Tο κλίμα στην Πάτρα
Πριν από 130 σχεδόν χρόνια η Πάτρα ζούσε στους ρυθμούς των Α’ Ολυμπιακών Αγώνων, που μετά από 16 αιώνες επρόκειτο να αναβιώσουν.
Ηταν κάτι που το έζησε και πολλά χρόνια αργότερα, το 2004, όταν οι Αγώνες έγιναν εκ νέου στην Ελλάδα, στην Αθήνα και πάλι, με μέρος όμως του ποδοσφαιρικού τουρνουά να διεξάγεται στηνΠάτρα.
Πίσω λοιπόν στο 1896 και ιδού πως είχε το κλίμα στην Πάτρα:
Η είδηση για την τέλεση των Α' Διεθνών Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα το 1896, όπως ήταν επόμενο, ενθουσίασε τους πατρινούς, οι οποίοι, από το Καλοκαίρι του 1895, άρχισαν τις προετοιμασίες για το μεγάλο γεγονός. Σκεπτόμενη ωφελιμιστικά η πλειοψηφία των Πατρινών προσδοκούσε ότι θα καρπωθεί κέρδη από τους Ολυμπιακούς Αγώνες, γιατί διέθετε την μοναδική δίοδο επικοινωνίας μεταξύ Ελλάδας και Ευρώπης. Από το λιμάνι της θα διέρχονταν όλοι οι ξένοι αθλητές και επισκέπτες, που θα επιθυμούσαν να μετάσχουν ή να παρακολουθήσουν το διεθνές αθλητικό γεγονός της Αθήνας. Επίσης, από την Πάτρα θα περνούσαν και όσοι θα ήθελαν να περιηγηθούν στην Αρχαία Ολυμπία, η αποκάλυψη των ιερών της οποίας είχε γίνει πριν λίγα χρόνια. Για τους λόγους αυτούς άρχισε τις προετοιμασίες από το καλοκαίρι του 1895. Ευπρεπίστηκαν τα κτίρια του Τελωνείου και του Λιμεναρχείου που ήταν στο λιμάνι, καθώς και ο σιδηροδρομικός σταθμός. Επισκευάσθηκαν οι δρόμοι στο κέντρο της πόλης και προς το Γηροκομείο και στην Αχαΐα - Κλάους, αξιοθέατα που πιθανότατα θα προσέλκυαν ξένους επισκέπτες. Οι εστιάτορες, οι ξενοδόχοι και γενικώς οι καταστηματάρχες βελτίωσαν την εμφάνιση, ή ανανέωσαν τον εξοπλισμό των επιχειρήσεων τους.
Παράλληλα, δραστηριοποιήθηκαν και οι δύο Αθλητικοί Σύλλογοι της πόλης, αμέσως μετά τα Τήνια, θέλοντας να προετοιμάσουν όσο το δυνατόν καλύτερα τους αθλητές - μέλη τους, αλλά και να συσπειρώσουν νέους, όπως όριζε η εγκύκλιος της «Επιτροπείας προς Παρασκευήν Ελλήνων Αθλητών» που είχε σταλεί σε όλους τους Δήμους της χώρας. Με πρωτοβουλία του «Παναχαϊκού Γ.Σ.», διοργανώθηκε στις 15 Οκτωβρίου 1895 ο πρώτος δοκιμαστικός Αγώνας Δρόμου Αντοχής, με τη συμμετοχή τριανταπέντε δρομέων που αγωνίστηκαν σε απόσταση 23 χλμ., από το Γυμναστήριο του Συλλόγου έως τα Βραχναίικα μετ' επιστροφής. Επίσης, νέος Αγώνας Δρόμου Αντοχής πραγματοποιήθηκε στις 19 Νοεμβρίου σε απόσταση 31 χλμ., καθώς και στις 26 Ιανουαρίου και 25 Φεβρουαρίου του 1896 σε αποστάσεις 34 και 40 χλμ. αντίστοιχα.
Την ίδια περίοδο διοργανώθηκαν και δοκιμαστικοί Γυμναστικοί Αγώνες Στίβου, στα δύο Γυμναστήρια των Συλλόγων. Στις 22 Οκτωβρίου και 17 Δεκεμβρίου 1895 τελέστηκαν οι προκριματικοί του «Παναχαϊκού Γ.Σ.» και στις 25 Φεβρουαρίου 1896 της «Γυμναστικής Ε.Π.». Στους δοκιμαστικούς αυτούς αγώνες, που διεξάγονταν με τη συμμετοχή πλήθους ενθουσιασμένων Πατρινών, είχαν διακριθεί οι αθλητές που θα αντιπροσώπευαν, αργότερα, την Πάτρα στους Πανελλήνιους Προκριματικούς Αγώνες στην Αθήνα.
Επειδή οι Πατρινοί προσδοκούσαν την προβολή της πόλης τους, από τις Ολυμπιακές νίκες των αθλητών τους, για τον λόγο αυτό με προθυμία έσπευσαν να συνδράμουν οικονομικά τα δύο πατραϊκά σωματεία, όπως και την Μπάντα της «Φιλαρμονικής Εταιρείας», που κι αυτή θα συμμετείχε στο τελετουργικό μέρος της Α' Διεθνούς Ολυμπιάδας. Με απόφαση του Δήμου Πατρέων, ενισχύθηκαν οι δύο σύλλογοι με το ποσόν των 500 δρχ. ο καθένας, ενώ -παράλληλα- οι διοικήσεις των δύο συλλόγων διοργάνωσαν ξεχωριστές οικονομικές εξορμήσεις. Ο μεν «Π.Γ.Σ.» διοργάνωσε έκτακτο έρανο, που στις τρεις πρώτες ημέρες είχε αποδώσει το ποσόν των 1.800 δρχ., η δε «Γ.Ε.Π.» έθεσε σε κυκλοφορία κονκάρδες με τα αρχικά του τίτλου της, που έγιναν ανάρπαστες.
Ωστόσο, ενώ οι Πατρινοί ενίσχυαν με μεγάλη προθυμία τα δικά τους σωματεία, αρνήθηκαν κάθε συνεισφορά στα έξοδα για την οργάνωση των Α' Ολυμπιακών Αγώνων, με την αιτιολογία ότι όλα τα προβλεπόμενα ολυμπιακά έργα θα εκτελούνταν στην Αθήνα και, ως εκ τούτου, τις σχετικές δαπάνες θα έπρεπε να επωμισθούν οι κάτοικοι της πρωτεύουσας και ο Δήμος Αθηναίων.
Το ζήτημα της πανελλήνιας συμμετοχής στην κάλυψη των δαπανών, για την προετοιμασία και διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων, είχε προκύψει από την άρνηση της κυβέρνησης να συνεισφέρει οποιαδήποτε κρατική ενίσχυση. Ετσι, ως μοναδική λύση, είχε αποφασισθεί -κατ' αρχήν- η διατύπωση έκκλησης προς τους ομογενείς Ελληνες του εξωτερικού και - κατά δεύτερον - η διοργάνωση εσωτερικού εράνου.
Μάλιστα, μετά την ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Θεοδ. Δηλιγιάννη, εκδόθηκε στις 25-1-1895 ειδικό Βασιλικό Διάταγμα «Περί εγκρίσεως της συλλογής χρηματικών εισφορών προς τέλεσιν εν Αθήναις κατά το έτος 1896 των πρώτων διεθνών Ολυμπιακών Αγώνων», έργο που ανέλαβε ειδική επιτροπή που συστάθηκε γι' αυτό το σκοπό. Επίσης, αποφασίσθηκε η έκδοση σειράς αναμνηστικών γραμματοσήμων και εγκρίθηκε το δικαίωμα της Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων να συνάψει δάνειο από πιστωτικό ίδρυμα της χώρας.
Ενώ, όμως, οι Ελληνες του εξωτερικού ανταποκρίθηκαν στην έκκληση της Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων, καταθέτοντας διάφορα ποσά , οι Δήμοι του ελληνικού κράτους προσέφεραν ελάχιστα, καταβάλλοντας στο κοινό ταμείο μόνο 30.384, 80 δρχ. Οι Ελληνες της Κωνσταντινούπολης έστειλαν 10.038,75 δρχ., της Αιγύπτου 27.288,45 δρχ., της Οδησσού 9.445,15 δρχ., της Βιέννης 11.410 δρχ. κ.ά. Επίσης, διάφορα ποσά - συνολικού ύψους 3.524,25 δρχ., προσέφεραν οι υπόδουλοι Ελληνες των πόλεων της Χίου, Ιωαννίνων, Καβάλας κ.λ.π., ενώ οι Ελληνες της Σμύρνης κατέβαλαν το ποσό των 2.406,30 δρχ. Ωστόσο, μεγάλος ευεργέτης της χώρας και του Ολυμπισμού αναδείχθηκε ο οικονομικός παράγοντας της Αιγύπτου Γεώργιος Αβέρωφ (1818-1899), ο οποίος, με διάφορες τμηματικές δωρεές, συνολικά προσέφερε το ποσόν των 920.000 δρχ., ένα τεράστιο δηλαδή ποσό για την εποχή.
Τα περισσότερα χρήματα, από τους Δήμους της χώρας, προσέφερε ο Δήμος Αθηναίων, ένα ποσό του ύψους των 10.000 δρχ. που θεωρήθηκε μικρό σε σχέση με τα πραγματοποιούμενα έργα και τις οικονομικές δυνατότητες του. Το ζήτημα αυτό, ωστόσο, έλαβε μεγάλες διαστάσεις και προκάλεσε έντονες αντεγκλήσεις, όταν ο έρανος του Δήμου Πατρέων για την ενίσχυση της Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων δεν είχε τα επιθυμητά αποτελέσματα. Οι Πατρινοί είχαν αντιμετωπίσει τη σχετική έκκληση τελείως ψυχρά, εκτός από λιγοστούς που αποτελούσαν την εξαίρεση, όπως ο Αλέξανδρος Ζαΐμης (είχε προσφέρει 1.000 δρχ.), η «Γυμναστική Εταιρεία Πατρών» (100 δρχ.), ο βιομήχανος Γουστάβος Κλάους (50 δρχ.) και η οινοποιητική εταιρία του «Αχαΐα» (250 δρχ.). Ετσι, η αρνητική στάση των Πατρινών - που συγκροτούσαν τότε μία από τις πλέον αναπτυγμένες πόλεις της χώρας, εξόργισε τον γενικό γραμματέα της Επιτροπής Ολυμπιακών Τιμολέοντα Φιλήμονα, ο οποίος, με δηλώσεις του στον Τύπο της 12ης Δεκεμβρίου 1895, επέκρινε δριμύτατα την πατρινή αδιαφορία. Το θέμα, όμως, είχε και συνέχεια. Γιατί, οι δηλώσεις του Τιμ. Φιλήμονα προκάλεσαν την οργίλη αντίδραση πολλών επωνύμων πατρινών, που πίστευαν ότι, εφόσον τα προγραμματισμένα ολυμπιακά έργα και η τέλεση των αγώνων θα ωφελούσαν την Αθήνα, το σχετικό κόστος θα έπρεπε να αναλάβουν οι κάτοικοι της κι όχι οι «πενέστατοι» Δήμοι της χώρας. Μάλιστα, ένας από τους διαμαρτυρόμενους -για τις δηλώσεις του Τ. Φιλήμονα- πατρινούς, ο κοινωνικός παράγοντας και παλαιός δημοσιογράφος και εκδότης Κωνσταντίνος Φιλόπουλος (παππούς από μητέρα του μετέπειτα Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωστή Στεφανόπουλου), σε άρθρο του υποστήριζε: «...Διά τους αθλητικούς χώρους πληρώνουν ο Αβέρωφ και αι κοινότηται του εξωτερικού. Διά την ευμάρειαν των ξένων θα προνοήση η ιδιωτική πρωτοβουλία και η κερδοσκοπία, αν όχι η αισχροκέρδεια. Υπολείπεται ο ευπρεπισμός της πόλεως (σ.σ. των Αθηνών). Καλοί δρόμοι, φωτισμός, ουρητήρια, μέσα διασκεδάσεως. Αυτά ζητεί η πρωτεύουσα να λάβη εκ των Δήμων, οι οποίοι είναι καταχρεωμένοι και χρεοκοπημένοι.
Τι συνεισέφεραν το Δημόσιον, ο Δήμος Αθηναίων, οι καταστηματάρχαι οι οποίοι θα πλουτίσουν, οι πλούσιοι και οι αξιωματούχοι οι οποίοι κάθηνται εις τας πρώτας θέσεις του Σταδίου;».
Τελικά, τρεις περίπου μήνες μετά την διεξαγωγή των Α' Διεθνών Ολυμπιακών Αγώνων, στις 5 Ιουνίου 1896, η «Επιτροπή Εράνου Πατρών» συγκέντρωσε και απέστειλε στην Ολυμπιακή Επιτροπή το ποσόν των 364,65 δρχ., το οποίο αναφέρεται τελευταίο στον σχετικό κατάλογο των χορηγών της Α' Ολυμπιάδας».
ΜΙΑ ΑΣΤΟΧΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Για την επιλογή των αθλητών που θα μετείχαν στους Α' Διεθνείς Ολυμπιακούς Αγώνες, η «Ειδική Επιτροπεία προς Παρασκευήν Ελλήνων Αθλητών» είχε αποφασίσει τη διεξαγωγή προκριματικών - πανελλήνιων αγώνων στην Αθήνα, στους οποίους δικαίωμα συμμετοχής θα είχαν μόνο τα μέλη των Αθλητικών Συλλόγων, αποκλείοντας ρητώς τους επαγγελματίες αθλητές και τους επ' αμοιβή γυμναστές. Παρά, όμως, τις δεσμευτικές αποφάσεις της «Επιτροπείας», εγκρίθηκε η συμμετοχή στους προκριματικούς αγώνες του Αγγλου τουρίστα John Bolland, του φοιτητή Χαρ. Βασιλάκου και άλλων αθλητών μη μελών Γυμναστικών Συλλόγων, ενώ απαγορεύτηκε η συμμετοχή του πατρινού Τζουμέρκα με το αιτιολογικό ότι ήταν μαθητής της Ριζαρείου Σχολής μολονότι ούτε το Υπουργείο Παιδείας ούτε η Μητρόπολη Αθηνών δεν είχαν εκφράσει διαφωνίες για τη συμμετοχή του. Έτσι, δημιουργήθηκαν υπόνοιες για την αντικειμενικότητα της Ελλανοδίκου Επιτροπής των Προκριματικών - Πανελλήνιων Αγώνων, πρόεδρος της οποίας είχε διορισθεί ο βασιλικός γιος Γεώργιος και αλυτάρχης - αγωνοδίκης ο Κων. Μάνος.
Οι προκριματικοί και ουσιαστικά Α' Πανελλήνιοι Αγώνες πραγματοποιήθηκαν το τριήμερο 8 έως 10 Μαρτίου 1896 στο Παναθηναϊκό Στάδιο, το οποίο βρισκόταν ακόμα υπό αναμόρφωση. Εκτός των Αθλητικών Συλλόγων της ελληνικής επικράτειας, στους αγώνες έλαβαν μέρος και Σύλλογοι από την Κρήτη, την Ανατολική Ρωμυλία και την Κύπρο, όπως για παράδειγμα ο Γυμναστικός Σύλλογος Ολύμπια Λεμεσού, αλλά και από άλλες περιοχές. Από την Πάτρα συμμετείχαν 33 αθλητές, εκ των οποίων οι 21 ανήκαν στον «Παναχαϊκό Γ.Σ.» και οι 12 στην «Γυμναστική Ε.Π.». από αυτούς προκρίθηκαν, για να λάβουν μέρος στους Α' Διεθνείς Ολυμπιακούς Αγώνες, μόνο 6, οι εξής:
Α. Από την «Γυμναστική Εταιρεία Πατρών».
1. Δημήτριος Χρηστόπουλος (ή Πάπιας), για τον Μαραθώνιο δρόμο, ως τέταρτος μεταξύ τριαντατριών Μαραθωνοδρόμων.
2. Λεωνίδας Τσικλητήρας, για τον δρόμο 400 μ., ως δεύτερος, καθώς και για το αγώνισμα του μονόζυγου.
3. Ανδρέας Παπαϊωάννου, για τις ασκήσεις σε δίζυγο.
4. Στέφανος Χρηστόπουλος (ή Κασβίκης), στην ελληνορωμαϊκή πάλη, ως πρώτος μεταξύ οκτώ παλαιστών.
5. Αριστόβουλος Πετμεζάς, για το άλμα εις ύψος, καθώς και για τις ασκήσεις στο εφαλτήριο και στο μονόζυγο.
6. Νικόλαος Ανδριακόπουλος, για το αγώνισμα της αναρρίχησης επί κάλω.
Τα αποτελέσματα των Προκριματικών Αγώνων ήταν κατώτερα των προσδοκιών για τους πατρινούς αθλητές, οι οποίοι είχαν καλλιεργήσει υπέρμετρη αισιοδοξία στην πόλη, που περίμενε καλύτερες επιδόσεις από αυτούς. Παρ' όλα αυτά , οι Πατρινοί επιφύλαξαν ενθουσιώδη υποδοχή στους προκριθέντες αθλητές, με συγκεντρώσεις στον σιδηροδρομικό σταθμό στις 12 και 13 Μαρτίου, για τους αθλητές του «Π.Γ.Σ.» και της «Γ.Ε.Π.» αντίστοιχα.
Μεγαλύτερη πίκρα απ' όλους, ωστόσο, αισθάνονταν οι διοικούντες τον «Παναχαϊκό Γ.Σ.», οι οποίοι, επηρεασμένοι από το γενικότερο κλίμα αμφισβήτησης των οργανωτών της Ολυμπιάδας και των Προκριματικών, διατύπωσαν κατηγορίες για δυσμενή αντιμετώπιση των μελών του Συλλόγου από την Ελλανόδικο Επιτροπή. Εκτός της περίπτωσης του αθλητή Τζουμέρκα, οι διοικούντες τον «Π.Γ.Σ.» ισχυρίζονταν ότι και άλλοι αθλητές αδικήθηκαν από τις μεροληπτικές αποφάσεις της Επιτροπής. Συγκεκριμένα, υποστήριζαν ότι η Επιτροπή, με αυθαίρετη απόφαση της, απαγόρευσε στον άλτη Αχιλ. Χατζή τη συνέχιση των προσπαθειών του μετά το πρώτο άκυρο άλμα του. Επίσης, ισχυρίζονταν ότι ο δισκοβόλος Νικ. Αλεξανδρόπουλος αδίκως κατετάγη πέμπτος με βολή 25,95 μ. και αποκλείστηκε, γιατί είχε πετύχει βολή 29μ. που θεωρήθηκε άκυρη από την Επιτροπή.
Παράλληλα, δυσμενείς εντυπώσεις για τους διοργανωτές των Προκριματικών είχαν δημιουργηθεί και από τον αθηναϊκό Τύπο, «...εις τον οποίον δεν επετράπη να τοποθετηθή εις κατάλληλον θέσιν, ώστε να δυνηθή να παρακολούθηση τα εν τη κονίστρα λαμβάνοντα χώραν...», με αποτέλεσμα να προκληθούν επεισόδια. Έτσι, μετά τους Προκριματικούς, οι διευθυντές και οι αρχισυντάκτες των εφημερίδων «Ακρόπολις», «Εφημερίς», «Καιροί», «Νέα Εφημερίς», «Εστία» και «Αστυ», με κοινό διάβημα τους, διαμαρτυρήθηκαν για την συμπεριφορά των οργανωτών και ανακοίνωσαν, ότι «.. .μόνον χάριν του εθνικού σκοπού των αγώνων, θα παρακολούθηση (ο Τύπος) των αγώνων τα θεάματα και θα περιγράψη αυτά...».
Ενώ, όμως, οι δυσαρεστημένοι εκπρόσωποι του αθηναϊκού Τύπου δεν έδωσαν συνέχεια στο γεγονός, λόγω «...του εθνικού σκοπού...», οι διοικούντες τον «Παναχαϊκό Γ.Σ.» έπραξαν το αντίθετο, φθάνοντας στα άκρα. Στις 14 Μαρτίου, συγκάλεσαν έκτακτη γενική συνέλευση των μελών του Συλλόγου στην οποία αποφασίστηκε ομόφωνα να σταλεί ψήφισμα στην Επιτροπή Ολυμπιακών Αγώνων, με το αίτημα της συμμετοχής στους Ολυμπιακούς και των αδικημένων από την σχετική Επιτροπή αθλητών. Επειδή, όμως, το αίτημα δεν έγινε δεκτό, με την παράκληση μάλιστα να μην επιμείνει σε αυτό ο Σύλλογος , συγκλήθηκε νέα γενική συνέλευση των μελών του «Π.Γ.Σ.» την Μ. Παρασκευή 22 Μαρτίου, στην οποία αποφασίστηκε η αποχή των αθλητών του από τους Α’ Διεθνείς Ολυμπιακούς Αγώνες!
Αυτή την άστοχη -από κάθε άποψη- απόφαση, η εφημερίδα «Νεολόγος», την επόμενη ημέρα, κατέκρινε σε σχετικό άρθρο της, το οποίο κατέληγε : «...Εις εποχήν καθ' ην εκ περάτων της γης οι ξένοι αθληταί συρρέουν όπως αγωνισθώσι προς τους Έλληνας, είναι αληθώς λυπηρόν ότι υπήρξε παράδειγμα (ανεπαίσθητον, πάντως όμως κακόν) εγκαταλήψεως ιερού σκοπού, ον πράγματι έχουσιν οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Οι διοικούντες τον Παναχαϊκόν θα κατανοήσουν το ολίσθημα των μετά το πέρας των αγώνων...».
ΠΑΤΡΙΝΟΙ ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΕΣ
Η έναρξη των πρώτων Διεθνών Ολυμπιακών Αγώνων της σύγχρονης εποχής έγινε στις 3 το μεσημέρι της 25ης Μαρτίου 1896, δεύτερη ημέρα του Πάσχα. Οι αγώνες διήρκεσαν συνολικά εννέα ημέρες, έως την Τετάρτη 3 Απριλίου. Την επόμενη ημέρα δε, 4 Απριλίου, τελέστηκε η λήξη των αγώνων και η ανακήρυξη των νικητών, τα επινίκια.
Στους αγώνες συμμετείχαν συνολικά 311 αθλητές από 13 χώρες: Αυστραλία (1), Αυστρία (4), Βουλγαρία (1), Χιλή (1), Δανία (1), Γερμανία (19), Γαλλία (19), Αγγλία (8), Σουηδία (1), Ελβετία (1), Ουγγαρία (8), Αμερική (14) και Ελλάδα (230).
Ο μεγάλος αριθμός αθλητών της ελληνικής ολυμπιακής ομάδας προήλθε από την ένταξη σε αυτήν των αθλητών του υπόδουλου ελληνισμού (Κρήτη, Κύπρο, Σμύρνη κ.λ.π.) και αρκετών «Φιλάθλων», δηλαδή αθλητών χωρίς την ιδιότητα του μέλους κάποιου Αθλητικού Σωματείου.
Ως «φίλαθλοι» έλαβαν μέρος στην Α’ σύγχρονη Ολυμπιάδα και οι δύο προκριθέντες αθλητές του «Παναχαϊκού Γ.Σ.», ο Αριστ. Πετμεζάς και ο Νικ. Ανδριακόπουλος, οι οποίοι δεν πειθάρχησαν στις αποφάσεις του Συλλόγου τους. Μάλιστα, όταν αυτοί αναχώρησαν για την Αθήνα, το διοικητικό συμβούλιο του «Π.Γ.Σ.» - σε μια έκρηξη αδιαλλαξίας - συνήλθε σε έκτακτη συνεδρίαση, με θέμα συζήτησης τη διαγραφή των δύο «απείθαρχων» μελών - αθλητών του. Ευτυχώς, όμως, επικράτησε η σύνεση μεταξύ των διοικούντων και δεν ελήφθη κάποια απόφαση που θα εξέθετε ακόμα περισσότερο τον Σύλλογο, αλλά και τους ίδιους προσωπικά τους διοικητικούς παράγοντες του.
Οι επιδόσεις των Ελλήνων αθλητών στην Α' νεώτερη Ολυμπιάδα του 1896 ανέδειξαν την Ελλάδα σε πρώτη ευρωπαϊκή αθλητική δύναμη, γεγονός «...το οποίο πολλοί εχαρακτήρισαν ως οιωνόν εξαιρετικού αθλητικού μέλλοντος και ταχίστης ανακτήσεως της αρχαίας αγωνιστικής ευκλείας...», που οφειλόταν όμως, «...εις την ολιγοριθμοτάτην συμμετοχήν των ξένων και ταύτην δι' αθλητών ουχί πρώτης γραμμής...».
Στα σαράντα τέσσερα αγωνίσματα που διεξήχθησαν στην Α' Σύγχρονη Ολυμπιάδα, οι Ελληνες αθλητές κατέκτησαν δέκα πρώτες θέσεις, δεκαοκτώ δεύτερες και δεκαέξι τρίτες, οι οποίες όμως δεν περιλαμβάνονταν στην ολυμπιακή κατάταξη και, ως εκ τούτου, οι τριταθλητές δεν βραβεύτηκαν. Οπως προέβλεπε ο σχετικός κανονισμός, «...ο πρώτος εβραβεύετο με δίπλωμα, αργυρό μετάλλιο και στεφάνι ελιάς και ο δεύτερος με δίπλωμα, χάλκινο μετάλλιο και στεφάνι δάφνης. Το μετάλλιο των νικητών είχε φιλοτεχνήσει ο Γάλλος γλύπτης Jules Charlain, το αναμνηστικό μετάλλιο ο Ελληνας ζωγράφος - χαράκτης Νικηφόρος Λύτρας και το δίπλωμα ο διαπρεπής Ελληνας ζωγράφος Νικόλαος Γκύζης...».
Από τους πατρινούς αθλητές, ολυμπιονίκης αναδείχθηκε ο μαθητής Νικόλαος Ανδριακόπουλος του «Παναχαϊκού Γ.Σ.», που είχε αγωνισθεί ως «φίλαθλος», στο αγώνισμα της αναρρίχησης σε σχοινί ή κατά την τότε ορολογία «επί κάλω», το οποίο είχε διεξαχθεί στις 29 Μαρτίου. Μεταξύ δεκατριών συναθλητών του, ο Ν. Ανδριακόπουλος πρώτευσε με τόση άνεση που ανάγκασε τους έντεκα (από τους αντιπάλους του) να εγκαταλείψουν.
Δεύτερη θέση ολυμπιονίκη κατέκτησε στην κολύμβηση το «δελφίνι των Πατρών» Αντώνιος Πεπανός, στον αγώνα των 500 μ., που είχε γίνει στις 30 Μαρτίου στον όρμο της Ζέας. Μάλιστα, ο πατρινός κολυμβητής, που κι αυτός είχε αγωνισθεί ως «φίλαθλος» - λόγω αποχώρησης του από τον «Π.Γ.Σ.», την ημέρα των αγώνων είχε κρυολογήσει και δεν βρισκόταν σε άριστη φυσική κατάσταση.
Στην άτυπη τρίτη ολυμπιακή θέση κατετάγη ο Στέφανος Χρηστόπουλος, στην ελληνορωμαϊκή πάλη, που διεξήχθη την 29η Μαρτίου. Ο πατρινός παλαιστής της «Γυμναστικής Ε.Π.» είχε σταθεί άτυχος, γιατί, κατά τη διάρκεια του αγώνα με τον σμυρναίο ζαχαροπλάστη Γεώργιο Τσίτα - για τη συμμετοχή στον τελικό, έπαθε κάταγμα της ωμοπλάτης, με αποτέλεσμα την εις βάρος του διακοπή του αγώνα και τη μεταφορά του - για νοσηλεία - στο Νοσοκομείο «Ευαγγελισμός».
Αν και η Πάτρα προσδοκούσε περισσότερα από τους Α' Ολυμπιακούς Αγώνες, θεώρησε ικανοποιητικά τα αποτελέσματα και - παραμερίζοντας τις μεμψιμοιρίες - πανηγύρισε και τίμησε όλους τους αθλητές, ανεξάρτητα από την κατάταξη τους στους Αγώνες. Πρώτη ενέργεια, ενδεικτική του ενθουσιασμού των Πατρινών, ήταν η αποστολή συγχαρητηρίου τηλεγραφήματος προς τον Ολυμπιονίκη Νικ. Ανδριακόπουλο, αμέσως μετά την είδηση της νίκης του. Το τηλεγράφημα υπέγραφε ο πρόεδρος του Δ.Σ. του «Παναχαϊκού Γ.Σ.», ο γιατρός Χρ. Κορύλλος, ο οποίος, ξεχνώντας τις άτυχες στιγμές του πρόσφατου παρελθόντος, έγραφε: «...Παναχαϊκός σύσσωμος αγαλλόμενος φωνεί σοι το Χαίρε. Εδόξασας Πάτρας και αύται δοξάζουσί σε. Είθε και εταίροι συμπολίται ημών τιμήσωσι πόλιν...».
Με ποικίλες εκδηλώσεις οι Πατρινοί εκφράσανε τον ενθουσιασμό τους για τις ολυμπιακές επιτυχίες των αθλητών τους και ιδιαίτερα για το επίτευγμα του μαθητή Νικ. Ανδριακόπουλου. Πορτραίτα του Ολυμπιονίκη αναρτήθηκαν σε αρκετές προθήκες μαγαζιών του κέντρου της πόλης και στο Γυμναστήριο του «Π.Γ.Σ.».
Ο αρχιμουσικός της Μπάντας του Συλλόγου Felice Boghen ανακοίνωσε ότι συνέθεσε εμβατήριο - ύμνο στον Ολυμπιονίκη. Ο ζαχαροπλάστης Παύλος Βουρδέρης κατασκεύασε, προς τιμήν του Ν. Ανδριακόπουλου, πάστες με την επωνυμία «αναρρίχησις». Οι καμπάνες των εκκλησιών χτυπούσαν χαρμόσυνα, οι γειτονιές αναστατώθηκαν και ο κόσμος έτρεχε να συγχαρεί τον κηροπλάστη Π. Ανδριακόπουλο, πατέρα του Ολυμπιονίκη.
Οταν επέστρεψε στην Πάτρα ο Ολυμπιονίκης, στις 5 Απριλίου το απόγευμα, οι Πατρινοί τον υποδέχτηκαν με τιμές ήρωα. Η κοσμοσυρροή στον σιδηροδρομικό σταθμό ήταν τόσο μεγάλη, όπως και ο ενθουσιασμός του πλήθους, ώστε ο δημοσιογράφος της εποχής να παραδεχθεί ότι «...ουδέποτε συνεκεντρώθη τόσον πλήθος και ουδέποτε ηκούσθησαν τόσαι ζητωκραυγαί...».
Οι Αρχές της πόλης, οι διοικούντες τα δύο Αθλητικά Σωματεία, δύο μουσικές μπάντες, παιδιά με πυρσούς, κόσμος με σημαίες και στεφάνια, σχεδόν όλη η πόλη είχε παραταχθεί στον παλαιό σιδηροδρομικό σταθμό (Αράτου και Όθωνος Αμαλίας) για να υποδεχθεί τον Ολυμπιονίκη, ο οποίος συνοδευόταν από τον δύο φορές Ολυμπιονίκη Ελβετό Λουδοβίκο Σούτερ (αδελφό του γυμναστή του «Π.Γ.Σ.») και την Ολυμπιακή Ομάδα των Η.Π.Α.
Μετά την άφιξη του τρένου, στις 7 μ.μ., ο Νικ. Ανδριακόπουλος, πάνω στους ώμους των συναθλητών του και υπό τις επευφημίες των Πατρινών που τον συνόδευαν, διέσχισε τους δρόμους της πόλης, η οποία είχε σημαιοστολιστεί. Η πομπή, μετά από μία στάση στην πλατεία Γεωργίου Α', έφθασε μέχρι το Γυμναστήριο του «Π.Γ.Σ.», όπου εκεί εκφώνησε πανηγυρικό λόγο ο πρόεδρος του Συλλόγου, ενώ η μπάντα ανέκρουσε τον Εθνικό Υμνο μέσα σε πραγματικό παραλήρημα του κόσμου. Στην παραζάλη μέσα, όμως, ο Ολυμπιονίκης έχασε το αργυρό μετάλλιο του, γεγονός που οδήγησε τον πατέρα του να προσφέρει αμοιβή 25 δρχ. σε όποιον θα έβρισκε και θα παρέδιδε το ολυμπιακό τρόπαιο, κάτι που έγινε λίγες ημέρες αργότερα. Ωστόσο, η απώλεια του μεταλλίου δεν εμπόδισε την πραγματοποίηση μιας προς τιμήν του Ολυμπιονίκη μουσικής εσπερίδας, που δόθηκε την επόμενη ημέρα (6 Απριλίου) στο Δημοτικό Θέατρο «Απόλλων».
Μεγάλη χαρά, επίσης, κυρίευσε τους Πατρινούς, όταν πληροφορήθηκαν τις Ολυμπιακές νίκες δύο άλλων αθλητών, που ήταν γνωστοί στην πατραϊκή κοινωνία. Επρόκειτο, για τον Αχαιό Ιωάννη Μητρόπουλο που καταγόταν από το χωριό Ζαχλωρού, ο οποίος -ως μέλος του αθηναϊκού «Εθνικού Γ.Σ.»- αναδείχθηκε στις 28 Μαρτίου Ολυμπιονίκης στις ασκήσεις στους κρίκους και για τον Παντελή Καρασεβδά, από τον Αστακό, που αναδείχθηκε Ολυμπιονίκης στην σκοποβολή με όπλο γκρα από απόσταση 200 μ. Ο μεν πρώτος, ήταν γνωστός στους φοιτητικούς και αθλητικούς κύκλους της Αθήνας ως «Πατρινός», ο δε δεύτερος, κατά το παρελθόν και ως μαθητής του Α' Γυμνασίου Πατρών, υπήρξε ένα από τα πρώτα μέλη του «Π.Γ.Σ.». Ετσι, όταν ο Π. Καρασεβδάς, επιστρέφοντας στην γενέτειρα του στάθμευσε στην Πάτρα (στις 6 Απριλίου), αντίκρισε στο σιδηροδρομικό σταθμό ένα ενθουσιώδες πλήθος πατρινών, που τον αποθέωσαν σαν δικό τους άνθρωπο.
* Με στοιχεία από το βιβλίο: «Αχαΐα περί αθλητικού παρελθόντος», του Κώστα Κοκοβίκα
Ο «Νεολόγος» την επομένη της πρώτης μέρας των Ολυμπιακών Αγώνων του 1896
Ακολουθήστε το thebest.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο thebest.gr