο του 1851. Από την Πάτρα, θα έπαιρναν το πλοίο για Κέρκυρα και Μπρίντιζι…

Η Πάτρα είναι ακόμα μια νέα πόλη, ασχημάτιστη, έχοντας πίσω της μόλις είκοσι χρόνια ζωής. Ο Φλωμπέρ τη χαρακτηρίζει «άθλιο τόπο διαμονής» και περιγράφει λεπτομερώς στη μητέρα του την ελεεινή κατάσταση που αντικρίζει: «Οι απόπατοι, εδώ, είναι παραδίπλα ή καλύτερα καταμεσής ενός κοτετσιού που πιάνει ένα δωμάτιο. Για να φτάσουμε σε αυτή την τρύπα, είμαστε υποχρεωμένοι σχεδόν να δώσουμε μάχη με τις γαλοπούλες. Τι τρύπα! Πιστεύω ότι ο ξενοδόχος λαδώνει τα πουλερικά με σκατά. Το δείχνει και η κουζίνα του».

Ο Ζαν-Πωλ Σαρτρ πίνει Δεμέστιχα στην Αθή...

Ο Ζαν-Πωλ Σαρτρ πίνει Δεμέστιχα στην Αθήνα, σε μια ταβέρνα της Πλάκας

Η Γκούτλαντ σε καρτποστάλ των αρχών του 20ού αιώνα

Η Γκούτλαντ σε καρτποστάλ των αρχών του 20ού αιώνα

Ο Γουσταύος Κλάους, όπως θα δούμε, προερχόταν κι ο ίδιος από τον κόσμο του σταφιδεμπορίου. Αυτόν τον κόσμο τον γνώριζε και τον μελετούσε∙ ήταν κομμάτι του. Λειτουργούσε μάλιστα ως άτυπος σύμβουλος πολιτικών και κοινοβουλευτικών ανδρών -μεταξύ των οποίων και ο Χαρίλαος Τρικούπης-, για τα θέματα της οικονομίας, της φορολογίας κα των δασμών στο εμπόριο της σταφίδας. Αυτή τη σχέση, που αγγίζει τα όρια της οικειότητας, τη δείχνει πολύ καλά μια επιστολή που στέλνει ο Γουσταύος Κλάους από την Πάτρα στον Χαρίλαο Τρικούπη, με ημερομηνία 7/19 Μαϊου 1879, ιδιόχειρη και γραμμένη στα γαλλικά. Την οικειότητα αυτή μαρτυρεί το γεγονός ότι ο Γουσταύος περνάει από τα εμπορικά θέματα σε πιο οικογενειακά, στον κύκλο του ανθρώπινου ενδιαφέροντος…

… Πάντως, η μνήμη και η υστεροφημία του Γουσταύου Κλάους δεν θα συνδεθούν με τη σταφίδα. Το όνομά του θα συνδεθεί για πάντα με το κρασί, και ιδιαίτερα με τη λευκή «Δεμέστιχα», το κρασί από ροδίτη αλεπού των ορεινών αμπελώνωνν του χωριού Δεμέστιχα των Καλαβρύτων. Θα συνδεθεί επίσης με τη γλυκιά «Μαυροδάφνη». Εδώ όμως κρύβεται το παράδοξο, καθώς μέσα στη γλυκιά «Μαυροδάφνη» υπάρχει η κορινθιακή σταφίδα∙ και όχι απλώς σαν συστατικό της ανάμειξης, αλλά σαν μια γευστική μνήμη, που είναι τελικά η μνήμη της ίδιας της οινικής ιστορίας μας, μιας ιστορίας ενηλικίωσης.

 

Οι εργαζόμενοι της Γκούτλαντ με τις οικο...

Οι εργαζόμενοι της Γκούτλαντ με τις οικογένειες τους τέλη του 19ου αιώνα, με σαφείς ενδείξεις της κοινωνικής ποικιλομορφίας της αποικίας

Η αφήγηση της Ολυμπίας Μάλλιου αναβιώνει, με ονοματολογικές λεπτομέρειες, μια μοναδική κοινότητα που όμοιά της δεν νομίζουμε να υπάρχει στον ελλαδικό χώρο, τόσο σε οργάνωση όσο και σε διάρκεια. Η αφήγησή της δεν κάνει, όμως, μόνο αυτό∙ παρέχει και υλικό για μια ανθρωπολογική ματιά στην κοινότητα της «Αχαϊας»: σκιαγραφείται η συμβίωση δεκάδων ανθρώπων με διαφορετικό εθνικό και πολιτισμικό υπόβαθρο και καταγωγή∙ η συνοχή που  σφυρηλατείται από τον χώρο τον οποίο κατοικούν-με τα τόσο διακριτά όρια και με την καθοριστική παρουσία της γεωγραφίας-, αλλά και από τον καταμερισμό της εργασίας γύρω από το αμπέλι και το κρασί∙ ο αριθμός των οικογενειών καθώς και ο αριθμός των μελών τους∙ τα φύλα∙ η διαδοχή από πατέρα σε γιο, αλλά και η εξασφάλιση της συνέχειας μέσα από τους γάμους. Είναι πολύ ενδιαφέρουσα στην αφήγηση της Ολυμπίας, για παράδειγμα, η διαρκής παρουσία του γειτονικού χωριού Σαραβάλι, που στέλνει νύφες για τους άρρενες της οινοποιίας, προφανώς κόρες ή αδελφές των εποχικών εργατών στους αμπελώνες και στον τρύγο. Ένα χωριό, δεξαμενή γυναικών.

 *

Εκατό χρόνια από την ημέρα που ο Γουσταύος ανακάλυψε τους ορεινούς αμπελώνες του Ερυμάνθου, ο Ζαν-Πωλ Σαρτρ πίνει «Δεμέστιχα» στην Αθήνα, σε μια ταβέρνα της Πλάκας -ίσως τον «Ερωτόκριτο»- ή του Μετς, αυτής της γοητευτικής παριλίσσιας συνοικίας της ελληνικής πρωτεύουσας. Η φωτογραφία, που σώζεται στο αρχείο της «Achaia Clauss», απεικονίζει τον μυθικό φιλόσοφο της μεταπολεμικής εποχής να δοκιμάζει, με το κλασικό κρασοπότηρο της ταβέρνας, τη «Δεμέστιχά» του. Το μπουκάλι αυτού του λευκού κρασιού το βλέπουμε στο κέντρο του τραπεζιού, σαν ένα τοτέμ.

Ξέρουμε, από τις βιογραφίες του Σαρτρ, ότι ο φιλόσοφος ήταν πότης κι ότι το αλκοόλ ήταν μέρος της ύπαρξής του. Στην τελετουργία των κυριακάτικων γευμάτων τους με τη Σιμόν ντε Μποβουάρ, στην μπρασερί του Μονπαρνάς «La Coupole», ένα μπουκάλι κόκκινο Βουργουνδίας αποτελεί τον ρυθμιστή αυτής της κυριακάτικης ρουτίνας. Το θέμα δεν είναι, όμως, ο πότης Σαρτρ. Είναι ο τολμηρός παραλληλισμός ενός φωτεινού και διάφανου ήλιου με το λευκό κρασί, και το αντίστροφο: το λευκό κρασί, ή καλύτερα το λευκό κρασάκι, πλάι στον φωτεινό και διάφανο ήλιο. Βρίσκουμε αυτή τη μεταφορά στο βιβλίο του Ζαν-Πωλ Σαρτρ “Η Ναυτία”, που είχε κυκλοφορήσει το 1938, ένα μεταφυσικό μυθιστόρημα που αποτελεί μάλλον τη μυθιστορηματική πλαισίωση μιας οντολογικής εμπειρίας της ύπαρξης: «Le soleil etait clair et diaphane: un petit vin blanc».

 

 

Η Γκούτλαντ φωτογραφημένη από τον Αθανάσ...

Η Γκούτλαντ φωτογραφημένη από τον Αθανάσιο Ατσαρίτη σε επιχρωματισμένη καρτποστάλ του τέλος του 19ου αιώνα

*

H Σίσσυ ήταν μία από τις επιφανέστερες διασημότητες στην Ευρώπη του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα. Μολονότι ήθελε να περνάει απαρατήρητη και ταξίδευε με το ψευδώνυμο Κόμισσα του Χόχενεμπς )Hohenembs), ο μύθος της είχε επιβληθεί από νωρίς. Λίγο μετά την αναχώρηση της αυτοκράτειρας Ελισάβετ από την Πάτρα, ο Γουσταύος Κλάους θα άνοιγε, μέσα στις πρώτες μέρες του Οκτωβρίου, Βιβλίο Επισκεπτών, με πρώτη εγγραφή την επίσκεψη της Σίσσυ στην «Αχαϊα». Ο Κλάους, που διακρινόταν για τη διαίσθησή του, φαίνεται πως αντιλήφθηκε αμέσως πόσο σημαντική θα ήταν για τη φήμη, το κύρος και τη διάδοση των κρασιών του η σύνδεσή τους με διασημότητες. Και, στην εποχή του, διασημότητες ήταν κυρίως οι εστεμμένοι και οι τιτλούχοι, που ήταν πολλοί και, κυρίως, ταξίδευαν. Ο αριθμός τους θα μπορούσε να συγκριθεί με τον αριθμό των σημερινών κινηματογραφικών σταρ. Ιδίως η Αυστροουγγαρία, και γενικότερα ο γερμανικός κόσμος, παρήγε πλήθος πρίγκιπες, πριγκίπισσες, βαρόνους, βαρονέσες, κόμητες και κόμισσες.

Ο Γουσταύος δεν αρκέστηκε, όμως, στο Βιβλίο Επισκεπτών: παρήγγειλε επίσης μαρμάρινη αναμνηστική πλάκα για την επίσκεψη της Kaiserin Elisabeth. Συνέλαβε ταυτόχρονα την ιδέα να δημιουργήσει αφιερωματικά βαρέλια, πάνω στα οποία θα σκάλιζε τα ονόματα των υψηλών επισκεπτών του…

… Από την εποχή της αυτοκράτειρας Ελισάβετ της Αυστρίας μέχρι τον Ζαν-Πωλ Σαρτρ, περνώντας από τον Αχιλλέα Μαδρά, οι διασημότητες ρυθμίζουν την επικοινωνιακή εξωστρέφεια της «Αχαϊας». Τους Ευρωπαίους εστεμμένους και τιτλούχους διαδέχονται τα μέλη της ελληνικής βασιλικής οικογένειας και, κατόπιν, πολιτικοί, διπλωμάτες, συγγραφείς, ποιητές, ηθοποιοί, αθλητές, τραγουδιστές. Το Βιβλίο Επισκεπτών δεν έκλεισε ούτε στη διάρκεια της Κατοχής και του Εμφυλίου Πολέμου. Είναι δεκάδες οι υπογραφές αξιωματικών των στρατών Κατοχής-Ιταλών και Γερμανών-, αλλά και ανταρτών του ΕΛΑΣ, αξιωματικών του εθνικού στρατού και των συμμαχικών δυνάμεων, αξιωματούχων της UNRA, του Ερυθρού Σταυρού, κλπ. Το κρασί επιβάλλεται σε όλους, σαν μια καταλυτική δύναμη που εξουδετερώνει αντιπαλότητες και χαρίζει ελπίδα.

*

Ο αντάρτης Λιάκος ήταν ο αξιωματικός του ΕΛΑΣ Ηλίας Παπαστεργιόπουλος, που είχε βρεθεί στις 20 Μαρτίου 1944 στο οινοποιείο της «Αχαϊας-Clauss» σε ειδική αποστολή: θα συναντούσε εκεί Γερμανούς αξιωματικούς, με την παρουσία εκπροσώπων του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, για την ανταλλαγή αιχμαλώτων. Θα ανταλλάσσονταν τρεις Γερμανοί αξιωματικοί με τριάντα Έλληνες. Η αποστολή δεν ευοδώθηκε, αλλά η συνάντηση του Λιάκου με τους Γερμανούς αξιωματικούς καταγράφηκε φωτογραφικά. Κάνει πολύ κρύο, καθώς από το χιονισμένο Παναχαϊκό κατεβαίνει παγωμένος αέρας. Ο Λιάκος φοράει τη μάλλινη χλαίνη του, ο Γερμανός αξιωματικός το δερμάτινο παλτό του με όλα τα insignia του χιτλερικού Ράιχ, και οι εθελόντριες αδελφές νοσοκόμες του Ερυθρού Σταυρού τις χειμωνιάτικες πελερίνες τους. Το τοπίο μοιάζει γυμνό, ίσως να βρίσκεται έξω από τον χώρο της οινοποιίας, στη θέση των ξεριζωμένων αμπελώνων. Ανεξάρτητα από την ταύτιση του ακριβούς σημείου όπου έγινε η φωτογράφιση, η συνάντηση αυτή δείχνει ότι η οινοποιία θεωρείται κάτι σαν ουδέτερο έδαφος, όπου όλοι έχουν τη θέση τους. Το βλέπουμε αυτό και στο Βιβλίο Επισκεπτών, όπου στην ίδια σελίδα μπορεί να υπογράφουν Ιταλοί, Γερμανοί, Ελασίτες, σαμποτέρ από τη Μέση Ανατολή που προσγειώνονται με αλεξίπτωτο στην οινοποιία, ταγματασφαλίτες, Αμερικανοί δημοσιογράφοι, ουδέτεροι εκπρόσωποι διεθνών οργανισμών, αλλά και απλοί πολίτες που έρχονται να ξεχαστούν με το κρασί που δοκιμάζουν και να ξεκουράσουν τα μάτια τους με τη θέα. Η «Αχαϊα» δεν μοιάζει μόνο ουδέτερο έδαφος, αλλά και οικείο σε όλους.

 

*Οι φωτογραφίες που συνοδεύουν το κείμενο προέρχονται από το βιβλίο του Νίκου Μπακουνάκη «Γκούτλαντ, Ο Γουσταύος Κλάους και η χώρα του κρασιού».

Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr

Ειδήσεις